Το Ελληνικό Χρηματιστήριο διανύει μία από τις καλύτερες περιόδους στη σύγχρονη ιστορία του. Η δικαιολογητική βάση μιας τέτοιας παρατήρησης εδράζεται στους παράγοντες που αφενός έχουν δικαιολογήσει ευχερώς την έως τώρα παρατεταμένη ανοδική κίνηση, αφετέρου διατηρούν αυξημένη πιθανότητα αυτή να συνεχιστεί.
Ενδεικτικά, και όχι εξαντλητικά, αξίζει να σημειωθεί η προτερόχρονη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας του αξιόχρεου της χώρας που συνοδεύτηκε από διθυραμβικού χαρακτήρα εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης, η εξυγίανση του πολύπαθου τραπεζικού συστήματος, η άριστη δημοσιονομική πορεία, η σαφέστατη κλίση σε μεταρρυθμίσεις και νέες επενδύσεις, η αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου σε ανεπτυγμένες αγορές, κ.α.
Συν αυτώ, τα θεμελιώδη μεγέθη πληθώρας εισηγμένων εμφανίζονται πανίσχυρα, με υψηλή μέση μερισματική απόδοση και ορατότητα για το μεσοπρόθεσμο. Τούτο, δε, επιρρωνύεται από την επενδυτική αποδοχή, που στο σύνολό της αποτυπώνεται διττά, τόσο από τις συνεχείς επιχειρηματικές ζυμώσεις όσο και από την ίδια την πορεία των τιμών στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου.
Μια πορεία που φέρει και ποιοτικά χαρακτηριστικά που εξέλιπαν τα περασμένα πολλά χρόνια, όπως η ανθεκτικότητα στα πτωτικά σκέλη, η αυξημένη συναλλακτική δραστηριότητα, η (επαν)ενεργοποίηση περισσότερων χαρτοφυλακίων, η ευαισθησία στη θετική ειδησεογραφία (ή/και η αναισθησία σε αρνητική). Δεν πρέπει να αμελείται, εξάλλου, το γεγονός ότι το spread του 10ετούς κρατικού ομολόγου έναντι του γερμανικού έχει κατέλθει (και σταθεροποιηθεί επί μακρόν) σε υπερπολυετή, προ εποχής μνημονίων, χαμηλά επίπεδα και κάτω από τις 70 μ.β.
Κάτι που από μόνο του υποδηλώνει και την εικόνα των επενδυτών στη δευτερογενή αγορά για την «ασφαλή» περιοχή στην οποία έχει βρεθεί πλέον η ελληνική οικονομία. Παράλληλα, έχει εξετασθεί το διεθνές περιβάλλον, που φαίνεται να είναι καλό. Με άξονα περιστροφής τη Wall Street, επιβεβαιώνονται οι θετικές προσδοκίες από τη συνδυασμένη μετάφραση της επικείμενης νομισματικής πολιτικής (αλλαγή ηγεσίας με τάσεις ποσοτικής χαλάρωσης), της ισχυρής επενδυτικής τάσης στην τεχνητή νοημοσύνη και στους όμορους κλάδους ενέργειας-data centers-royalties νερού (τα τεχνολογικά ETF σημείωσαν ετήσιες εισροές άνω των 65 δισ. δολαρίων, με τα εξειδικευμένα AI ETF να καταγράφουν τα υψηλότερα net inflows στην ιστορία τους) αλλά και των ισχυρών χρηματοοικονομικών μεγεθών (το καθαρό περιθώριο κέρδους των μετοχών του S&P 500 έφτασε στο 13.1%).
Και μάλιστα, το φαινομενικά ασθενέστερο δολάριο έναντι του ευρώ για το 2026 επιτρέπει ήδη ευκολότερες ροές σε ευρωπαϊκά προϊόντα, επιταχύνοντας το θετικό επενδυτικό αφήγημα για την Ελλάδα, μιας και μειώνεται αισθητά ο συναλλαγματικός κίνδυνος των αλλοδαπών.
Μετοχές που μπορούν να ξεχωρίσουν
Εστιάζοντας στο Χρηματιστήριο, και με δεδομένο την προαναφερθείσα πεποίθηση της ανοδικής συνέχισης, είναι ευκταίο να αναζητηθούν οι «καλύτερες» μετοχές, ή έστω εκείνες που θα έχουν καλύτερη πιθανότητα να υπεραποδώσουν. Αυστηρά δοσμένο, η λογική επιτάσσει να προβληθεί ο βέλτιστος λόγος απόδοσης-κινδύνου της κάθε μετοχής, έστω και θεωρητικά, ώστε να συνταιριάξει ο χαρακτήρας (και η αναμενόμενη συμπεριφορά) των μετοχών με τις επενδυτικές ανάγκες του καθενός.
Διότι πολύ απλά, ένας -επί παραδείγματι- αμυντικός επενδυτής θα πρέπει να στραφεί σε αντίστοιχα αμυντικές μετοχές, ανταλλάσσοντας τη δυνητικά χαμηλότερη απόδοση με τον αντίστοιχα χαμηλό κίνδυνο στην περίπτωση που επέλθει κάποιο αρνητικό σενάριο. Το αυτό ισχύει και σε κάθε κατηγορίας επενδυτή. Βεβαίως, θα μπορούσε να σταθεί και κάποιο υβριδικό μοντέλο, με συνδυασμό κατηγορίας, ανάλογα την περίπτωση.
Εν πάσει περιπτώσει, μια καλή ομάδα μετοχών φαίνεται να είναι -ανεξαρτήτου κλάδου και κεφαλαιοποίησης- οι ΕΛΠΕ, ΔΑΑ, ΚΡΙ, ΣΑΡ, ΟΠΑΠ, ΕΕΕ, ΓΕΚΤΕΡΝΑ από τις πιο «αμυντικές», με μέση αναμενόμενη απόδοση 20%-30% και ανάλογα τις συνθήκες οι BOCHGR, ΔΕΗ, MTLN, ΟΛΠ, REALCONS, OΛΠ, OPTIMA, ΜΟΗ, ΜΠΕΛΑ από τις «μεσαίου κινδύνου», που μπορεί να αποδώσουν μέχρι και 70%˙ και AKTR, CREDIA, ΠΕΙΡ, ΑΛΦΑ, ΑΡΑΙΓ, SOFTWEB, από τις «πιο επιθετικές», με ακόμα μεγαλύτερα περιθώρια, εφόσον το κλίμα συντηρηθεί καλό.
Οίκοθεν νοείται ότι κάθε επενδυτής θα πρέπει να επιλέξει βάσει των δικών του κριτηρίων, αντικειμενικών ή υποκειμενικών, ενώ παράλληλα η διασπορά σε τίτλους και η συχνή παρακολούθηση των εξελίξεων είναι απαραίτητα στοιχεία. Κρίσιμη θεωρείται η παράμετρος του αναμενόμενου κινδύνου, ήτοι της αρνητικής ενδεχόμενης μεταβολής που μοιραία οφείλουμε να συνυπολογίζουμε: συνήθως, η απόδοση συσχετίζεται θετικά με τον κίνδυνο, και όσο μεγαλύτερη αναζητούμε, τόσο μεγαλύτερο αντιμετωπίζουμε.
Τέλος, καλό θα ήταν να εξετάζεται και η εν καιρώ διαχείριση των θέσεων (όπως αναδιάρθρωση, κατοχύρωση κερδών, ή αποεπένδυση με ζημία εφόσον απαιτηθεί), για βελτιστοποίηση των αποτελεσμάτων.