Η οικονομική πολιτική εστιάζει σε επενδύσεις, εξαγωγές, παραγωγικότητα και στη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Είναι οι τέσσερις πυλώνες που οριοθετούν το κεντρικό διακύβευμα της χώρας, δηλαδή τη διατηρήσιμη ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής τα επόμενα χρόνια. Για να επιτευχθεί ο στόχος χρειάζεται επιτάχυνση στη λήψη και την υλοποίηση των αποφάσεων.
Το στίγμα αυτό έδωσε ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, κατά την εναρκτήρια ομιλία του στο 8ο Athens Investment Forum.
Ο Υπουργός παρουσίασε τη στρατηγική της κυβέρνησης για την ενίσχυση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, κάνοντας λόγο για «ιδιωτικούς καταλύτες» που θα ενισχύσουν τη μόχλευση των δημόσιων πόρων.
«Τα αποτελέσματα της πολιτικής μας είναι απτά και αποτυπώνονται ήδη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2026», σημείωσε ο κ. Πιερρακάκης. Τόνισε ακόμη ότι ακόμη η περιουσία του Υπερταμείου πρέπει να αξιοποιηθεί πιο δυναμικά, μέσω αναζήτησης στρατηγικών επενδυτών και με μία οπτική που δεν περιορίζεται στη στενή οικονομική ανάλυση, αλλά ενσωματώνει και τις γεωπολιτικές διαστάσεις της αξιοποίησης των δημόσιων assets.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Ομιλίας:
«Σας ευχαριστώ πολύ Κυρίες και Κύριοι.
Κύριε Καρρέρ, αναφερθήκατε σε μια σειρά από παραμέτρους και πτυχές που έχουν σχέση με την ελληνική οικονομία, οπότε νομίζω ότι είναι πολύ πιο ενδιαφέρον να σχολιάσω αυτές, παρά να πω συγκεκριμένα πράγματα τα οποία είχα ετοιμάσει για να αναφέρω. Γιατί, νομίζω ότι ακριβώς και ο τίτλος του συνεδρίου και τα σχόλιά σας είναι το ζητούμενο της επόμενης φάσης.
Αναφερθήκατε σε μια σειρά από κομμάτια και παραμέτρους και πολιτικές που αφορούν την ελληνική οικονομία που είναι κεκτημένα και σε πράγματα τα οποία συνιστούν εκκρεμότητες. Οπότε νομίζω ότι έχει την αξία του να ξεκινήσω από αυτά λέγοντας: ας δούμε τι έχουμε πετύχει και ας δούμε τι εκκρεμεί ακόμη να πετύχουμε.
Το τι έχουμε πετύχει νομίζω ότι είναι αυταπόδεικτο και αντανακλάται και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2026. Την περασμένη χρονιά , το 2024 , ήμασταν μία από τις έξι χώρες που παρήγαγε πλεονάσματα. Μετά από χρόνια, όπου τίθετο ως διακύβευμα το αν η Ελλάδα θα καταφέρει να έχει δημοσιονομική ισορροπία, καταφέραμε-κατακτήσαμε να είμαστε μια χώρα που αποκλιμακώνει διαρκώς το δημόσιο χρέος της, μειώνει την ανεργία, παράγει πρωτογενή πλεονάσματα, παράγει καθαρά πλεονάσματα και ταυτοχρόνως αναπτύσσεται με ρυθμό ανάπτυξης αρκετά μεγαλύτερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού το οποίο ανέφερα κάνει λόγο για πρόβλεψη ανάπτυξης το 2026, 2,4%. Να αναφέρω δε ότι το 0,6%, από αυτό το 2,4%, προκύπτει από τα μέτρα τα οποία ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, δηλαδή από αυτή τη μεγάλη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος με έμφαση στο Δημογραφικό και στη μεσαία τάξη.
Όλα αυτά είναι κεκτημένα, όλα αυτά είναι εκεί. Αλλά από εκεί και πέρα υπάρχουν ακόμη στοιχήματα τα οποία πρέπει να κερδηθούν, πολίτες και επιχειρήσεις που πρέπει να στηριχθούν και ένα ευρύτερο διακύβευμα το οποίο έχει σχέση με τις επενδύσεις.
Ο τίτλος του συνεδρίου σας είναι «Athens Investment Forum». Όταν συζητούσαμε, μπαίνοντας στην ελληνική κρίση, ποιο είναι το μοντέλο το οποίο απέτυχε, βασικά κοιτάγαμε μια σειρά επίσης από παραμέτρους. Μία από αυτές είχε σχέση με τις επενδύσεις σε σχέση με το ΑΕΠ.
Να αναφέρω ενδεικτικά εδώ, το 2019, όταν ο Κυριακός Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του αναλάβαμε τις τύχες της χώρας, ο αριθμός αυτός βρισκόταν στο 11%, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι στο 21% περίπου. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2026 προβλέπει ότι θα φτάσουμε στο 18%.
Άρα, καλύπτουμε την απόσταση, δεν την έχουμε καλύψει όλη. Πρέπει να γίνουν ακόμη πάρα πολλά. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις οι οποίες έγιναν στην Ελλάδα από το 2019 μέχρι το 2024 ήταν όσες είχαν γίνει από το 2002 μέχρι το 2018, τα χρόνια του ευρώ. Άρα, τα πράγματα κινούνται. Πρέπει να κινηθούν όμως αρκετά έως πολύ γρηγορότερα, διότι υπάρχει πρόσθετη παράμετρος την οποία αναφέρατε: το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο ολοκληρώνεται μετά το πέρας της επόμενης χρονιάς. Και οι επενδύσεις προς ΑΕΠ μετρούν και τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Σε ό,τι αφορά τις δημόσιες επενδύσεις, απλώς να αναφέρω ότι πέρα από το Ταμείο Ανάκαμψης έχουμε το μεγαλύτερο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων στην ιστορία μας, με βάση το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2026.
Εγώ θα έλεγα ότι χρειαζόμαστε ιδιωτικούς καταλύτες οι οποίοι θα έρθουν να προστεθούν στη μόχλευση του δημοσίου χρήματος και των δημοσίων πακέτων και projects τα οποία έρχονται να χρηματοδοτηθούν είτε από τον ευρωπαϊκό είτε από τον εγχώριο προϋπολογισμό.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είχε μία πρόσθετη παράμετρο στην οποία αξίζει να σταθεί κανείς, εν αντιθέσει με τα παραδοσιακά ΕΣΠΑ, συνέδεε κάθε ευρώ, κάθε κομμάτι χρηματοδότησης με συγκεκριμένες και στοχευμένες μεταρρυθμίσεις. Αυτό κρατήστε το, διότι έρχεται να πει ότι τα spillover effects, το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι πολύ μεγαλύτερο από ότι τα παραδοσιακά ευρωπαϊκά κονδύλια τα οποία είχαμε συνηθίσει. Και η επίδραση αυτή θα διαρκέσει περισσότερο μέσα στο χρόνο. Ωστόσο, έχουμε ένα μεγάλο διακύβευμα μπροστά μας να μπορέσουμε να τονώσουμε τον ρυθμό ανάπτυξης, όχι μόνο εμείς αλλά και τα υπόλοιπα 26 ευρωπαϊκά κράτη, μετά το πέρας του. Αυτή είναι η μία παράμετρος της αλλαγής του πραγματικού μοντέλου.
Η δεύτερη έχει να κάνει με τις εξαγωγές. Το μοντέλο που απέτυχε το 2008 ήταν ένα μοντέλο έντονα βασισμένο στην κατανάλωση. Οι εξαγωγές προς ΑΕΠ ήταν κάπου στο 20%, λίγο πιο κάτω, όταν μπήκαμε στην κρίση. Τώρα είναι 42%. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 51%. Άρα, έχουμε καλύψει ένα κομμάτι της απόστασης, δεν την έχουμε καλύψει όλη. Και θα μπορούσε μάλιστα κανείς να πει ότι ο πήχης για εμάς θα έπρεπε να είναι ακόμα υψηλότερος, θα έπρεπε να είναι κάπου στο 60% - με δεδομένο το μέγεθος της χώρας μας και το πόσο ανοιχτή οικονομία θέλουμε να είναι.
Αυτά τα δύο πράγματα, μαζί, οριοθετούν το διακύβευμα, μαζί με μία τρίτη παράμετρο, την παραγωγικότητα, η οποία πρέπει να αυξηθεί και πρέπει να αυξηθεί ακόμη παραπάνω μέσα και από την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη που αναφέρατε πριν, ολοένα και περισσότερο στο οικονομικό μας σύστημα.
Όλα αυτά τα έχουμε μπροστά μας και έχουμε και μία πολύ σαφώς ορισμένη στρατηγική για το πώς θα τα πετύχουμε. Θα οριοθετούσα αυτή τη στρατηγική ως ένα τρία συν ένα.
Ξεκινάω από το συν ένα. Το συν ένα είναι ευρωπαϊκό περισσότερο από ό,τι εθνικό και έχει να κάνει με τη λεγόμενη έκθεση Ντράγκι. Όταν συζητούσαμε περί δασμών με τις ΗΠΑ στη διαπραγμάτευση ΕΕ - ΗΠΑ, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν ότι ιδανικά δεν έπρεπε να έχουμε καθόλου δασμούς μεταξύ μας.
Σε εκείνη τη φάση, καθότι αυτό δεν επετεύχθη - υπήρξε μια συμφωνία, η οποία βέβαια είναι καλύτερη από το να μην έχεις καμία καθώς έτσι έχεις προβλεψιμότητα στο πεδίο - σε εκείνη λοιπόν τη φάση, ο Μάριο Ντράγκι έγραψε ένα άρθρο στους Financial Times αναφερόμενο σε δύο αριθμούς. Αριθμούς. που είχαν προκύψει από έρευνες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που έλεγε ότι μιλάμε για δασμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά στην πραγματικότητα έχουμε εμπόδια ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίστοιχα με δασμούς, 110% στις υπηρεσίες, 44% στη μεταποίηση.
Αφαιρώντας αυτά τα εμπόδια, στην πραγματικότητα δίνεις μία ώθηση στην ανάπτυξη. Στην πραγματικότητα ολοκληρώνεις την ενιαία αγορά. Γιατί αυτή τη στιγμή έχουμε στην πραγματικότητα σε πάρα πολλά πράγματα 27 αγορές. Δεν έχουμε μία ενιαία αποδοτική αγορά. Αυτό πρέπει να το πετύχουμε περισσότερο και αυτό το οποίο θα χρειαστεί θα είναι περισσότερες διασυνοριακές συγχωνεύσεις και εξαγορές, όχι μόνο θεσμικές μεταβολές, αλλά και το να δημιουργήσουμε Ευρωπαίους πρωταθλητές, συνολικότερα για να μπορέσουν να ανταγωνιστούν διεθνώς.
Και αυτό το οποίο θα δείτε τους τελευταίους μήνες, είτε αφορά τις κινήσεις που έχουν γίνει με τη UniCredit στην Alpha Bank, είτε αφορά την πρόταση της Euronext για το Ελληνικό Χρηματιστήριο, είτε μια σειρά από άλλες ενέργειες μικρότερης κλίμακας, μικρότερου βεληνεκούς, είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση, η ελληνική πολιτεία, το ελληνικό κράτος, η ελληνική επιχειρηματικότητα έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται και σκέφτονται αυτή την εξίσωση. Δείχνουμε ότι εννοούμε ως Ελλάδα αυτό το οποίο λέμε μία ενιαία ευρωπαϊκή αγορά μέσα από αυτές τις ενέργειες.
Αυτό είναι το συν ένα. Τα άλλα τρία, σταχυολογώντας και κωδικοποιώντας, θα είναι η αφαίρεση όλων των εθνικών εμποδίων. Αναφερθήκατε σε αυτά. Έχει γίνει μια πολύ μεγάλη αλλαγή με την ψηφιοποίηση. Έχουμε ψηφιοποιήσει και απλουστεύσει 2.200 υπηρεσίες, αλλά οι υπηρεσίες που παρέχει το ελληνικό κράτος είναι αρκετά περισσότερες. Είναι κάπου 5.500, όπως έχουμε υπολογίσει. Άρα, αυτή είναι μια δουλειά που πρέπει να συνεχιστεί. Είναι το πιο δημοφιλές πράγμα το οποίο έχει γίνει στη χώρα εδώ και αρκετά χρόνια, σύμφωνα με οποιαδήποτε μέτρηση. Το gov.gr είναι μία από τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει συνολικότερα. Δεν έχει γίνει στον βαθμό στον οποίο θα έπρεπε, όμως, αυτή η δουλειά στις αδειοδοτήσεις με τον τρόπο με τον οποίο τις περιγράψατε πριν. Χρειάζεται να γίνει παραπάνω. Και σε κάθε χώρα αυτή τη στιγμή και σε ευρωπαϊκό επίπεδο μιλάμε για το λεγόμενο 28ο καθεστώς (28 Regime), πως θα φτιάξουμε ένα πιο απλό πανευρωπαϊκό καθεστώς και για τις αδειοδοτήσεις και – συνολικότερα - για τη μείωση της γραφειοκρατίας.
Είναι η αξιοποίηση, επίσης, της δημόσιας περιουσίας με έναν τρόπο που το συζητάμε εδώ και χρόνια και δεν το έχουμε κάνει ακόμα. Θυμάμαι να μιλάμε από το 2010 για την περιουσία, πριν πάμε στην κλασική δημόσια περιουσία, των κοινωφελών ιδρυμάτων που έχουμε στη χώρα μας και δεν είναι ζωντανά, όχι, δηλαδή, εκείνα που κάνουν κανονικά τη δουλειά τους και παρέχουν κοινωνικό έργο, αλλά εκείνα τα οποία είναι ανενεργά ακόμη και από το 19ο αιώνα και δεν έχουμε αποτιμήσει την περιουσία τους. Και ενίοτε έχουν και ακίνητη περιουσία. Θα έχουμε ένα νόμο στη Βουλή τις επόμενες εβδομάδες σχετικά με αυτό, εξ ου και το αναφέρω. Αλλά ακόμη και την περιουσία του Υπερταμείου, τα δημόσια assets, πρέπει να μπορέσουμε να τα μοχλεύσουμε αναζητώντας στρατηγικούς επενδυτές και με έναν τρόπο σκέψης που δεν είναι αυστηρός οικονομικός, αλλά και ευρύτερα γεωπολιτικός.
Είδαμε την περασμένη εβδομάδα μία τέτοια συμφωνία να συμβαίνει, ευρύτερα, που δεν αφορούσε συγκεκριμένο asset, αφορούσε, όμως, μία ευρύτερη αντίληψη για το πως η Ελλάδα μπορεί να παίξει έναν αναβαθμισμένο γεωπολιτικό ρόλο μέσα από την ενεργειακή της πολιτική και τον κάθετο διάδρομο. Άρα, αυτή η λογική πρέπει να έρθει παντού για να μπορέσουμε να γεννήσουμε οικονομική ανάπτυξη μέσα από ιδιωτικούς καταλύτες. Και τρίτον, κλαδικές πολιτικές σε συγκεκριμένους τομείς. Υπάρχει εδώ και ένα μέρισμα, προφανώς, ξέρετε, πράγματα τα οποία συζητάγαμε στη χώρα εδώ και δεκαετίες.
Ενίοτε, πέρα από τις προκλήσεις που έρχονται μπροστά σου, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, τις οποίες πρέπει να κατακτήσεις, έχεις και τα προφανή που δεν έχεις κάνει. Και αν το δεις ανάποδα, αυτή είναι μια προφανής ευκαιρία μπροστά σου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια έρευνα της Deloitte η οποία έλεγε ότι από το νόμο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια σε βάθος κάποιων ετών μπορούμε να έχουμε σύν 1% στο ΑΕΠ μόνο και μόνο επειδή η Ελλάδα πλέον θα έχει μαζί με την πολιτική για τη διεθνοποίηση των δημοσίων πανεπιστημίων ξένους φοιτητές, ενώ δεν είχε και θα κρατάει περισσότερους Έλληνες φοιτητές, οι οποίοι σήμερα φεύγουν στο εξωτερικό.
Αν τα αθροίσεις όλα αυτά, αυτή είναι μια συμπαγής στρατηγική για το πώς ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερος στα επόμενα χρόνια και πως πραγματικά μπορούμε να απελευθερώσουμε το σύνολο του δυναμικού, το σύνολο των δυνατοτήτων μας.
Εγώ θα κλείσω λέγοντας ότι πολλά από τα πράγματα στα οποία σήμερα το ερώτημα είναι πώς θα τρέξουμε γρηγορότερα πριν από χρόνια ήταν διλήμματα. Φοβόμασταν να τα ακουμπήσουμε, φοβόμασταν να προχωρήσουμε, ήμασταν αργοί, ράθυμοι, συντηρητικοί. Σήμερα δεν είναι αυτή η συζήτηση και η εξίσωση. Σήμερα η συζήτηση και η εξίσωση αφορούν το πόσο γρήγορα θα τρέξουμε. Έχουμε τη βούληση, δεν αφορά μόνο την πολιτεία αυτό. Αφορά και την επιχειρηματικότητα, αφορά τους πάντες, αφορά κάθε πτυχή και κάθε μετερίζι της κοινωνίας και της οικονομίας. Ένα είναι βέβαιο, ο τρόπος σκέψης μας έχει αλλάξει. Το κριτήριό μας θα είναι απλά και μόνο η ταχύτητα λήψης των αποφάσεων και η ταχύτητα υλοποίησης. Και σας καλώ όλες και όλες - πρώτους εμάς, ως Κυβέρνηση - να τρέξουμε πολύ, να τρέξουμε γρήγορα.
Σας ευχαριστώ πολύ».