Δύο στους τρεις Έλληνες εργαζόμενους σκοπεύουν να αλλάξουν εργοδότη λόγω χαμηλού μισθού

Αγγελική Μαρίνου
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Δύο στους τρεις Έλληνες εργαζόμενους σκοπεύουν να αλλάξουν εργοδότη λόγω χαμηλού μισθού
Δύο στους τρεις Έλληνες εργαζόμενους (64%) θα εξέταζαν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν τον εργοδότη τους λόγω των χαμηλών αποδοχών τους, ενόψει της αύξησης του κόστους ζωής. Αυτό είναι το υψηλότερο ποσοστό σε σύγκριση με άλλες χώρες.

Η προθυμία της παραμονής ή της αποχώρησης των εργαζομένων από την εργασία τους καθορίζεται από έναν συνδυασμό παραγόντων που διαφέρουν από άτομο σε άτομο, με αποτέλεσμα οι εργοδότες να καλούνται να προσαρμόσουν τις παροχές τους όσο το δυνατόν περισσότερο σε ατομικό επίπεδο.

Όπως επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα της έρευνας Employer Brand της Randstad, ο μισθός και οι παροχές καθιστούν τον σημαντικότερο παράγοντα
για την επιλογή εργοδότη για το 2023.

Ωστόσο, δύο στους τρεις Έλληνες εργαζόμενους (64%) θα εξέταζαν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν τον εργοδότη τους λόγω των χαμηλών αποδοχών τους, ενόψει της αύξησης του κόστους ζωής. Αυτό είναι το υψηλότερο ποσοστό σε σύγκριση με άλλες χώρες και η πρόθεση αυτή διαπερνά κάθε ομάδα, εκτός από τους νεότερους (18-24 ετών).

Εκτός από το να λάβει κάποιος μια επαγγελματική προσφορά που δεν μπορεί να αρνηθεί (κάτι που σπάνια συμβαίνει), πέντε άλλοι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν και να ενισχύσουν την πρόθεση αλλαγής εργοδότη:

  • ο φόβος ότι θα χάσουν τη δουλειά τους,
  • η βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής,
  • η μείωση του χρόνου μετακίνησης,
  • η έλλειψη ενδιαφέροντος για την εργασία τους
  • οι ευκαιρίες εξέλιξης της καριέρας τους

Αυτοί οι παράγοντες είναι σημαντικοί για κάθε ομάδα, αν και η βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής δεν είναι τόσο
σημαντική για όσους είναι άνω των 54 ετών (22%).

Οι παράγοντες επιλογής εργοδότη

Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρόλο που το επίπεδο απολαβών αποτελεί το κεντρικό στοιχείο αξιολόγησης των εργοδοτών, οι ίδιοι παρουσιάζουν χαμηλή προσαρμογή στις προσδοκίες των εργαζομένων, με τους μισούς μόνο από αυτούς να αισθάνονται ότι αμείβονται αρκετά καλά, τη στιγμή που βαθμολογούν σχετικά χαμηλά τον τρέχοντα εργοδότη τους στο επίπεδο των απολαβών και παροχών που προσφέρει.

Αναφορικά με τους υπόλοιπους παράγοντες που καθορίζουν την επιλογή εργοδότη, τη δεύτερη θέση της λίστας καταλαμβάνει το ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον, επιβεβαιώνοντας ότι αποτελεί μια τάση που πλέον έχει μετατραπεί ως πάγια προσδοκία από τους εργαζόμενους, ενώ οι ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης και η μακροπρόθεσμη εργασιακή ασφάλεια παραμένουν δύο από τους σταθερούς παράγοντες για τους εργαζόμενους, τα τελευταία χρόνια.

Η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής αποτελεί το στοιχείο με συνεχώς αυξανόμενη δυναμική, χωρίς, ωστόσο, να καταγράφει στην Ελλάδα αντίστοιχη αύξηση στις προσδοκίες των εργαζόμενων, όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 82% των Ελλήνων εργαζομένων αξιολογεί ως πολύ σημαντικές τις μη οικονομικές παροχές κατά την επιλογή εργοδότη, τη στιγμή που οι οικονομικές απολαβές αποτελούν, φυσιολογικά, ισχυρό κίνητρο για το 87% του ανθρώπινου δυναμικού. Για τις γυναίκες (86%), η αξία των μη οικονομικών παροχών αναγνωρίζεται ακόμη περισσότερο συγκριτικά με τους άνδρες (76%), ποσοστά που παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα για τους εργαζομένους ηλικίας κάτω των 35 ετών.

Εργασιακά ευέλικτοι οι νέοι

Με την εργασιακή σταθερότητα και ασφάλεια να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας της αξιολόγησης των τρεχόντων εργοδοτών, το 15% των εργαζόμενων στην Ελλάδα δήλωσε ότι έχει αλλάξει εργοδότη τους τελευταίους έξι μήνες, ποσοστό ελαφρώς μεγαλύτερο από το 2022 (13%).

Αναφορικά με την απόφαση αλλαγής εργοδότη, το 23% των εργαζομένων δήλωσε πρόθυμο να αλλάξει εργασιακό περιβάλλον μέσα στο έτος, αναλογία που διαφοροποιείται στις ηλικίες 18-34 ετών (27%), αποτυπώνοντας τη διαφορετική προσέγγιση στην εργασία των νεότερων γενιών εργαζομένων.

Στον αντίποδα, ο φόβος απώλειας της εργασίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το 16% των εργαζομένων (19% το 2022), με σχετικές γεωγραφικές διαφοροποιήσεις (Μακεδονία και Θράκη - 20%, Αττική - 14%).

Έξι στους 10 δηλώνουν υποαμειβόμενοι

Όπως αποτυπώνεται από την έρευνα, το 64% των Ελλήνων εργαζομένων θα εξέταζε το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει τον εργοδότη του λόγω των χαμηλών αποδοχών, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι ηλικίας 18-24 ετών τείνουν να αξιολογούν περισσότερα κριτήρια για την απόφαση αλλαγής εργοδότη, με το μισθολογικό να παραμένει ο βασικός παράγοντας για το 53% από εκείνους.

Οι κεντρικοί παράγοντες, εκτός του μισθολογικού, που ενισχύουν την πρόθεση αλλαγής εργοδότη είναι ο φόβος απώλειας της εργασίας, η βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, η μείωση του χρόνου μετακίνησης, η έλλειψη ενδιαφέροντος για την εργασία τους ή οι ευκαιρίες εξέλιξης της καριέρας.

Οι παράγοντες αυτοί καταγράφονται από το σύνολο των εργαζομένων, όλων των ηλικιών, με αξιοσημείωτη εντούτοις διαφοροποίηση στην προτεραιότητα της βελτίωσης της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, η οποία παραμένει σημαντική μόλις για το 22% των εργαζόμενων άνω των 54 ετών.

Η επαγγελματική εξέλιξη και η προσφορά ευκαιριών ανάπτυξης αποτελεί ισχυρό εργαλείο και προτεραιότητα για τους εργαζόμενους, οι οποίοι έχουν αναδιαμορφώσει αισθητά τις ανάγκες και τη στάση τους προς το καλύτερο.

Τρεις στους τέσσερις Έλληνες εργαζόμενους υποστηρίζουν ότι η επαγγελματική εξέλιξη είναι σημαντική (76%), ιδιαίτερα για τους νέους ηλικίας 18-24 (81%), ενώ το 45% των συμμετεχόντων στην έρευνα αισθάνεται ότι του δίνεται η ευκαιρία να εξελιχθεί μέσα στην επιχείρηση που εργάζεται (κάτω των 35 ετών - 50%).

Επιπρόσθετα, το 80% των εργαζομένων θεωρεί σημαντικό ο εργοδότης να προσφέρει ευκαιρίες επανεκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων, με μόλις το 45% να θεωρεί ότι του δίνεται η σχετική ευκαιρία, αναδεικνύοντας ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο πρέπει να ενσωματώσουν οι επιχειρήσεις στη στρατηγική για το ανθρώπινο δυναμικό τους.

Μειώνεται η υβριδική εργασία

Έχοντας διανύσει τρία χρόνια από την έναρξη της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, η τηλεργασία, το μοντέλο εργασίας που ενσωματώθηκε σε μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων παγκοσμίως, μόλις τα τελευταία χρόνια, καταγράφει μειούμενη τάση (5% μείωση σε σχέση με πέρσυ), τη στιγμή που μόνο το 21% των Ελλήνων εργαζομένων συνεχίζει να εργάζεται εξ αποστάσεως.

Με βάση τα πορίσματα της έρευνας Employer Brand της Randstad, συγκριτικά με το 2021, το υβριδικό μοντέλο εργασίας έχει μειωθεί από το 48% στο 21%, καταγράφοντας μια διαφορετική τάση, σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.

Ταυτόχρονα, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα, είναι σημαντικό οι εργοδότες να κρατούν ως βασικούς κατευθυντήριους άξονες τις αρχές της συμπερίληψης και της διαφορετικότητας, με δεδομένο ότι το 48% θεωρεί σημαντικό να εργάζεται για μια εταιρεία που υποστηρίζει τις αξίες αυτές.

Κρίνεται αναγκαίο για τους Έλληνες εργοδότες να υιοθετήσουν στρατηγική και να τοποθετήσουν ψηλά στην ατζέντα τους τα θέματα αυτά, γεγονός που επιβεβαιώνεται κυρίως στους εργαζόμενους ηλικίας 18-34 ετών, οι οποίοι ευαισθητοποιούνται περισσότερο για αυτά τα ζητήματα, σε σύγκριση με τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας (41%).

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Με ποια κριτήρια επιλέγουν εργοδότη οι Έλληνες- Ένας στους 3 νέους αλλάζει δουλειά κάθε χρόνο

Παπαστράτος, ΙΟΝ και Aegean Airlines οι πιο ελκυστικοί εργοδότες στην Ελλάδα για το 2023

Εισαγόμενοι εργαζόμενοι και κατάρτιση-εξπρές θα σώσουν την παρτίδα των προσλήψεων στον τουρισμό