Τα ευρήματα και οι προτάσεις της Επ. Ανταγωνισμού για τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων των τραπεζών

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Τα ευρήματα και οι προτάσεις της Επ. Ανταγωνισμού για τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων των τραπεζών
Χαρακτηριστικά «στενού ολιγοπωλίου» εντοπίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού στον τραπεζικό κλάδο, στην κλαδική έρευνα που διενήργησε για τις τραπεζικές καταθέσεις και κυρίως τη χαμηλή μετακύλιση των αυξήσεων επιτοκίων σε προθεσμιακές.

Χαρακτηριστικά «στενού ολιγοπωλίου», υψηλής συγκέντρωσης και χαμηλής μετακύλισης των αυξήσεων των επιτοκίων στις προθεσμιακές (δεν εξετάζονται οι προθεσμιακές οι οποίες συνδυάζονται με επενδυτικά προϊόντα) εντοπίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού στον τραπεζικό κλάδο, στην έρευνα που διενήργησε - από 2019 έως τις αρχές του 2025 - για τις τραπεζικές καταθέσεις.

Όπως παρατηρεί η Επιτροπή, σε αγορές με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης (όπως είναι και η ελληνική) προκύπτει ομοιογένεια προϊόντων που μπορεί να ευνοήσει τον συντονισμό μεταξύ ανταγωνιστών. Εν προκειμένω, ως προς τις καταθέσεις, οι τράπεζες επί της ουσίας προσφέρουν δύο βασικές κατηγορίες προϊόντων, τις καταθέσεις πρώτης ζήτησης και τις προθεσμιακές με ίδια βασικά χαρακτηριστικά για κάθε μία από αυτές, ενώ οι εν λόγω αγορές δεν χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό καινοτομίας.

Η διαφορά του μέσου επιτοκίου νέων δανείων και καταθέσεων στην Ελλάδα είχε αυξηθεί κατά περίπου 58% σε διάστημα περίπου 2,5 ετών (από 3,72% τον Ιανουάριο 2021 σε 5,89% τον Αύγουστο 2023) αν και κατά το τελευταίο τετράμηνο του 2023 παρουσίασε μικρή σταδιακή μείωση της τάξης των 0,30 μονάδων. Καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του 2022 και του 2023 το περιθώριο επιτοκίου διαρκώς αυξανόταν (με σποραδικές εξαιρέσεις) με αποτέλεσμα από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Δεκέμβριο του 2023 να παρουσιάζει αύξηση κατά 1,84 μονάδες (ήτοι κατά περίπου 50%).

Τον Μάιο του 2024 το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων αποκλιμακώθηκε, διαμορφούμενο σε 4,98%, έχοντας προηγουμένως προσεγγίσει τον Αύγουστο του 2023 το 5,89%. Κατά τη διάρκεια του 2024 και 2025 (έως τον Απρίλιο του 2025) παρουσιάζεται αντίστοιχη αυξομείωση του περιθωρίου επιτοκίου το οποίο κατά την διάρκεια του τρίτου τριμήνου του 2024 αυξάνεται σταδιακά σε 5,31% τον Αύγουστο του 2024 και εν συνεχεία βαίνει μειούμενο έως και τον Απρίλιο του 2025, όπου διαμορφώνεται σε 4,42%.

Από την άλλη, μεταξύ Ιουλίου 2022 και Σεπτεμβρίου 2023, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε σε διαδοχικές αυξήσεις του συγκεκριμένου επιτοκίου, το οποίο έφτασε από μηδενικά επίπεδα στο 4% μέσα σε διάστημα λίγο μεγαλύτερο του έτους. Ήδη από τον Ιούνιο 2024, ξεκίνησε μια διαδικασία διαδοχικών μειώσεων του επιτοκίου διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, η οποία συνεχίστηκε έως τον Ιούνιο του 2025, διατηρώντας έκτοτε σταθερό.

Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τα επιτόκια των καταθέσεων στην Ελλάδα είναι κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με τα τέλη του έτους 2022, απέχουν όμως αισθητά από τα
επίπεδα των επιτοκίων της ΕΚΤ (και εν προκειμένω του DFR). Επίσης, υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση στο ποσοστό μετακύλισης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωζώνης, όπου, για διάστημα ενός έτους - από Ιούνιο 2022 έως Μάιο 2023 - στην Ελλάδα μετακυλίεται μόλις το 10% των μεταβολών των επιτοκίων της ΕΚΤ. Ωστόσο, υπάρχουν χώρες με χειρότερες επιδόσεις όπως οι Μάλτα, Κύπρος, Ισπανία, Σλοβενία και Ιρλανδία. Παρόλα αυτά το ποσοστό μετακύλισης στην Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου (20%).

Η Επιτροπή παραθέτει και τμήμα της εμπειρικής ανάλυσης που είχε διεξάγει η Τράπεζα της Ελλάδος κατά την τρέχουσα περίοδο της ανοδικής πορείας των επιτοκίων της ΕΚΤ και με συγκριτικά στοιχεία της περιόδου 2005 - 2008 (πριν ξεκινήσει από την ΕΚΤ η μείωση των επιτοκίων πολιτικής), «[…] φαίνεται ότι κατά τον προηγούμενο ανοδικό κύκλο υπήρχε μεγαλύτερη ενσωμάτωση των διαδοχικών αυξήσεων της ΕΚΤ στα επιτόκια καταθέσεων προθεσμίας των νοικοκυριών στην Ελλάδα [...].. Αντίθετα, στον κύκλο που διανύουμε, η επακόλουθη αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων των νοικοκυριών είναι σημαντικά μικρότερης έκτασης και πιο αργή, παρά τη ραγδαία και απότομη αύξηση του επιτοκίου πολιτικής από την ΕΚΤ. Όσον αφορά τα επιτόκια καταθέσεων μίας ημέρας, [...] στην παρούσα φάση η μετάδοση της ανόδου των επιτοκίων πολιτικής στα επιτόκια καταθέσεων μίας ημέρας είναι μηδενική».

Αδράνεια από πλευράς καταναλωτών

Μια από τις συνθήκες που ενισχύουν την παραμονή των επιτοκίων των προθεσμιακών ιδίως καταθέσεων σε χαμηλά επίπεδα, σύμφωνα με σχετικές μελέτες, είναι και η ίδια η συμπεριφορά των καταθετών και ειδικότερα η αδράνεια (consumer inertia) που επιδεικνύουν σε ενδεχόμενη μετακίνησή τους σε άλλη τράπεζα.

Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι υψηλά επίπεδα κινητικότητας δεν συνεπάγονται αυτόματα ότι μία αγορά είναι ανταγωνιστική, αλλά ούτε και χαμηλά επίπεδα κινητικότητας συνεπάγονται ότι μία αγορά δεν είναι ανταγωνιστική. Όμως, χαμηλά επίπεδα κινητικότητας μπορεί να είναι ενδεικτικά της ύπαρξης κόστους μεταστροφής. Ως αποτέλεσμα του κόστους μεταστροφής η ζήτηση γίνεται ανελαστική και, χωρίς αλλαγή στις προτιμήσεις και τη συμπεριφορά των καταθετών, αυξάνει τα κέρδη του υφιστάμενου παρόχου. Οι τράπεζες με μεγάλη πελατειακή βάση δεν θα έχουν πλέον το κίνητρο να τιμολογήσουν έτσι ώστε να προσελκύσουν νέους πελάτες, αλλά περισσότερο για να αξιοποιήσουν την υφιστάμενη πελατεία τους.

Ως προς το κόστος μεταστροφής σε άλλο πάροχο σημειώνεται ότι τόσο το άνοιγμα όσο και το κλείσιμο ενός λογαριασμού δεν ενέχει κόστος, αλλά το έμβασμα - μεταφορά πίστωσης σε άλλη τράπεζα υπόκειται σε σχετικές προμήθειες.

Αιτίες της ασύμμετρης μετακύλισης των επιτοκίων

Η ασύμμετρη μετακύλιση των επιτοκίων των τραπεζικών καταθέσεων – δηλαδή το γεγονός ότι οι τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια των καταθέσεων πιο αργά όταν τα επιτόκια της αγοράς
αυξάνονται, αλλά τα μειώνουν πιο γρήγορα όταν τα επιτόκια πέφτουν – προκύπτει από διάφορους καλά κατανοητούς οικονομικούς και διαρθρωτικούς παράγοντες:

- Δύναμη στην αγορά και κόστος αλλαγής

Οι τράπεζες διαθέτουν συνήθως ισχυρή ισχύ στην αγορά των καταθέσεων λιανικής. Οι πελάτες αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος αλλαγής τραπεζικού ιδρύματος — διοικητικές δυσκολίες, έλλειψη χρηματοοικονομικών γνώσεων, αντίληψη ασφάλειας των υφιστάμενων τραπεζών —, οπότε οι τράπεζες δεν χρειάζεται να αυξήσουν πλήρως τα επιτόκια όταν αυξάνονται τα επιτόκια της αγοράς. Ωστόσο, όταν τα επιτόκια μειώνονται, οι τράπεζες γνωρίζουν ότι οι πελάτες είναι ακόμη λιγότερο πιθανό να αλλάξουν τραπεζικό ίδρυμα, οπότε οι μειώσεις των επιτοκίων μετακυλίονται ταχύτερα.

- Σύνθεση καταθέσεων (βασικές καταθέσεις έναντι καταθέσεων ευαίσθητων στα επιτόκια)

Πολλές καταθέσεις (π.χ. τρεχούμενοι λογαριασμοί, λογαριασμοί ταμιευτηρίου) είναι «βασικές καταθέσεις» με πολύ χαμηλή ευαισθησία στα επιτόκια. Επειδή οι πελάτες εκτιμούν τη ρευστότητα, την ευκολία και τις υπηρεσίες πληρωμών, οι τράπεζες μπορούν να προσφέρουν χαμηλά επιτόκια ακόμη και όταν τα επιτόκια της αγοράς αυξάνονται. Όταν τα επιτόκια πέφτουν, αυτές οι καταθέσεις μπορούν να ανατιμηθούν αμέσως προς τα κάτω, δημιουργώντας ασυμμετρία.

- Κόστος προσαρμογής και menu costs

Οι τράπεζες επιβαρύνονται με κόστος κατά την προσαρμογή των καταθετικών προϊόντων (ενημέρωση συστημάτων, μάρκετινγκ, λειτουργικές αλλαγές). Είναι πιο απρόθυμες να αυξήσουν τα επιτόκια — επιβαρύνοντας με αυτό το κόστος — κατά τη διάρκεια των κύκλων σύσφιξης, αλλά αντιμετωπίζουν μικρή αντίσταση όταν μειώνουν τα επιτόκια.

- Σχέσεις τραπεζών και αδράνεια πελατών

Οι καταθέτες συχνά διατηρούν μακροχρόνιες σχέσεις με τις κύριες τράπεζες και δεν συμπεριφέρονται ως πλήρως ορθολογικοί επενδυτές που επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση των επιτοκίων. Οι τράπεζες εκμεταλλεύονται αυτή την αδράνεια, αυξάνοντας τα επιτόκια μόνο επιλεκτικά ή αργά κατά τη διάρκεια περιόδων αύξησης των επιτοκίων πολιτικής.

- Επιλογές υποκατάστασης χρηματοδότησης για τις τράπεζες

Όταν τα επιτόκια αυξάνονται, οι τράπεζες μπορούν να υποκαταστήσουν τη χρηματοδότηση χονδρικής ή να εκδώσουν ομόλογα αντί να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων. Αλλά όταν
τα επιτόκια πέφτουν, το βέλτιστο είναι να μειωθούν τα επιτόκια καταθέσεων για να μειωθούν τα συνολικά έξοδα χρηματοδότησης. Αυτό δημιουργεί ασύμμετρες αντιδράσεις.

- Δυναμική του ανταγωνισμού

Η ανταγωνιστική πίεση είναι συνήθως ισχυρότερη σε περιβάλλοντα πτώσης των επιτοκίων, καθώς οι τράπεζες προσπαθούν να προστατεύσουν τα καθαρά περιθώρια επιτοκίου. Όταν
τα επιτόκια αυξάνονται, οι τράπεζες ενδέχεται να προβλέψουν ότι και άλλες τράπεζες θα καθυστερήσουν την αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων, μειώνοντας το κίνητρο να κινηθούν πρώτες.

- Ανησυχίες σχετικά με τον ισολογισμό και την κερδοφορία

Η αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων συμπιέζει τα καθαρά περιθώρια επιτοκίου πιο έντονα από ό,τι η πτώση των επιτοκίων τα αυξάνει. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες διατηρούν τα κέρδη
τους καθυστερώντας τη μετακύλιση όταν τα επιτόκια αυξάνονται, αλλά επαναπροσδιορίζοντας γρήγορα τα επιτόκια προς τα κάτω όταν τα επιτόκια μειώνονται.

- Ρυθμιστικές απαιτήσεις και απαιτήσεις ρευστότητας

Ορισμένοι κανονισμοί (π.χ. απαιτήσεις κάλυψης ρευστότητας) αυξάνουν την αξία της σταθερής, χαμηλού κόστους χρηματοδότησης λιανικής. Οι τράπεζες ενδέχεται να θεωρούν λιγότερο αναγκαίο να ανταγωνίζονται επιθετικά στα επιτόκια καταθέσεων κατά τη διάρκεια των κύκλων σύσφιξης, αλλά θα μειώσουν γρήγορα τα επιτόκια για να βελτιστοποιήσουν τους δείκτες ρευστότητας όταν τα επιτόκια πέφτουν.

Οι τέσσερις προτάσεις της Επιτροπής

Για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά των τραπεζικών καταθέσεων, η Επιτροπή καταλήγει σε τέσσερις προτάσεις. Αρχικά, ενθαρρύνει την είσοδο νέων «παικτών» στην αγορά, αλλά και την επέκταση των δραστηριοτήτων των συνεταιριστικών τραπεζών, οι οποίες έχουν αιτηθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος τη χορήγηση άδειας πανελλήνιας λειτουργίας. Μεταξύ άλλων, σχολιάζει ότι η CrediaBank, ειδικά μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς της HSBC Μάλτας, αποτελεί σχήμα που μπορεί να λειτουργήσει ουσιωδώς ανταγωνιστικά προς τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.

Κατά δεύτερον, εισηγείται τη δημιουργία κρατικών λογαριασμών, δηλαδή λογαριασμών καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, όπου το επιτόκιο καθορίζεται από το ίδιο το κράτος, κατόπιν πρότασης της Κεντρικής Τράπεζας προς το υπουργείο Οικονομικών.

Οι λογαριασμοί αυτοί είναι ταμιευτηρίου - αποταμιευτικοί, αποσκοπούν στη χρηματοδότηση του κρατικού προϋπολογισμού, και δίνουν τη δυνατότητα ελεύθερης ανάληψης. Τα προσφερόμενα επιτόκια ανέρχονταν, έως και στις αρχές του 2025, περί το 3% και 4% και από τον Φεβρουάριο του 2025 ελαφρώς χαμηλότερα (2,4% και 3,5% αντίστοιχα), έναντι
του 0,05% - 0,07% των καταθέσεων πρώτης ζήτησης, με την επιφύλαξη βεβαίως ότι στα αντίστοιχα παραδείγματα του εξωτερικού οι λογαριασμοί αυτοί έχουν περιορισμό στο ύψος
της κατάθεσης (περί τις 20.000 ευρώ) και δεν μπορούν να τηρηθούν σε πάνω από μία τράπεζα.

Η δημιουργία τέτοιων λογαριασμών, σύμφωνα με την Επιτροπή, θα μπορούσε να ενδεχομένως λειτουργήσει ακόμα και συμπληρωματικά με άλλα εργαλεία χρηματοδότησης του κρατικού προϋπολογισμού (όπως τα έντοκα γραμμάτια ελληνικού δημοσίου, ή και τα κρατικά ομόλογα). Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, οι δημοσιονομικές και πρακτικές δυνατότητες εφαρμογής ενός τέτοιου εγχειρήματος, καθώς και η αποτελεσματικότητά του, θα πρέπει αρμοδίως να αξιολογηθούν.

Τρίτη εισήγηση, η δημιουργία «ρυθμιζόμενων» λογαριασμών ταμιευτηρίου. Πρόκειται για τους λογαριασμούς με fidelity premium, όπου εφαρμόζονται δύο επιτόκια: ένα επιτόκιο βάσης και ένα προνομιακό επιτόκιο «πίστης». Το επιτόκιο βάσης εφαρμόζεται στο σύνολο του ποσού της κατάθεσης και για ποσά που παραμένουν στον λογαριασμό για ένα έτος, εφαρμόζεται προνομιακό επιτόκιο. Όπως σημειώνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, λογαριασμοί αυτής της μορφής δίνουν κίνητρο στους καταθέτες να διατηρούν υψηλότερα υπόλοιπα στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, το οποίο λειτουργεί και προς όφελος του τραπεζικού ιδρύματος συνεισφέροντας στην ρευστότητά τους.

Ωστόσο, προκύπτουν προβληματισμοί για την αποτελεσματικότητα ενός αντίστοιχου προϊόντος στην ελληνική αγορά, ως προς το ύψος των επιτοκίων. Στην ελληνική αγορά σήμερα υπάρχουν αποταμιευτικοί λογαριασμοί με σαφείς περιορισμούς στις συναλλαγές που μπορούν να διενεργήσουν οι καταθέτες, αλλά χωρίς ιδιαιτέρως αποδοτικά επιτόκια. Η εναλλακτική της δημιουργίας ενός τέτοιας μορφής αποταμιευτικού λογαριασμού θα πρέπει να δίνει ένα επιτόκιο που να αντισταθμίζει τους οποίους περιορισμούς Ωστόσο, εάν οι συστημικές τράπεζες εν προκειμένω ενδιαφέρονταν αφενός να προσελκύσουν κεφάλαια και αφετέρου να διασφαλίζουν την παραμονή χρηματικών ποσών σε αυτές, θα είχαν τουλάχιστον προσεγγίσει μια πιο ανταγωνιστική επιτοκιακή πολιτική στις προθεσμιακές καταθέσεις.

Τέλος, η Επιτροπή εισηγείται την ενίσχυση της κινητικότητας των καταθετών μεταξύ τραπεζών. Αφενός με ενίσχυση της διαφάνειας και ευκολίας πρόσβασης των καταναλωτών σε πληροφορίες για τα καταθετικά επιτόκια, αφετέρου με τη θεσμοθέτηση της «φορητότητας» του αριθμού λογαριασμού.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάζονται αυτή τη στιγμή

Πόσα χρήματα παίρνει ο Νίκος Παππάς ως Ευρωβουλευτής

Πέρασ' ο θυμός - Με ελπίδα θα ψηφίσουν - Πού βάζει τον πήχη η Άννα για αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ

Ενοίκια: Από την 1η Απριλίου 2026 οι πληρωμές μέσω τραπεζικού λογαριασμού

Φόρτωση BOLM...
gazzetta
gazzetta reader insider insider