Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει σύντομα σε παρεμβάσεις που θα μειώσουν το κόστος των εγχώριων βιομηχανιών, δίνοντάς τους με αυτό τον τρόπο τη δυνατότητα να συνεχίσουν να παραμένουν διεθνώς ανταγωνιστικές. Μάλιστα, το κυβερνητικό επιτελείο βρίσκεται σε τελική φάση αξιολόγησης των εναλλακτικών προτάσεων που έχουν τεθεί επί τάπητος, ώστε το αμέσως επόμενο διάστημα να «κλειδώσουν» και να ανακοινωθούν οι σχετικές πρωτοβουλίες.
Με την εγχώρια βιομηχανία να εκπέμπει εδώ και καιρό «σήμα» για την ανάγκη ελάφρυνσης του ενεργειακού κόστους, το θέμα έχει πλέον αναρριχηθεί ψηλά στις κυβερνητικές προτεραιότητες. Ένας σημαντικός λόγος είναι πως ανάλογα μέτρα στήριξης έχουν υιοθετηθεί από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ. Επομένως, αν δεν υπάρξουν ανάλογες κινήσεις και εντός των συνόρων, τότε θα υπονομευτεί η εξωστρέφεια της εθνικής οικονομίας.
Σημαντική επίσης παράμετρος είναι το γεγονός ότι λύσεις που δρομολογήθηκαν πρόσφατα, για την ελάφρυνση των ενεργοβόρων επιχειρήσεων από το ενεργειακό κόστος, έδειξαν στην πορεία ότι δεν θα έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ενδεικτική περίπτωση η επιτάχυνση στην υλοποίηση «πράσινων» διμερών συμβάσεων (PPAs) που είχαν υπογράψει ενεργοβόροι καταναλωτές, με την προτεραιοποίηση στη σύνδεση των αντίστοιχων έργων ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστημα.
Ωστόσο, όπως έγραψε χθες το insider.gr, το μέτρο του ΥΠΕΝ θα έχει τελικά περιορισμένη αποτελεσματικότητα, καθώς τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν στην πορεία έχουν ως αποτέλεσμα οι εν λόγω διμερείς συμβάσεις να μην εξασφαλίζουν πλέον ανταγωνιστικό ενεργειακό κόστος, με συνέπεια οι βιομηχανίες να υπαναχωρούν από τις συμφωνίες.
«Ενεργειακό δάνειο»
Όσον αφορά τα μέτρα που εξετάζονται, το επικρατέστερο σενάριο είναι να υιοθετηθεί μία παραλλαγή του ιταλικού μοντέλου, το οποίο έχει υιοθετηθεί από τη γειτονική χώρα για τη στήριξη της βιομηχανικής παραγωγικής της βάσης. Το πλεονέκτημα αυτής της λύσης είναι πως έχει εγκριθεί από την DG Comp στην περίπτωση της Ιταλίας, επομένως μπορεί να εφαρμοστεί άμεσα και στη χώρα μας, χωρίς να τίθεται θέμα κρατικών ενισχύσεων.
Σε μία τέτοια περίπτωση, οι ελληνικές βιομηχανίες θα λάβουν ένα τριετές «ενεργειακό δάνειο», με ποσότητες «πράσινου» ηλεκτρισμού σε σταθερή τιμή για όλο αυτό το χρονικό διάστημα (στην Ιταλία η τιμή καθορίστηκε στα 65 ευρώ ανά Μεγαβατώρα). Το «δάνειο» αυτό θα αφορά όλες τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις υψηλής και μέσης τάσης (υπολογίζονται σε 60), καλύπτοντας το ποσοστό των αναγκών τους σε ρεύμα που θα επιλέξει η πολιτεία.
Για παράδειγμα, αν αποφασιστεί να καλυφθεί όλη η κατανάλωσή τους, τότε θα πρέπει να τους παραχωρηθούν 7,4 TWh (Τεραβατώρες) «πράσινης» ενέργειας, για κάθε ένα από τα τρία έτη. Το «δάνειο» θα συναφθεί με τον ΔΑΠΕΕΠ, υπογράφοντας με τον Διαχειριστή ένα συμβόλαιο (συμβόλαιο επί της διαφοράς, CfD), το οποίο θα διασφαλίζει ότι η τιμή τροφοδοσίας των επιχειρήσεων θα είναι σταθερή.
Επιστροφή «πράσινης» ενέργειας
Όπως είναι φυσικό, για να εξασφαλίζεται ανταγωνιστικό κόστος στις βιομηχανίες η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας του «δανείου» θα πρέπει να είναι χαμηλότερη από το χονδρεμπορικό κόστος – εξ ου και η επιλογή των 65 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Αυτό σημαίνει πως ο ΔΑΠΕΕΠ θα πρέπει να αποζημιώνεται από τον εθνικό προϋπολογισμό, για να μην «γράφει» ζημίες. Στην περίπτωση των 7,4 TWh, το κόστος εκτιμάται σε 260 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Για να αποπληρώσουν το «δάνειο», οι βιομηχανίες θα αναλάβουν, σε βάθος 20ετίας, να επιστρέψουν στον ΔΑΠΕΕΠ τη διπλάσια ενέργεια από αυτή που τους παραχωρήθηκε τα τρία χρόνια. Αν για παράδειγμα τους παραχωρηθεί ενέργεια 7,4 TWh σε τιμή 65 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, θα πρέπει να επιστρέψουν 14,8 TWh μέσα σε 20 χρόνια, στην ίδια τιμή.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να στηρίξουν την ανάπτυξη μονάδων ΑΠΕ που θα παράγουν την αντίστοιχη «πράσινη» ενέργεια. Και πάλι για το σενάριο επιστροφής 14,8 TWh, θα χρειαστούν έργα ΑΠΕ ισχύος 1,3 GW περίπου. Τα έργα αυτά μπορούν είτε να αναλάβουν να τα κατασκευάσουν οι ίδιες οι βιομηχανίες, είτε να εξασφαλίσουν αυτή την ενέργεια συνάπτοντας PPAs με παραγωγούς ΑΠΕ για 20 χρόνια. Υπό αυτή την έννοια, ίσως αναβιώσουν κάποια από τα PPAs που έχουν υπογράψει βιομηχανίες με επενδυτές ΑΠΕ και τα οποία πλέον έχουν περιέλθει στα αζήτητα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραπάνω «αρχιτεκτονική» επί της ουσίας προωθεί τη διείσδυση των ΑΠΕ, μέσω της στήριξης των βιομηχανιών. Ωστόσο, απαντά σε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ιταλικής αγοράς ενέργειας, που δεν υπάρχουν στη χώρα μας – π.χ. στην Ελλάδα υπάρχει έτσι κι αλλιώς πληθώρα ώριμων έργων προς ανάπτυξη, επομένως δεν χρειάζεται να δρομολογηθούν νέα. Σε κάθε περίπτωση, αν επιλεγεί αυτή η λύση, οι όποιες αλλαγές από το ιταλικο μοντέλο θα πρέπει να είναι σημειακές, ώστε και η ελληνική εκδοχή να μπορεί να καλυφθεί από την υπάρχουσα έγκριση της DG Comp.
Το νέο Πλαίσιο Κρατικών Ενισχύσεων
Καταλύτη στη δρομολόγηση της στήριξης του βιομηχανικού ενεργειακού κόστους αποτέλεσε το «σήμα» της Κομισιόν, για τη δυνατότητα των χωρών-μελών να στηρίξουν τη βιομηχανική τους παραγωγή. Η δυνατότητα αυτή δίνεται από το νέο Πλαίσιο Κρατικών Ενισχύσεων με σκοπό τη στήριξη της Συμφωνίας για την Καθαρή Βιομηχανία (CISAF, Clean Industrial Deal State Aid Framework), το οποίο εγκρίθηκε μέσα στο καλοκαίρι.
Το CISAF δίνει τη δυνατότητα στα κράτη -μέλη να επιστρατεύσουν τους εθνικούς προϋπολογισμούς με σκοπό την προσωρινή ελάφρυνση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για τους εγχώριους ενεργοβόρους καταναλωτές. Σε αυτή την περίπτωση, η κρατική ενίσχυση θα απορροφά ποσοστό των αυξημένων τιμών για μερίδιο της κατανάλωσης των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, θα πρέπει με αυτό τον τρόπο να επιφέρεται το πολύ κατά 50% μείωση της ετήσιας μέσης τιμής χονδρικής αγοράς, για όχι περισσότερο από το 50% της κατανάλωσης. Επίσης, η τιμή μετά τη μείωση δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από 50 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Στη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση των τριών νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, τόσο ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος όσο και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, είχαν αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο για παρέμβαση προς αυτή την κατεύθυνση.
Ανάγκη για μέτρα
Επίσης, με αφορμή την ανακοίνωση του νέου Πλαισίου Κρατικών Ενισχύσεων, 16 εγχώριες βιομηχανικές ενώσεις είχαν αποστείλει κοινή επιστολή, στην οποία τόνιζαν την ανάγκη λήψης μέτρων.
«Με δεδομένο ότι η εγχώρια αγορά ενέργειας είναι μακράν η ακριβότερη στην Ευρώπη, θεωρούμε αυτονόητο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών και αξιοποιώντας το νέο Πλαίσιο θα εφαρμόσει αντίστοιχα μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους και στήριξης της προσπάθειας βελτίωσης του ανθρακικού αποτυπώματος στη βιομηχανία μας», επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην επιστολή.
Το κείμενο συνυπέγραφαν μεταξύ άλλων ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ), η Ελληνική Παραγωγή – Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη, ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ) και ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ).