Στο γνώριμο μοτίβο των προηγούμενων ημερών κινείται την Παρασκευή η Λεωφόρος Αθηνών, με τους επενδυτές να τηρούν ουσιαστικά στάση αναμονής και με τις κινήσεις τους, τόσο σε επίπεδο κατοχύρωσης κερδών όσο και σε επίπεδο τοποθετήσεων, να παραμένουν συγκρατημένες και επιλεκτικές.
Και αυτό, ελλείψει αξιόλογων εγχώριων καταλυτών, οι οποίοι ως επί το πλείστον την περίοδο αυτή περιορίζονται σε φήμες.
Εκτός συνόρων, ξεχωρίζουν τα στοιχεία για το ΑΕΠ β’ τριμήνου της Γερμανίας, που αποδείχθηκαν χειρότερα των εκτιμήσεων, κάτι που η αγορά στη Φρανκφούρτη υποδέχεται με απώλειες της τάξης του 0,25%. Ενδιαφέρον έχει η παρατήρηση των αναλυτών της ING, ότι ίσως χρειαστεί να περιμένουμε να μπει το 2026 προτού η γερμανική οικονομία εμφανίσει πιο ουσιαστική ανάκαμψη. Όπως και η προειδοποίησή τους για το γεγονός ότι η πολιτική συζήτηση στη Γερμανία για πιθανά μέτρα λιτότητας, σε επίπεδο κοινωνικών δαπανών και ενισχύσεων, ενδεχομένως θα οδηγήσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε συγκράτηση δαπανών, κάτι που οι αγορές «φαίνεται να έχουν παραβλέψει μέχρι στιγμής».
Με ενδιαφέρον αναμένονται επίσης όσα θα πει το απόγευμα (17:00 ώρα Ελλάδος) ο διοικητής της Fed στο (παγκόσμιο) κοινό του Jackson Hole. Κυρίως, αν θα αφήσει κάποιο υπονοούμενο σχετικά με την επικείμενη συνεδρίαση της FOMC στις 16-17 Σεπτεμβρίου, από την οποία η πλειονότητα των οικονομολόγων αναμένει μείωση επιτοκίων. Κάτι που δε θα πρέπει να θεωρείται απολύτως δεδομένο, αν λάβουμε υπόψη το χθεσινό σχόλιο της επικεφαλής της Cleveland Fed, Beth Hammack, η οποία στο περιθώριο του συμποσίου δήλωσε ότι «αν η συνεδρίαση (σ.σ. της FOMC) γινόταν αύριο», η ίδια δεν θα ψήφιζε υπέρ της μείωσης των αμερικανικών επιτοκίων.
Στο ταμπλό, ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται στις 2.106,06 μονάδες, ενισχυμένος 0,43%. Να σημειωθεί ότι σε επίπεδο εβδομάδες, μέχρι και το χθεσινό κλείσιμο, καταγράφει απώλειες της τάξης του 1,37%.
Ανοδικά κινείται και ο δείκτης των τραπεζών, με κέρδη 0,86% στις 2.301,24 μονάδες.
Στο σύνολο του ταμπλό 66 μετοχές κινούνται σε θετικό έδαφος, έναντι 40 σε αρνητικό και 47 αμετάβλητων.
Ο τζίρος μέχρι στιγμής στα 23,50 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 1,24 εκατ. ευρώ σε προσυμφωνημένες συναλλαγές.