Σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή δεν τροποποίησε τους κανόνες της για την ταξινόμηση και τη φορολόγηση οχημάτων.
Όπως αναφέρεται, το ελληνικό τέλος ταξινόμησης, το οποίο επιβάλλεται σε όλα τα οχήματα, είναι υψηλότερο για ορισμένες κατηγορίες μεταχειρισμένων οχημάτων που αγοράζονται σε άλλες χώρες της ΕΕ απ’ ό,τι για ομοειδή εγχώρια μεταχειρισμένα οχήματα. Επιπλέον, ο ελληνικός περιβαλλοντικός φόρος επιβάλλεται μόνο σε εισαγόμενα μεταχειρισμένα οχήματα ορισμένων κατηγοριών και όχι σε εγχώρια οχήματα των αντίστοιχων κατηγοριών. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ελληνική νομοθεσία δεν είναι συμβατή με το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι τα εγχώρια οχήματα υπόκεινται σε χαμηλότερη φορολόγηση σε σύγκριση με οχήματα από άλλες χώρες της ΕΕ.
Επιπροσθέτως, η Ελλάδα απαγορεύει την ταξινόμηση ορισμένων μεταχειρισμένων οχημάτων που προέρχονται από άλλες χώρες της ΕΕ, χωρίς να επιβάλλει ωστόσο παρόμοια απαγόρευση στις αντίστοιχες κατηγορίες εγχώριων οχημάτων. Πρόκειται για σαφή περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, ο οποίος αντίκειται στα άρθρα 34 και 36 της ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι προσπάθειες που έχουν καταβάλει μέχρι σήμερα οι αρχές είναι ανεπαρκείς και, για τον λόγο αυτό, παραπέμπει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μη μεταφορά των κανόνων της ΕΕ σχετικά με τα διόδια και τις βινιέτες που επιβάλλονται για τη χρήση έργων οδικής υποδομής
Σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει τη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την Πολωνία στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή δεν μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με την επιβολή τελών στα οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής [οδηγία (ΕΕ) 2022/362]. Τα τρία κράτη μέλη δεν κοινοποίησαν τη μεταφορά των μέτρων στο οικείο εθνικό δίκαιο έως την προθεσμία της 25ης Μαρτίου 2024. Η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητικές επιστολές στις 23 Μαΐου 2024 και, στη συνέχεια, αιτιολογημένες γνώμες στις 16 Δεκεμβρίου 2024, με τις οποίες έθεσε στα εν λόγω κράτη μέλη προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσουν και να λάβουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την υποχρέωση πλήρους μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο. Στις απαντήσεις τους, τα κράτη μέλη παρουσίασαν χρονοδιάγραμμα για τη θέσπιση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό τους δίκαιο. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι προσπάθειες που έχουν καταβάλει οι εθνικές αρχές για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων είναι ανεπαρκείς και, για τον λόγο αυτό, παραπέμπει τη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την Πολωνία στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ζητά την επιβολή οικονομικών κυρώσεων.
Η Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα, επειδή δεν έχει συμμορφωθεί με ορισμένες διατάξεις της οδηγίας σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών και των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ). Η πλήρης μεταφορά της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου στο εθνικό δίκαιο είναι καίριας σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Στόχος της οδηγίας είναι να διασφαλίζεται, αφενός, ότι τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κοινά κριτήρια για τον προσδιορισμό των προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας και, αφετέρου, ότι τα εν λόγω πρόσωπα έχουν πρόσβαση στο ελάχιστο επίπεδο παροχών σε όλα τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2023. Μετά την αξιολόγηση της απάντησης, η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ελλάδα δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις και, ως εκ τούτου, αποφάσισε να εκδώσει αιτιολογημένη γνώμη. Η Ελλάδα έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει και να λάβει τα αναγκαία μέτρα. Διαφορετικά, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Επιτροπή παροτρύνει την Ελλάδα να αποφεύγει όρους απασχόλησης που εισάγουν διακρίσεις στα δημόσια σχολεία
Σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα, επειδή δεν έχει ευθυγραμμίσει πλήρως την εθνική νομοθεσία της με την οδηγία για την εργασία ορισμένου χρόνου (οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου), η οποία απαγορεύει την εισαγωγή διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Το ελληνικό δίκαιο προβλέπει λιγότερο ευνοϊκούς όρους απασχόλησης για τους εκπαιδευτικούς με συμβάσεις ορισμένου χρόνου που εργάζονται σε δημόσια σχολεία σε σύγκριση με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς, για παράδειγμα όσον αφορά την άδεια μητρότητας και την αναρρωτική άδεια. Η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή για το θέμα αυτό στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 2024. Οι διευκρινίσεις που παρείχε η Ελλάδα στην απάντησή της για να αιτιολογήσει τη διαφορετική μεταχείριση δεν ήταν ικανοποιητικές. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα, η οποία έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει και να λάβει τα αναγκαία μέτρα. Διαφορετικά, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.