ΕΚΤ/SSM: Ποιες είναι οι επιπτώσεις στις τράπεζες της Eυρωζώνης από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Νένα Μαλλιάρα
Viber Whatsapp Μοιράσου το
ΕΚΤ/SSM: Ποιες είναι οι επιπτώσεις στις τράπεζες της Eυρωζώνης από τον πόλεμο στην Ουκρανία
Περιορισμένη η άμεση έκθεση στην αγορά της Ρωσίας, διαχειρίσιμες οι απώλειες. Η ευρύτερη επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών προοπτικών, το πιο ορατό κανάλι των έμμεσων επιπτώσεων της τρέχουσας κρίσης στον τραπεζικό τομέα. Τι παρακολουθούν ΕΚΤ/SSM, η ενημέρωση στο Eurogroup.

Απώλειες κεφαλαίων με επίπτωση 70 – 95 μονάδων στον δείκτη κύριων βασικών εποπτικών κεφαλαίων CET1, οι οποίες δεν θα ξεπεράσουν τις 200 μ.β. στο πλέον δυσμενές σενάριο εξόδου τους από τη ρωσική αγορά, θα έχουν οι εννέα τράπεζες της ευρωζώνης με άμεση παρουσία στη Ρωσία. Τα άμεσα ανοίγματα ευρωπαϊκών τραπεζών στη Ρωσία ανέρχονταν σε περίπου 70 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021, ενώ περιορισμένη ήταν η έκθεση (5 δισ. ευρώ) σε ρωσικούς τίτλους και σε παράγωγα.

Τα παραπάνω παρουσίασαν στη χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup ΕΚΤ και SSM, δίνοντας την εικόνα των επιπτώσεων από τον πόλεμο στην Ουκρανία και επισημαίνοντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τις τράπεζες από την τρέχουσα γεωπολιτική κρίση τους οποίους οι επόπτες παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς. Η ευρύτερη επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών προοπτικών αντιπροσωπεύει ίσως το πιο ορατό κανάλι των έμμεσων επιπτώσεων της τρέχουσας κρίσης στον τραπεζικό τομέα και κάτι που οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να λάβουν υπόψη στον κεφαλαιακό τους σχεδιασμό, όπως επισημαίνουν ΕΚΤ/SSM.

Oι επόπτες αναφέρουν ότι η τρέχουσα κρίση βρήκε τις τράπεζες σε ισχυρή θέση. Στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2021, η κεφαλαιακή τους κατάσταση είχε βελτιωθεί σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο (δείκτης CET1 15,5% και δείκτης μόχλευσης 5,9%). Τα αποθέματα ρευστότητας είχαν φτάσει σε επίπεδα πολύ πάνω από τα ρυθμιστικά ελάχιστα (LCR 173,8%) και η ποιότητα του ενεργητικού βρισκόταν σε σταθερή πορεία βελτίωσης (ποσοστό Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων 2,2%).

Λόγω των περιορισμένων ανησυχιών για την επίδραση της πανδημίας στην ποιότητα του ενεργητικού, της ισχυρής ανάκαμψης της κερδοφορίας των τραπεζών και των προοπτικών σταδιακής εξόδου από το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, η περίοδος πριν από τη σύγκρουση είχε βελτιώσει τη στάση των επενδυτών έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών και αυτό αντικατοπτρίστηκε στην αύξηση των χρηματιστηριακών αποτιμήσεων.

Η κλιμάκωση της σύγκρουσης, η σειρά των κυρώσεων της ΕΕ και των διεθνών κυρώσεων που επιβλήθηκαν κατά των Ρώσων αντισυμβαλλομένων και τα αντίποινα της Ρωσικής Ομοσπονδίας σταμάτησαν απότομα αυτή την τάση, αυξάνοντας την αβεβαιότητα και προκαλώντας ανησυχίες για δυνητικά πολυάριθμα κανάλια επιπτώσεων. Τις τελευταίες εβδομάδες η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ έχει κινητοποιηθεί πλήρως για να παρακολουθεί τον αντίκτυπο των γεωπολιτικών εξελίξεων στις τράπεζες της ζώνης του ευρώ και έχει λάβει εποπτικά μέτρα όταν χρειάζεται.

Η άμεση έκθεση τραπεζών της ευρωζώνης στη Ρωσία

Όπως εκτιμούν ΕΚΤ και SSM, τα άμεσα ανοίγματα των τραπεζών της ζώνης του ευρώ σε Ρώσους αντισυμβαλλομένους είναι περιορισμένα και γενικά διαχειρίσιμα. Τα πιστωτικά ανοίγματα προς Ρώσους αντισυμβαλλομένους συγκεντρώνονται κυρίως σε μια χούφτα σημαντικών ιδρυμάτων. Στο τέλος του 2021 αυτά τα ανοίγματα ανέρχονταν σε περίπου 70 δισ. ευρώ (ή ελαφρώς πάνω από 100 δισ. ευρώ αν υπολογιστούν τα ανοίγματα εκτός ισολογισμού).

ΕΚΤ και SSΜ έχουν ενδείξεις ότι σημαντικά ιδρύματα έχουν περιορισμένα ποσά τίτλων (περίπου 5 δισ. ευρώ) και έκθεση σε παράγωγα σε Ρώσους αντισυμβαλλόμενους. Οι κυρώσεις και τα αντίποινα ωθούν τις τράπεζες να μειώσουν την άμεση έκθεσή τους στη Ρωσία όσον αφορά τις διασυνοριακές πιστωτικές θέσεις και τις θέσεις παραγώγων και, υπό ακραίες συνθήκες, μπορεί να τις οδηγήσουν στο ενδεχόμενο να πουλήσουν ή να εγκαταλείψουν τις ρωσικές δραστηριότητές τους. Κάποιες από αυτές έχουν ήδη ανακοινώσει ότι σκοπεύουν να το κάνουν.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ βρίσκεται σε στενή επαφή με τα ιδρύματα που επηρεάζονται περισσότερο για να διασφαλίσει ότι όλοι οι πιθανοί κίνδυνοι και οι λειτουργικές πτυχές που εμπλέκονται σε τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Σύμφωνα με προκαταρκτικές εκτιμήσεις της ΕΚΤ, σε ένα σενάριο εξόδου από τη ρωσική αγορά που προϋποθέτει την πλήρη διαγραφή των άμεσων διασυνοριακών ανοιγμάτων σε Ρώσους ομολόγους (περίπου 25 δισ. ευρώ) και των ιδίων κεφαλαίων που κατέχονται σε ρωσικές θυγατρικές, η μέση εξάντληση κεφαλαίου CET1 για τους εννέα τραπεζικούς ομίλους της ζώνης του ευρώ που πλήττονται διότι έχουν παρουσία στη Ρωσία, θα κυμαίνονταν μεταξύ περίπου 70 και 95 μονάδων βάσης. Τα ακριβή στοιχεία θα εξαρτηθούν από τον τρόπο με τον οποίο αυτοί οι όμιλοι καταφέρνουν να κλείσουν τα ανοίγματα εντός του ομίλου προς τις ρωσικές θυγατρικές τους, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης εντός του ομίλου και των ανοιχτών θέσεων παραγώγων. Τα μεμονωμένα στοιχεία εξάντλησης κεφαλαίου θα παραμείνουν σε οποιοδήποτε σενάριο κάτω από τις 200 μονάδες βάσης και σημαντικά ιδρύματα με ρωσικές θυγατρικές θα διατηρούσαν περιθώρια πάνω από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τις οδηγίες.

Ρωσικές τράπεζες με δραστηριότητα στην ΕΕ

Στο σημερινό περιβάλλον, τα ιδρύματα που βρίσκονται στη ζώνη του ευρώ και είναι ρωσικής ιδιοκτησίας ή έχουν άμεσους δεσμούς με τη Ρωσία ενδέχεται επίσης να τεθούν υπό πίεση, επισημαίνουν ΕΚΤ/SSM. Μετά τον πρώτο γύρο κυρώσεων, η Sberbank Europe AG και οι θυγατρικές της στην Κροατία και τη Σλοβενία ​​αντιμετώπισαν απότομη επιδείνωση της κατάστασης ρευστότητάς τους και δηλώθηκαν σε πτώχευση ή πιθανή πτώχευση. Η εξυγίανση εφαρμόστηκε έγκαιρα και με επιτυχία στις θυγατρικές της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας την επανέναρξη των εργασιών χωρίς σημαντικές διακοπές για τους καταθέτες και τους πελάτες.

Πιο πρόσφατα, η RCB Bank αποφάσισε να καταργήσει σταδιακά τις δραστηριότητές της πουλώντας περιουσιακά στοιχεία ενεργητικού σε ανταγωνιστή στην κυπριακή αγορά και προχωρώντας στην τακτική αποπληρωμή όλων των καταθετών. Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ ενέκρινε τη συμφωνία, επέβαλε περιορισμούς στις δραστηριότητες της τράπεζας και διόρισε προσωρινό διαχειριστή για να διασφαλίσει την ομαλή κατάργηση των τραπεζικών δραστηριοτήτων, με πλήρη αποπληρωμή των καταθετών και ακύρωση της άδειας λειτουργίας της. Άλλες θυγατρικές ρωσικών μητρικών ιδρυμάτων με έδρα την ΕΕ βρίσκονται υπό την άμεση εποπτεία των αρμόδιων εθνικών αρχών. Στην περίπτωση αυτή, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ εκπληρώνει τον εποπτικό της ρόλο παρακολουθώντας την κατάσταση και συνεργαζόμενη στενά με τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

Έμμεσοι δίαυλοι επιπτώσεων

Ενώ οι άμεσες επιπτώσεις είναι πιο εύκολα αναγνωρίσιμες, υπάρχουν επίσης αρκετοί έμμεσοι οικονομικοί και χρηματοοικονομικοί δίαυλοι επιπτώσεων, οι οποίοι εξ ορισμού είναι πιο περίπλοκοι στην παρακολούθηση, όπως επισημαίνουν ΕΚΤ/SSM. Αν και κανένα από αυτά τα κανάλια δεν έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε διαταραχές της αγοράς και υλικές απώλειες για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ, απαιτείται στενή παρακολούθηση.

Πρώτον, εκτός από τα άμεσα πιστωτικά ανοίγματα προς ρωσικές οντότητες, οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ μπορεί να έχουν συγκεντρωμένα έμμεσα ανοίγματα στη Ρωσία. Πρόκειται για πιστωτικές θέσεις ή πιστωτικές θέσεις αντισυμβαλλομένου έναντι εταιρικών και χρηματοοικονομικών οντοτήτων των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα, με τη σειρά της, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από αυτή των αντισυμβαλλομένων που υπόκεινται σε κυρώσεις, άλλων επηρεαζόμενων Ρώσων αντισυμβαλλομένων ή, ευρύτερα, του ρωσικού κρατικού εκδότη. Ενώ οι ρυθμιζόμενες μη τραπεζικές χρηματοπιστωτικές οντότητες (NBFIs), όπως τα επενδυτικά ταμεία και τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία, έχουν πολύ λίγα άμεσα ανοίγματα στη Ρωσία, παρόμοια εικόνα δεν είναι διαθέσιμη για τους μη ρυθμιζόμενους παράγοντες της αγοράς.

Δεύτερον, ορισμένες τράπεζες της ζώνης του ευρώ ενδέχεται να χρηματοδοτήσουν μεγάλους παίκτες της αγοράς που επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από την αυξημένη αστάθεια των τιμών των εμπορευμάτων και της ενέργειας. Οι traders εμπορευμάτων είναι ένα τέτοιο παράδειγμα, και συνήθως εμφανίζονται μεταξύ των κορυφαίων 50 πελατών τραπεζών που δραστηριοποιούνται παγκοσμίως. Σύμφωνα με επίσημες δημοσιεύσεις, σε παγκόσμιο επίπεδο οι διαπραγματευτές βασικών εμπορευμάτων έχουν υφιστάμενα τραπεζικά δάνεια της τάξης των 80 έως 100 δις. ευρώ. Περίπου το ένα τρίτο αυτού του ποσού μπορεί να προέρχεται από ιδρύματα που εποπτεύονται από την ΕΚΤ. Επίσης σε αυτήν την περίπτωση, στον βαθμό που τα ρυθμιζόμενα και μη ρυθμιζόμενα κεφάλαια εκτίθενται στους τομείς των εμπορευμάτων και της ενέργειας, η πίεση ρευστότητας που υφίστανται αυτά τα αμοιβαία κεφάλαια μπορεί να ανατροφοδοτήσει τις τράπεζες μέσω των διασυνδέσεών τους με μη τραπεζικές χρηματοπιστωτικές οντότητες (NBFIs).

Γενικότερα, η εξαιρετική αστάθεια των νομισμάτων και των τιμών των εμπορευμάτων που προκαλείται από τη γεωπολιτική κρίση μπορεί περιστασιακά να αποτελέσει αγκάθι για τα margin calls (σ.σ. μηχανισμός κάλυψης διαφορών αποτίμησης) και να προκαλέσει και άλλες δυσκολίες διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου του αντισυμβαλλόμενου, ιδιαίτερα σε τράπεζες που λειτουργούν ως εκκαθαριστικά μέλη και προσφέρουν τραπεζικές υπηρεσίες ανταποκριτών. Ο κίνδυνος ρευστότητας που μπορεί να προκύψει από τις πιστωτικές υπηρεσίες αντισυμβαλλομένου και τα πιστωτικά όρια που προσφέρονται σε πελάτες με επίκεντρο τα εμπορεύματα, βρίσκονται στο επίκεντρο συνεχούς διαλόγου ΕΚΤ/SSM με τις επηρεαζόμενες τράπεζες. Ως μέρος αυτού του διαλόγου, οι επόπτες ζητούν επίσης περαιτέρω πληροφορίες για την αξιολόγηση του μεγέθους αυτού του κινδύνου.

Η ευρύτερη επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών προοπτικών αντιπροσωπεύει ίσως το πιο ορατό κανάλι των έμμεσων επιπτώσεων της τρέχουσας κρίσης στον τραπεζικό τομέα και κάτι που οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να λάβουν υπόψη στον κεφαλαιακό τους σχεδιασμό. Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες μακροοικονομικές προβλέψεις που δημοσιεύθηκαν από την ΕΚΤ τον περασμένο μήνα, ως αποτέλεσμα της εισβολής στην Ουκρανία, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι 50 μονάδες βάσης χαμηλότερη φέτος και θα επανέλθει στην προβλεπόμενη τροχιά μόνο μέχρι τα μέσα του 2023. Ο ρυθμός πληθωρισμού, που οφείλεται κυρίως στις τιμές των εμπορευμάτων και στα σημεία συμφόρησης στην προσφορά, θα είναι επίσης σημαντικά υψηλότερος από ό,τι είχε προβλεφθεί προηγουμένως το 2022 και θα επανέλθει στην τροχιά πριν από τη σύγκρουση έως τα μέσα του 2023.

Σε ένα πιο σοβαρό σενάριο, η οικονομία της ευρωζώνης θα παρουσιάσει μια πιο έντονη επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ το 2022 (140 μονάδες βάσης κάτω από την αρχική προβολή), ενώ ο πληθωρισμός θα εκτιναχθεί στο 7,1%.

Εκτός από τους οικονομικούς και χρηματοοικονομικούς κινδύνους, ο κυβερνοχώρος παραμένει μια συγκεκριμένη απειλή που απορρέει από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση, παρόλο που μέχρι στιγμής δεν έχουν συμβεί σημαντικά γεγονότα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όπως καταλήγουν την ενημέρωση τους ΕΚΤ και SSM, η ανθεκτικότητα που επιδεικνύεται σε όλη την πανδημία και μέχρι την τρέχουσα φάση της γεωπολιτικής κρίσης, σε συνδυασμό με την ισχυρή ανάκαμψη της κερδοφορίας που καταγράφηκε το τελευταίο μέρος του 2021 , θα επιτρέψει στον τραπεζικό τομέα να καλύψει ελαφρώς τις διανομές κερδών που έχουν προγραμματιστεί για το 2022, ώστε να επιτευχθεί συνολικός δείκτης αποπληρωμής περίπου 50%, που περιλαμβάνει την έκτακτη διανομή του συσσωρευμένου πλεονάζοντος κεφαλαίου με τη μορφή επαναγορών μετοχών. Όπως έχει γνωστοποιηθεί, αναφορικά με τα σχέδια διανομής κερδών στους μετόχους, η ΕΚΤ ακολουθεί μια προσέγγιση ανά τράπεζα, με γνώμονα την αξιοπιστία των κεφαλαιακών προγραμμάτων καθεμίας.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Γερμανία: Οι τράπεζες «βλέπουν» σημαντική ύφεση, εάν σταματήσουν οι εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία

Τράπεζες: Σχέδιο 3 αξόνων για παροχή ρευστότητας σε πληττόμενες από την κρίση επιχειρήσεις

gazzetta
gazzetta reader insider insider