Το πάγωμα έως το 2028 της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος της Γαλλίας που αποφασίστηκε το 2023 και προέβλεπε αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 64 χρόνια και έπειτα από τουλάχιστον 40 χρόνια εργασίας, ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Σεμπαστιάν Λεκορνί, παρουσιάζοντας σήμερα τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης.
Ο Λεκορνί υπέκυψε στις πιέσεις των αριστερών που ζητούσαν τον «πάγο» στην ιστορική μεταρρύθμιση προκειμένου να διασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση. Ο Λεκορνί κατηγόρησε τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν και το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν Λικ Μελανσόν ότι επιδιώκουν θεσμική κρίση στη χώρα η οποία, όπως είπε, δεν θα πραγματοποιηθεί.
Το «φρένο» αποτελεί ένα βασικό αίτημα της αντιπολίτευσης, επισημαίνοντας ωστόσο ότι το κόστος αυτής της απόφασης θα είναι της τάξης των 400 εκατ. ευρώ για το 2026 και του 1,8 δισ. ευρώ για το 2027. Ανέφερε όμως ότι ο στόχος για περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 5% του ΑΕΠ το 2026 θα επιτευχθεί, σύμφωνα με το Reuters.
Η αναστολή της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος - που ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν θεωρεί μία από τις κύριες οικονομικές του κληρονομιές - ήταν ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί η παραμονή του Λεκορνί στον πρωθυπουργικό θώκο στο Παρίσι. «Θα προτείνω στο κοινοβούλιο, ξεκινώντας από αυτό το φθινόπωρο, να αναστείλουμε τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2023 μέχρι τις προεδρικές εκλογές», επεσήμανε ο Λεκορρνού στην ομιλία του.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να εγκριθεί πριν από το τέλος του χρόνου ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2026, με τον ίδιο να επιθυμεί η έγκριση να πραγματοποιηθεί μέσω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και όχι με προεδρική απόφαση. Η Γαλλία βρίσκεται στη χειρότερη πολιτική κρίση των τελευταίων δεκαετιών, καθώς διαδοχικές κυβερνήσεις αδυνατούν να προωθήσουν προϋπολογισμούς που μειώνουν το έλλειμμα με την Εθνοσυνέλευση χωρισμένη σε τρία ξεχωριστά ιδεολογικά στρατόπεδα.
Ο Γάλλος πρωθυπουργός δεν υιοθέτησε το αίτημα των κομμάτων της αριστεράς για επιβολή ενός ειδικού φόρου επί του μεγάλου πλούτου και συγκεκριμένα για όσους έχουν περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν τα 100 εκατ. ευρώ. Παραδέχτηκε ότι το φορολογικό σύστημα της χώρας «παρουσιάζει ανωμαλίες» σε σχέση με τη φορολόγηση των ισχυρότερων οικονομικά πολιτών.