Συμπληρώθηκαν 24 χρόνια από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στους Δίδυμους Πύργους στη Νέα Υόρκη, οι οποίες στοίχισαν τη ζωή σε σχεδόν 3.000 ανθρώπους και άλλαξαν για πάντα τον ρου της ιστορίας των ΗΠΑ. Ελεύθερη ήταν η πτώση που προκλήθηκε στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές με τις μετοχές σε ορισμένους επιχειρηματικούς κλάδους να βάφονται με βαθύ κόκκινο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Τουρισμός, αεροπορικές και ασφαλιστικές: Οι κλάδοι που υπέστησαν τις μεγαλύτερες ζημιές
Το άνοιγμα του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης (NYSE) καθυστέρησε μετά τη συντριβή του πρώτου αεροπλάνου στον Βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, ενώ οι συναλλαγές ακυρώθηκαν μετά τη συντριβή του δεύτερου αεροπλάνου στον Νότιο Πύργο. Μάλιστα, το ίδιο συνέβη και στον Nasdaq. Σύμφωνα με έρευνα οικονομολόγων της Fed της Νέας Υόρκης οι απώλειες σε εισοδήματα, assets και έξοδα καθαρισμού υπολογίζονται μεταξύ των 33 και 36 δισ. δολαρίων.
Στην «Μαύρη Τρίτη» οι εισηγμένοι τίτλοι των ταξιδιωτικών εταιρειών και των επιχειρήσεων του κλάδου της ψυχαγωγίας βίωσαν έντονο «ξεπούλημα». Τα διαδικτυακά ταξιδιωτικά γραφεία σφοδρό πλήγμα, ενώ οι ίδιες οι επιθέσεις προκάλεσαν ζημίες 40 δισ. δολαρίων για τις ασφαλιστικές εταιρείες, οδηγώντας σε ένα από τα μεγαλύτερα κύματα αποζημιώσεων ποτέ στην αμερικανική ιστορία.
Σχεδόν όλες οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στη Wall Street και σε πολλές πόλεις σε όλες τις ΗΠΑ εκκενώθηκαν, ενώ έπαυσαν οι διαπραγματεύσεις τόσο στην αγορά των αμερικανικών ομολόγων όσο και στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων. Το NYSE κατέβασε ρολά μέχρι την επόμενη Δευτέρα για τρίτη φορά στην ιστορία με την πρώτη περίπτωση στους πρώτους μήνες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και την επόμενη τον Μάρτιο του 1933 κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης.
Εκτός λειτουργίας τέθηκαν το Χρηματιστήριο του Λονδίνου και άλλες αγορές σε όλο τον κόσμο υπό τον φόβο νέων τρομοκρατικών επιθέσεων. Η Fed εξέδωσε δήλωση, τονίζοντας ότι ήταν «ανοιχτή και λειτουργούσε» ενώ έριξε στην αγορά 100 δισ. δολάρια ημερησίως για παροχή πρόσθετης ρευστότητας, κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που ακολούθησαν την επίθεση για να αποτρέψει το ξέσπασμα νέας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Πώς αντέδρασαν χρυσός, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, δολάριο
Στο πεδίο των commodities, ο χρυσός κατέγραψε άνοδο από 215,50 δολάρια σε 287 δολάρια ανά ουγγιά ενώ οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου εκτοξεύθηκαν για μία εβδομάδα και στη συνέχεια ακολούθησε διόρθωση. Σε συναλλαγματικό επίπεδο, το αμερικανικό δολάριο διολίσθησε απότομα έναντι του ευρώ, της βρετανικής λίρας και του ιαπωνικού γεν.
Επιπτώσεις στα Xρηματιστήρια - Πωλητές από Ευρώπη μέχρι Λατινική Αμερική
Την επόμενη μέρα, το sell off «χτύπησε» και τις ευρωαγορές, με τα χρηματιστήρια να επιδίδονται σε ελεύθερη πτώση: -4,6% στην Ισπανία, -8,5% στη Γερμανία και -5,7% στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου. Οι πωλητές ενεργοποιήθηκαν και στις μετοχές στις αγορές της Λατινικής Αμερικής με κατρακύλα -9,2% στη Βραζιλία, -5,2% στην Αργεντινή και -5,6% στο Μεξικό.
Στα ταμπλό, οι τιμές των τίτλων για τις αεροπορικές εταιρείες και τους κατασκευαστές σκαφών έπεσαν κατακόρυφα μετά την επίθεση: Χαρακτηριστικά, η διαπραγμάτευση της μετοχής της Midway Airlines, η οποία ήδη βρίσκονταν στα πρόθυρα της πτώχευσης, ανεστάλη σχεδόν αμέσως ενώ για τη σταθεροποίηση του κλάδου, η αμερικανική κυβέρνηση εισήγαγε ένα πακέτο οικονομικής βοήθειας που περιλάμβανε 10 δισ. δολάρια σε εγγυήσεις δανείων και 5 δισ. δολάρια για άμεση βοήθεια.
«Tρύπες» στη Ν. Υόρκη
Ο τουρισμός στη Νέα Υόρκη έπεσε κατακόρυφα, προκαλώντας τεράστιες απώλειες σε μία βιομηχανία που απασχολούσε 280.000 άτομα και απέφερε 25 δισ. δολάρια ετησίως. Την εβδομάδα που ακολούθησε την επίθεση, η πληρότητα των ξενοδοχείων έπεσε κάτω από το 40% και 3.000 εργαζόμενοι απολύθηκαν υπό τον αυξημένο φόβο μιας επανάληψης της επίθεσης.
Στη Νέα Υόρκη, «κόπηκαν» περίπου 430.000 θέσεις εργασίας και χάθηκαν 2,8 δισ. δολάρια σε μισθούς στο τρίμηνο μετά την 9/11. Οι οικονομικές επιπτώσεις επικεντρώθηκαν κυρίως στους τομείς της εξαγωγικής οικονομίας της πόλης με το ΑΕΠ της να εκτιμάται ότι συρρικνώθηκε κατά 30,3 δισ. δολάρια στο δ' τρίμηνο του 2001 και όλο το 2002. Ο Λευκός Οίκος παρείχε 11,2 δισ. δολάρια σε άμεση βοήθεια τον Σεπτέμβριο του 2001 και 10,5 δισ. δολάρια στις αρχές του 2002 για οικονομική ανάπτυξη και ανάγκες υποδομών.