Κατατέθηκε, η τροπολογία για τη ρύθμιση των δανείων ελβετικού φράγκου η οποία εδράζεται σε «κούρεμα» απαιτήσεων, βάσει εισοδηματικών κριτηρίων και αξίας ακίνητης περιουσίας.
Σύμφωνα με το πλαίσιο ρύθμισης, υπάρχει κατηγοριοποίηση τεσσάρων σταδίων με κούρεμα απαίτησης κατά την (υποχρεωτική) μετατροπή του δανείου από ελβετικό φράγκο σε ευρώ από 15% - 50% και από κυμαινόμενο σε σταθερό επιτόκιο, από 2,9% - 2,3%. Η ρύθμιση θα αφορά όλα τα δάνεια σε ελβετικό, τόσο τα ενήμερα στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών (περίπου 2,5 δισ.), όσο και τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια του «Ηρακλή». Για τους μη συνεπείς δανειολήπτες δηλαδή για δάνεια που έχουν καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών, προβλέπεται ένταξη στον Εξωδικαστικό και ρύθμιση της οφειλής με βάση τους όρους αυτού.
Με τη ρύθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού το σύνολο της οφειλής σε ελβετικό φράγκο μετατρέπεται σε ευρώ, με την τρέχουσα ισοτιμία κατά την έννοια της παρ. 9, με τους επιτοκιακούς και λοιπούς όρους που προβλέπονται για τον εξωδικαστικό μηχανισμό. Ισχύουν παράλληλα οι όροι των παρ. 11, 12, 13, 14, 15, 16 και 17.
Αν ο οφειλέτης έχει και λοιπές οφειλές, η τεκμαιρόμενη συναίνεση των πιστωτών σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο δεν ισχύει για τις λοιπές αυτές οφειλές, οι οποίες, εάν δεν χορηγηθεί πρόταση ρύθμισης, εξαιρούνται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης που χορηγείται μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού για την οφειλή σε ελβετικό φράγκο.
-- Δανειολήπτες που έχουν οφειλή του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 και αυτή είναι εξυπηρετούμενη ή ρυθμισμένη και εξυπηρετούμενη, και δεν έχει υπαχθεί στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 (Α’ 130), έχουν τη δυνατότητα μετατροπής της συνολικής οφειλής από ελβετικό φράγκο σε ευρώ με ειδικούς όρους, που διαμορφώνονται σε συνάρτηση με τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια του παρόντος.
Αναλυτικότερα, για τα ενήμερα δάνεια, στην πρώτη κατηγορία (παρακάτω πίνακας) που αφορά τους ασθενέστερους οικονομικά δανειολήπτες, προκύπτει «κούρεμα» στην τρέχουσα ισοτιμία (όπως θα διαμορφωθεί κατά την υποβολή της αίτησης) του ελβετικού φράγκου με το ευρώ κατά 50%. Το επιτόκιο της ρύθμισης θα είναι σταθερό στο 2,3% για όλη την υπολειπόμενη διάρκεια του δανείου. Τα εισοδηματικά κριτήρια της κατηγορίας ορίζονται από 7.500 ευρώ για ένα μονομελές νοικοκυριό και φτάνουν έως τα 22.000 για νοικοκυριά με πέντε ή περισσότερα μέλη ή μονογονεϊκές με τρία ή περισσότερα ανήλικα τέκνα, με αντίστοιχα επίπεδα καταθέσεων (όπως και στις άλλες κατηγορίες) και αξία ακίνητης περιουσίας από 125.000 - 185.000 ευρώ.

Στη δεύτερη κατηγορία (παρακάτω πίνακας), η βελτίωση της ισοτιμίας φτάνει το 30% με σταθερό επιτόκιο 2,5%. Στην κατηγορία θα εντάσσονται δανειολήπτες με εισοδήματα που ξεκινούν από 9.375 ευρώ (μονομελές νοικοκυριό) και φτάνουν τα 23.375 και αξίας ακίνητης περιουσίας από 156.250 - 216.250 ευρώ.

Στην τρίτη κατηγορία προβλέπεται «κούρεμα» 20% και σταθερό επιτόκιο 2,7% καλύπτοντας δανειολήπτες με εισοδήματα από 11.250 έως και 25.250 ευρώ και αξία ακίνητης περιουσίας που ξεκινά από 187.500 ευρώ και φτάνει τα 247.500 ευρώ.

Στην τέταρτη κατηγορία θα υπάρχει μερική διαγραφή απαίτησης 15% με επιτόκιο 2,9%. Όπως αναφέρεται στην τροπολογία δανειολήπτες που δεν εμπίπτουν σε καμία από τις κατηγορίες των παρ. 3 έως 5 έχουν τη δυνατότητα μετατροπής της οφειλής σε ευρώ, στο σύνολό της, με τους ακόλουθους όρους: α) με ισοτιμία μετατροπής κατά δέκα πέντε τοις εκατό (15%), βελτιωμένη σε σχέση με την τρέχουσα ισοτιμία, κατά την έννοια της παρ. 9 και β) επιτόκιο δανείου σε ευρώ δύο κόμμα ενενήντα τοις εκατό (2,90%) ετησίως σταθερό για όλη την υπολειπόμενη διάρκεια του δανείου, το οποίο υπολογίζεται επί του εκάστοτε ανεξόφλητου κεφαλαίου. Οι δανειολήπτες της παρούσας παραγράφου υποβάλλουν εγγράφως το αίτημά τους στην τράπεζα με την οποία έχει καταρτιστεί το δάνειο ή στους ειδικούς διαδόχους αυτής.
Παράλληλα, θα προσφέρεται ευρύτερα στους οφειλέτες η δυνατότητα επιμήκυνσης της υπολειπόμενης διάρκειας αποπληρωμής του νέου δανείου που θα συναφθεί, έως και πέντε έτη. Αυτή η ευελιξία στοχεύει στην περαιτέρω μείωση του ύψους της μηνιαίας δόσης, καθιστώντας τη ρύθμιση βιώσιμη για μεγαλύτερο εύρος οφειλετών.
-- Η διαπίστωση της πλήρωσης των κριτηρίων των κατηγοριών 1, 2 και 3 διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων της Γενικής Γραμματείας Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού χρέους του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Η αίτηση του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του ν.6. 1059/1971 (Α’ 270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 92 του π.δ. 28/2015 (Α’ 34). Κατόπιν υποβολής της αίτησης, εκδίδεται βεβαίωση ένταξης σε μία από τις κατηγορίες των παρ. 3 έως 5 και παρέχεται η δυνατότητα α) στον πιστωτή, να λάβει γνώση των στοιχείων της Κατηγορίας στην οποία εντάσσεται ο οφειλέτης, β) στον δανειολήπτη, να λάβει τα στοιχεία της ρύθμισης της Κατηγορίας στην οποία ανήκει.
-- Με τη χορήγηση της βεβαίωσης στον πιστωτή, αυτός προβαίνει στη μετατροπή της οφειλής σε ευρώ, σύμφωνα με τις παρ. 2 έως 6. Το ίδιο ισχύει σε περίπτωση υποβολής αίτησης για τη μετατροπή του νομίσματος του δανείου κατά την παρ. 7. Μετά τη μετατροπή, η συνολική διάρκεια του δανείου σε ευρώ δύναται, μετά από αίτημα του δανειολήπτη που συνυποβάλλεται με την αίτηση μετατροπής του προηγούμενου εδαφίου, να παραταθεί για χρονικό διάστημα έως πέντε (5) ετών, με ανώτατο όριο το ογδοηκοστό (800) έτος αυτού. Η επιμήκυνση της συνολικής διάρκειας του δανείου μετά τη μετατροπή δεν πρέπει να επαυξάνει τη διάρκεια του δανείου προ της μετατροπής σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%). Για τη μετατροπή δύναται να καταρτίζεται πρόσθετη πράξη που δεν έχει συστατικό χαρακτήρα.
-- Η τρέχουσα ισοτιμία ευρώ - ελβετικού φράγκου ορίζεται ως ισοτιμία αναφοράς που δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης στον πιστωτή για τη μετατροπή του νομίσματος του δανείου. Η μετατροπή γίνεται σε αυτή την ισοτιμία, με μηδενική προμήθεια και η δόση που προκύπτει είναι σταθερή για όλη την υπολειπόμενη διάρκεια του δανείου. Στα επιτόκια που αναφέρονται στις παρ. 3, 4, 5 και 7 του παρόντος δεν περιλαμβάνεται η εισφορά του ν. 128/1975 (Α’ 178).
-- Αν έχει υπάρξει μείωση της οφειλής συνεπεία σύμβασης ρύθμισης, ο ευνοϊκός υπολογισμός της ισοτιμίας κατά τις παρ. 2 έως 7 γίνεται στο ποσό της οφειλής, όπως είχε διαμορφωθεί κατά τον χρόνο πριν από την τελευταία ρύθμιση, αφού αφαιρεθούν τυχόν καταβολές κεφαλαίου που έλαβαν χώρα από τον χρόνο ρύθμισης έως την ημέρα υποβολής της αιτήσεως στον πιστωτή για τη μετατροπή.
-- Εγγυητές, συνοφειλέτες και τρίτοι που έχουν παράσχει εμπράγματη ασφάλεια συναινούν με απλή έγγραφη δήλωσή τους προς τον πιστωτή για το υποβληθέν αίτημα ένταξης στο παρόν. Σε περίπτωση μη συναίνεσής τους, η ρύθμιση θα γίνεται μόνο για τον δανειολήπτη, μη δυνάμενων των εγγυητών ή συνοφειλετών να επωφεληθούν από τα ευεργετήματα αυτής.
-- Προσωπικές και εμπράγματες εξασφαλίσεις σε ελβετικό φράγκο συνεχίζουν να παράγουν τα έννομα αποτελέσματά τους ως προς την εξασφάλιση της οφειλής που μετατρέπεται από ελβετικό φράγκο σε ευρώ.
-- Για την αλλαγή του νομίσματος της δανειακής σύμβασης δύναται να καταχωρείται σχετική σημείωση στα οικεία δημόσια βιβλία στα οποία τηρούνται τα δικαιώματα υποθήκης, προσημείωσης ή ενεχύρου. Η σημείωση γίνεται ατελώς με πρωτοβουλία εκάστου μέρους με υποβολή απλής αίτησης του ενδιαφερομένου. Η τροπή προσημείωσης σε υποθήκη γίνεται σε ευρώ με προσκόμιση των σχετικών δικαιολογητικών. Η χρηματική ποσότητα σε ελβετικό νόμισμα για την οποία ενεγράφη η υποθήκη ή η προσημείωση υποθήκης ή στην οποία ανέρχεται η προσωπική ευθύνη του εγγυητή ή του συνοφειλέτη υπολογίζεται σε ευρώ με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία κατά τον χρόνο μετατροπής του νομίσματος του δανείου από ελβετικό φράγκο σε ευρώ.
-- Με την ένταξη στη ρύθμιση του παρόντος καταργούνται εκκρεμείς δικαστικές διαδικασίες που έχουν δρομολογηθεί σε οποιοδήποτε στάδιο και αν βρίσκονται και παύουν τυχόν ισχύουσες συμβάσεις ρύθμισης οφειλών και τυχόν διωκτικά μέτρα των πιστωτών ή των διαδόχων τους.
-- Στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου δεν εμπίπτει το ήδη εκτελεσθέν μέρος της σύμβασης, καθώς και αποσβεσθείσες οφειλές ή συμβάσεις που για οποιονδήποτε λόγο έχουν παύσει να ισχύουν.
-- Σε περίπτωση καταγγελίας του δανείου λόγω μη εξυπηρετήσεώς του μετά την ένταξη στις προβλέψεις του παρόντος άρθρου, ο δανειολήπτης οφείλει και το ποσό σε ευρώ που προκύπτει εάν η μετατροπή είχε γίνει στην τρέχουσα ισοτιμία ευρώ – ελβετικού φράγκου, όπως αυτή έχει οριστεί στην παρ. 9, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο ευνοϊκός υπολογισμός της ισοτιμίας κατά τις παρ. 2 έως 7.
-- Η δυνατότητα μετατροπής του νομίσματος του δανείου ισχύει για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, εντός του οποίου πρέπει να έχει κατατεθεί η βεβαίωση της παρ. 6 με αίτημα μετατροπής ή η υποβολή αίτησης κατά την παρ. 7.
-- Επαναφορά του νομίσματος της σύμβασης σε ελβετικό φράγκο ή των κατά το παρόν άρθρο όρων για τη μετατροπή του νομίσματος δεν είναι δυνατή για οποιονδήποτε λόγο, συμπεριλαμβανομένων της έκδοσης δικαστικής απόφασης οποιασδήποτε φύσεως καθώς και της αλλαγής της σχέσης ισοτιμίας. Η μετατροπή του νομίσματος του δανείου θεωρείται τροποποίηση σύμβασης και όχι νέα ενοχή. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι όροι της σύμβασης δανείου.
-- Η ένταξη στη ρύθμιση των παρ. 2 έως 7 δεν αποτελεί δεδομένο οικονομικής συμπεριφοράς και δεν εμφανίζεται στα αρχεία μεταδιδόμενων πληροφοριών οικονομικής συμπεριφοράς που τηρούνται από τα πιστωτικά και εν γένει χρηματοδοτικά ιδρύματα.
-- Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πλην της παρ. 7.