«Η συμφωνία δεν θα περιλαμβάνει ούτε ένα ευρώ νέας λιτότητας», ανέφερε την Τρίτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, μιλώντας στο πλαίσιο του κυβερνητικού briefing. Η διατύπωση αυτή μπορεί σε ορισμένους να προκάλεσε αλγεινή εντύπωση, αλλά ουσιαστικά είναι ενδεικτική της σκλήρυνσης της στάσης της ελληνικής κυβέρνησης.
Πλην όμως, αυτή η στήριξη δεν είναι προς την κατεύθυνση της ρήξης, όπως ίσως κάποιοι να φαντάζονταν, αλλά αποτελεί επί της ουσίας την επιδίωξη της κυβέρνησης προκειμένου να αποκομίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερα αντισταθμιστικά οφέλη στο πλαίσιο της συμφωνίας. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση επιχειρεί να «ρεφάρει» τις παραχωρήσεις που δέχεται να κάνει, κυρίως στο μέτωπο του αφορολόγητου, με αντίστοιχη μείωση των φορολογικών συντελεστών για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις, εν προκειμένω. Επιπρόσθετα, όπως ανέφεραν κυβερνητικές πηγές στο πλαίσιο των αντισταθμιστικών ωφελημάτων εντάσσονται και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, τα οποία μετά την πίεση του ΔΝΤ και της ΕΚΤ βρίσκονται υπό «μερική» επεξεργασία, αλλά και το θέμα του QE. Άλλωστε, κυβερνητικές πηγές έχουν πολλάκις ξεκαθαρίσει πως λύση χωρίς πρόσβαση στην ποσοτική χαλάρωση, εφόσον αυτή ακόμα είναι εν ισχύ, συμφωνία δεν νοείται.
Κάπως έτσι, η κυβέρνηση σκληραίνει τη στάση της, προκειμένου να αποκρούσει και τα σκληρά αιτήματα των δανειστών, οι οποίοι μεταξύ άλλων φέρονται να ζητούν νομοθέτηση μέτρων για μετά το 2018 και μάλιστα χωρίς ρήτρα αναιρεσιμότητας, κάτι το οποίο η κυβέρνηση απορρίπτει διαρρήδην. Ακόμα, στο μέτωπο της προσωπικής διαφοράς, πηγές του Μεγάρου Μαξίμου ξεκαθαρίζουν πως δεν δέχονται κατάργησή της, έχοντας αναγάγει το ζήτημα σε κυβερνητική κόκκινη γραμμή.
Άλλωστε, η κυβέρνηση θεωρεί πως έχει ως όπλο τα στατιστικά στοιχεία για την υπεραπόδοση των δημοσιονομικών στόχων έναντι των προβλέψεων, τόσο με βάση τα στοιχεία της Κομισιόν, όσο και με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Άλλωστε, με βάση και τους εσωκομματικούς συσχετισμούς στον ΣΥΡΙΖΑ, στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν πως υπάρχουν όρια και για τους βουλευτές της πλειοψηφίας, με τον βουλευτή Κυκλάδων Νίκο Μανιό να ρίχνει προειδοποιητικές βολές, λέγοντας πως δεν ψηφίζει μείωση του αφορολόγητου. Από την κυβέρνηση, πάντως, πως όλα θα εξαρτηθούν από το «πακέτο» της συμφωνίας, άρα και από τα αντισταθμιστικά μέτρα για τις παραχωρήσεις της Αθήνας, ενώ από την κυβέρνηση ποντάρουν και στη στάση της Κομισιόν, με τον επίτροπο Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί να έρχεται σήμερα στην Αθήνα και να έχει σειρά επαφών με τον πρωθυπουργό, τον υπουργό Οικονομικών και τον πρόεδρο της ΝΔ.
Όπως και να έχει, πάντως, και παρά την επιδίωξη για πολιτική συμφωνία, είναι σαφές πως η αξιολόγηση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί έως τις 20 Φεβρουαρίου, όπως άλλωστε σημείωσε και ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ το απόγευμα της Τρίτης. Με αυτό το δεδομένο, θα γίνει μεν η προσπάθεια για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σύγκλιση στο παρασκήνιο εντός των επόμενων ημερών, αλλά θεωρείται αρκετά δύσκολο οι θεσμοί να έρθουν έως τη συνεδρίαση της Ευρωομάδας, λόγω των αποκλινουσών θέσεων μεταξύ θεσμών και Ελλάδας και της σκληρής στάσης του ΔΝΤ που δυσχεραίνει τη διαπραγμάτευση. Έτσι, σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές, το ορόσημο για συμφωνία, ανεξάρτητα από ένα ενδεχόμενο πολιτικής προσυμφωνίας, μετακινείται για τις 20 Μαρτίου, στο Eurogroup τότε, μιας και γνωρίζοντες αναφέρουν πως και ο Γερούν Ντάισελμπλουμ «παίζει καθυστερήσεις» λόγω των εκλογών της Ολλανδίας, όπου ο ακροδεξιός Χερτ Βίλντερς έχει ταχθεί υπέρ ενός Grexit.