Το άρθρο υπογράφει ο κ. Θάνος Μαύρος, Εταίρος της EY Ελλάδος και Επικεφαλής Τομέα Καταναλωτικών Προϊόντων και Λιανεμπορίου της ΕΥ στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η ακρίβεια εξακολουθεί να αποτελεί τη βασικότερη και πιο επίμονη πρόκληση για τα ελληνικά νοικοκυριά, επηρεάζοντας άμεσα την αγοραστική δύναμη και την κοινωνική συνοχή. Παρά τα σημάδια αποκλιμάκωσης στον γενικό πληθωρισμό (2,9% τον Αύγουστο 2025, από 3,1% τον Ιούλιο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ), οι διψήφιες αυξήσεις των τιμών σε βασικά αγαθά όπως τα τρόφιμα (π.χ., φρούτα +11,6%, σοκολάτες +23,2%, καφές +18,5%) και τα ενοίκια (+10,9%), υπογραμμίζουν ότι η ανάγκη για μια δομική απάντηση είναι επιτακτική.
Μάλιστα, η πιο πρόσφατη καταναλωτική έρευνα που δημοσίευσε η EY Ελλάδος, η "Future Consumer Index 2024", δείχνει ξεκάθαρα τη στροφή των Ελλήνων σε πιο ανθεκτικές, «έξυπνες» καταναλωτικές συνήθειες και συμπεριφορές, επιδιώκοντας μεγαλύτερη αποδοτικότητα και ποιότητα στις επιλογές τους. Είτε από ανάγκη είτε από συνειδητή επιλογή, οι καταναλωτές προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στην αγορά, όχι απλώς λόγω τιμών, αλλά λόγω του τρόπου που παράγεται και διανέμεται η αξία. Όμως, όλα τα παραπάνω αποτελούν ενδείξεις ενός βαθύτερου, παραγωγικού κενού. Απαιτείται, λοιπόν, κάτι περισσότερο από ατομική ευελιξία - χρειάζεται συνολική αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου.
Η παραγωγή ως πυλώνας οικονομικής ανεξαρτησίας
Το πραγματικό ζήτημα είναι η χαμηλή ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να απορροφά εξωγενείς κλυδωνισμούς, χωρίς να μεταφέρει το κόστος στον τελικό καταναλωτή. Αυτή η ευθραυστότητα - είτε προέρχεται από τις διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές, είτε από τις ανάγκες εισαγωγών σε βασικά προϊόντα - φέρνει κάθε φορά στην επιφάνεια την ίδια διαπίστωση: υπάρχει ανάγκη να αναβαθμίσουμε τις δυνατότητές μας και να «χτίσουμε» επαρκείς τοπικές εναλλακτικές. Εδώ, η παραγωγικότητα έρχεται να παίξει έναν καθοριστικό ρόλο - όχι μόνο ως δείκτης απόδοσης, αλλά ως επιλογή στρατηγικής ευελιξίας.
Η παραγωγικότητα αποτελεί την πιο ρεαλιστική πολιτική κατά της ακρίβειας
Η συγκυρία αναδεικνύει το πρόβλημα, αλλά, ταυτόχρονα, δημιουργεί και ένα momentum αλλαγής. Η ενεργειακή κρίση, οι πληθωριστικές πιέσεις, οι διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, έθεσαν το ερώτημα σε πρώτο πλάνο: Τι μπορούμε να επανασχεδιάσουμε ώστε να μη χρειάζεται να «σβήνουμε φωτιές» κάθε φορά που κάτι αλλάζει στο εξωτερικό περιβάλλον;
Θα πρέπει να δούμε, με συντονισμένο τρόπο, την αύξηση της παραγωγικότητας της εθνικής οικονομίας, των δημόσιων οργανισμών και των ιδιωτικών επιχειρήσεων, όχι μόνο ως επιχείρημα υπέρ της ανταγωνιστικότητας, αλλά ως εργαλείο αυτάρκειας, βιώσιμης ανάπτυξης και, τελικά, κοινωνικής ισορροπίας και δικαιοσύνης.
Μια χώρα που παράγει αποδοτικά, μπορεί να επιτύχει:
* Μείωση του εμπορικού ελλείμματος στα τρόφιμα, ενισχύοντας την εγχώρια παραγωγή και μεταποίηση.
* Αξιοποίηση των clusters του αγροδιατροφικού τομέα, συνδέοντας τεχνολογία με εφαρμοσμένη καινοτομία.
* Δημιουργία προϋποθέσεων για τη συνεργασία όλων των μελών του οικονομικού οικοσυστήματος, με στόχο την αύξηση των συνεργειών.
* Περιορισμό και βελτίωση του κόστους βασικής μεταφοράς, αποθήκευσης και δευτερογενούς διανομής, μέσω προηγμένων λύσεων μεταφορών και logistics (transport & logistics excellence).
* Σταθεροποίηση των τιμών μέσω lean retail πρακτικών και αποδοτικότερης εφοδιαστικής αλυσίδας με την υιοθέτηση τεχνικών προγραμματισμού πωλήσεων & λειτουργιών (S&OP -sales & operations planning) σε όλο το μήκος της.
Τέσσερις διαφορετικές κατευθύνσεις
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να σχεδιάσουμε ένα ολιστικό, συνεκτικό και μακροπρόθεσμο πλαίσιο πολιτικής και μετρήσιμων επιχειρησιακών δράσεων, προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα:
* Ενίσχυση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας (local sourcing) σε κρίσιμους τομείς όπως τρόφιμα, ενέργεια και βασικά καταναλωτικά αγαθά, όχι μόνο ως λύση ανάγκης, αλλά ως πλεονέκτημα ευελιξίας, ιχνηλασιμότητας (traceability) και branding.
* Δημιουργία δεικτών παραγωγικότητας ανά κλάδο και περιφέρεια, δημοσίως προσβάσιμων και συνδεδεμένων με αναπτυξιακά εργαλεία, για στοχευμένη παρακολούθηση και βελτίωση.
* Παροχή φορολογικών και επενδυτικών κινήτρων σε επιχειρήσεις που βελτιώνουν την παραγωγικότητα ανά μονάδα ενέργειας, εργασίας ή πόρου.
* Ανάδειξη της παραγωγικότητας ως εργαλείου κοινωνικής δικαιοσύνης, που αποφέρει περισσότερη αξία, με ορθολογικότερη χρήση των πόρων.
Το επόμενο μεγάλο στοίχημα, λοιπόν, για την ελληνική οικονομία, δεν είναι μόνο το πώς θα προστατέψει τον καταναλωτή, αλλά το πώς θα προστατέψει την αξία που δημιουργεί η ίδια.
Η παραγωγικότητα, ειδικά όταν ενσωματώνει κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, δεν αποτελεί απλώς ένα εργαλείο επιχειρησιακής βελτίωσης. Αποτελεί πυλώνα σταθερότητας και αναπτυξιακής προοπτικής για τη χώρα. Είναι το επόμενο συλλογικό στοίχημα, οικοδομώντας τις βάσεις για ένα πιο ανθεκτικό, ευέλικτο και δίκαιο οικονομικό μοντέλο.
Σε ένα ευμετάβλητο διεθνές περιβάλλον, η δυνατότητα της Ελλάδας να παράγει περισσότερα, εξυπνότερα και αποδοτικότερα, θα κρίνει τόσο τις επιδόσεις της οικονομίας της, όσο και την ποιότητα της κοινωνικής της συνοχής.