JP Morgan: Το περίπλοκο «μονοπάτι» των εθνικών εκλογών και τα σενάρια της επόμενης ημέρας

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp Μοιράσου το
JP Morgan: Το περίπλοκο «μονοπάτι» των εθνικών εκλογών και τα σενάρια της επόμενης ημέρας
Η εκτίμηση του αμερικανικού οίκου για τις εθνικές εκλογές. Το σενάριο της δεύτερης κάλπες και η εκτίμηση για κυβέρνηση συνασπισμού ΝΔ - ΠΑΣΟΚ.

Ατελέσφορη αναμένει πως θα είναι η έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης της 21ης Μάη η JP Morgan, καθώς όπως επισημαίνει, κανένα κόμμα ή συνασπισμός κομμάτων δεν φαίνεται να μπορεί να επιτύχει την πλειοψηφία των εδρών.

Ο αμερικανικός οίκος, που δείχνει να στρέφει την προσοχή του στις εθνικές κάλπες, αναφέρει πως οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η σημερινή κεντροδεξιά ΝΔ (35%) προηγείται του αριστερού και λαϊκιστικού - όπως χρακτηρίζει - ΣΥΡΙΖΑ (29%), με σταθερή διαφορά 6 έως 6,5 ποσοστιαίων μονάδων, με το κεντροαριστερό ΚΙΝΑΛ να συγκεντρώνει περίπου 10,5% και το ακροαριστερό KKE 6,5%. Δύο ακόμη λαϊκιστικά κόμματα, το αντιευρωπαϊκό και αριστερό «ΜέΡΑ25» και το δεξιό κόμμα «Ελληνική Λύση», συγκεντρώνουν περίπου 4,5% έκαστο, θα μπορούσαν να εισέλθουν στο Βουλή.

Σύμφωνα λοιπόν με τη JP Morgan, ένας άκρως αριστερός συνασπισμός υπό τον ΣΥΡΙΖΑ, με το ΚΙΝΑΛ ως νεότερο εταίρο και ένα ή περισσότερα επιπλέον αριστερά κόμματα, μπορεί να κερδίσει μια οριακή πλειοψηφία εδρών. Ωστόσο, αυτή η επιλογή, φαίνεται να αποτελεί έναν απομακρυσμένο κίνδυνο σε αυτό το σημείο. Από τη μία πλευρά, το ΚΙΝΑΛ έχει απορρίψει σταθερά κάθε προοπτική συμφωνίας με τον ΣΥΡΙΖΑ και οποιαδήποτε απόπειρα για κάτι τέτοιο εγκυμονεί κινδύνους για το τελευταίο και την ηγεσία του καθώς είναι πιθανή η αποχώρηση στελεχών του. Από την άλλη πλευρά, η θέση του ΚΚΕ δείχνει ακόμη πιο ξεκάθαρη, διότι έχει ιστορικά αρνηθεί να εισέλθει και να συμμετέχει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση συνασπισμού τα τελευταία 30 χρόνια. Όσον αφορά το ΜέΡΑ25, οι ακραίες ευρωσκεπτικιστικές θέσεις του πιθανόν να το καταστήσουν «ακατάλληλο» ως εταίρο.

Αυτή η στασιμότητα δείχνει ότι μπορεί να οδηγηθούμε σε μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση στις 2 Ιουλίου. Σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε από την τρέχουσα κυβέρνηση της ΝΔ το 2020, οι δεύτερες εκλογές θα διεξαχθούν με βάση την αναθεώρηση του εκλογικού νόμου που προβλέπει ένα «μπόνους» στο κόμμα με τις περισσότερες ψήφους. Συγκεκριμένα, ο νέος μηχανισμός αποδίδει ένα «πριμ» στο κόμμα με τις περισσότερες ψήφους ίση με 20 έδρες συν 1 έδρα για κάθε επιπλέον ψήφο που υπερβαίνει το 25% (δεν επέρχεται κανένα «πριμ» εάν κανένα κόμμα δεν φτάσει το 25% των ψήφων). Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 38% αναμένεται να είναι αρκετό για να επιτευχθεί το όριο της πλειοψηφίας των 151 εδρών.

Σύμφωνα με τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, η Νέα Δημοκρατία εμφανίζεται ήδη πολύ κοντά (σε απόσταση 2% - 3%) στο όριο της πλειοψηφίας σε αυτή τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Αυτό θα οδηγούσε σε δύο επιλογές: (i) μια ενιαία μονοκομματική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αν και με πιθανώς ισχνή πλειοψηφία και (ii) μια κυβέρνηση συνασπισμού μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΚΙΝΑΛ ως μικρότερου εταίρου.

Ωστόσο, όπως τονίζει η JP Morgan, «είναι πολύ νωρίς για να διαμορφωθούν ακριβείς απόψεις για τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση σε αυτό το στάδιο, δεδομένου ότι υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα ακόμη και όσον αφορά την αξιοπιστία των σημερινών δημοσκοπήσεων εξαιτίας του υψηλού επιπέδου πόλωσης του εκλογικού σώματος και ορισμένων γεγονότων που έχουν αμαυρώσει κάπως την εικόνα της Νέας Δημοκρατίας».

Κατά συνέπεια, το βασικό σενάριο του οίκου, είναι ότι θα υπάρξει μια ασαφής εικόνα συμπερασμάτων στη βάση της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης και μετά από μια σύντομη περίοδο αβεβαιότητας, αναμένεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο γύρω από εάν θα χρειαστεί και μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Αν αυτό συμβεί, στη νέα κυβέρνηση θα διατηρήσει κυρίαρχο ρόλο η Νέα Δημοκρατία και θα παραμείνει σε μεγάλο βαθμό συνεπής με την τρέχουσα κυβέρνηση. Παρόλο που η ΝΔ ενδέχεται να χρειαστεί να διαπραγματευτεί για το σχηματισμό μια κυβέρνησης συνασπισμού με το ΚΙΝΑΛ, που ενδέχεται να αλλάξει κάπως ορισμένες πολιτικές, για παράδειγμα τη φορολογία των κεφαλαιακών κερδών, είναι απίθανο να επηρεάσει σημαντικά τους πολιτικούς στόχους, ιδίως εκείνους που σχετίζονται με φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις και σημαντικά προγράμματα δημόσιων επενδύσεων που περιβάλλονται από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Υπό αυτό το πρίσμα, η JP Morgan αναμένει μια παρατεταμένη και ισχυρή επέκταση της ελληνικής οικονομίας. Το εγχώριο ΑΕΠ, μετά από μια συρρίκνωση κατά 8,1% στη βάση της πανδημίας του κορονοϊού το 2020, έχει ήδη ανακάμψει με κατά 8,1% το 2021 και περαιτέρω 6,1% το 2022. Για το 2023, αναμένεται μια περαιτέρω σταθερή ανάπτυξη γύρω στο 2,5%. Παράλληλα, αυτή η ισχυρή ανάπτυξη, ενισχύεται περαιτέρω από την άνοδο του πληθωρισμού και οδηγεί σε σημαντική μείωση του υπερμεγέθους επιπέδου του δημόσιου χρέους (-23,3% το 2022 σε 171,3%). Σύμφωνα με τη JP Morgan, η Ελλάδα παραμένει ελάχιστα εκτεθειμένη στην αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ χάρη στη μεγάλη ωρίμανση του χρέους του επίσημου τομέα με ευνοϊκά επιτόκια (το μέσο κόστος του δημόσιου χρέους ήταν 1,4% το 2022).

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Κ. Χατζηδάκης: H ισχυρή ανάπτυξη θα φέρει αυξήσεις μισθών - Θα στηρίξουμε το «Σπίτι μου» με όσους πόρους χρειαστούν

Μητσοτάκης: Ντιμπέιτ με τον Τσίπρα στις δεύτερες εκλογές - Το εκλογικό αποτέλεσμα θα δείξει τις επόμενες κινήσεις

gazzetta
gazzetta reader insider insider