Σε πιο «καθαρά» νερά δείχνει να κολυμπά το ελληνικό ψάρι, με τον κλάδο της εγχώριας ιχθυοκαλλιέργειας να ποντάρει σε ακόμη καλύτερες μέρες, διασφαλίζοντας τη θέση που του αξίζει τόσο σε επίπεδο εθνικής παραγωγής, όσο και στον παγκόσμιο διατροφικό χάρτη.
Η επόμενη μέρα ενός από τους πιο δυναμικούς και εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας κρύβει μεν προκλήσεις, ωστόσο οι προοπτικές ανάπτυξης ανοίγουν νέους ορίζοντες, με ζητούμενο την τόνωση της επιχειρηματικότητας και την ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση της εξωστρέφειας και της ανταγωνιστικότητας του χώρου και με οδηγό τις επενδύσεις και την καινοτομία.
Οι καλύτερες τιμές της 20ετίας
Σύμφωνα με κορυφαία στελέχη του κλάδου που έδωσαν το «παρών» σε ημερίδα για την υπεύθυνη ιχθυοκαλλιέργεια και την οποία διοργάνωσε η Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ), σε συνεργασία με το MarinTrust, παγκόσμιο πρόγραμμα πιστοποίησης παραγωγής τροφών για τα ψάρια εκτροφής, η φετινή χρονιά προδιαγράφεται πάρα πολύ καλή για τον κλάδο λόγω της διαμόρφωσης των τιμών.
«Οι τιμές πώλησης είναι οι καλύτερες τιμές της 20ετίας, γεγονός που δίνει ώθηση στις επιχειρήσεις» που δραστηριοποιούνται στον χώρο, τόνιζαν τα εν λόγω στελέχη.
Αναμένοντας λύση για το χωροταξικό
Ωστόσο τα βασικά προβλήματα του κλάδου παραμένουν. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ο χωροταξικός σχεδιασμός των καλλιεργειών αποτελεί αναμφίβολα το μεγαλύτερο «αγκάθι» για τον κλάδο. Όπως προκύπτει από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΟΠΥ, ως προς τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις έχει σημειωθεί μικρή πρόοδος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2023 ιδρύθηκε μόλις μια Περιοχή Οργανωμένης Ανάπτυξης των Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ). Συνολικά έχουν ιδρυθεί από το 2011, μόλις έξι από τις 23 ΠΟΑΥ, περιλαμβανομένης και αυτήν που ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 2023.
Παρά τις διαδοχικές παρατάσεις που έχουν δοθεί, το χωροταξικό των υδατοκαλλιεργειών εξακολουθεί να παρουσιάζει καθυστερήσεις υποβαθμίζοντας την αναπτυξιακή προοπτική, τον εξορθολογισμό της παραγωγικής διαδικασίας αλλά και την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Ωστόσο, πριν από μερικές ημέρες, από το βήμα της 89ης ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέλαβε τη δέσμευση για προώθηση του χωροταξικού ζητήματος του κλάδου. «Σύντομα -κι εδώ θα πιέσω τους υπουργούς, γιατί έχουμε εξαντλήσει λίγο τα χρονικά μας περιθώρια- θα τελειώσουν τα ειδικά χωροταξικά πλαίσια, τόσο για τη βιομηχανία όσο για τον τουρισμό και για τις ιχθυοκαλλιέργειες, τομέας κρίσιμος για τον πρωτογενή τομέα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
«Η εξαγγελία του πρωθυπουργού για την ολοκλήρωση του ειδικού χωροταξικού σχεδίου για τις ιχθυοκαλλιέργειες (ΠΟΑΥ), αποτελεί μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη για την ΕΛΟΠΥ και τα μέλη της - για τους 12.000 εργαζόμενους, τις τοπικές κοινωνίες και τη συνεισφορά στις εξαγωγές της χώρας. Πρόκειται για μια διαχρονική εκκρεμότητα, που συνδέεται άμεσα με τη βιώσιμη ανάπτυξη, τη διαφάνεια στις διαδικασίες αδειοδότησης και τη δημιουργία σαφούς πλαισίου για επενδύσεις. Το μήνυμα του πρωθυπουργού αποτελεί οδηγό για το αρμόδιο Υπουργείο, προκειμένου να δρομολογηθούν οι απαραίτητες ενέργειες και να προχωρήσει ουσιαστικά η υλοποίηση της εξαγγελίας αυτής. Ως ΕΛΟΠΥ έχουμε υποχρέωση και το έχουμε αποδείξει διαχρονικά ότι πρόθεσή μας είναι να συνεργαστούμε με όλους τους φορείς έχοντας ως γνώμονα το κοινό συμφέρον, την περιβαλλοντική ισορροπία και την περιφερειακή ανάπτυξη», ανέφερε σε δήλωσή του λίγες ώρες μετά τις εξαγγελίες του κ. Μητσοτάκη, ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ, Απόστολος Τουραλιάς.
Οι μεγάλες προκλήσεις του κλάδου
Πέραν του χωροταξικού ζητήματος, ο κλάδος της εγχώριας ιχθυοκαλλιέργειας βρίσκεται αντιμέτωπος με πληθώρα προκλήσεων τα τελευταία χρόνια, όπως η γραφειοκρατία, το υψηλό κόστος παραγωγής, η αδυναμία πρόσβασης των επιχειρήσεων του κλάδου σε τραπεζική χρηματοδότηση, η όξυνση του ανταγωνισμού από την Τουρκία και φυσικά η ιλιγγιώδης ταχύτητα με την οποία «τρέχει» η κλιματική αλλαγή.
«Η κλιματική αλλαγή ξαναγράφει τον χάρτη της γεωργίας και της θαλάσσιας ζωής», τόνισε, απευθύνοντας χαιρετισμό στην ημερίδα η Διευθύντρια Επικοινωνίας της ΕΛΟΠΥ, Ισμήνη Μπογδάνου.
Στελέχη δε του κλάδου κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη μείωση της ελληνικής παραγωγής, εκτιμώντας ότι αν αυτή η τάση συνεχιστεί και υπάρξει μεγάλη συρρίκνωση της ελληνικής παραγωγής, δεν αποκλείεται να υπάρξουν ακόμη και φαινόμενα ελληνοποιήσεων.
Η σημασία των ιχθυοτροφών και η εικόνα στην Ελλάδα
Στη διάρκεια της ημερίδας συζητήθηκε εκτενώς ο κρίσιμος ρόλος των θαλάσσιων συστατικών στην παραγωγή ιχθυοτροφών, καθώς και οι διεθνείς προδιαγραφές για την περιβαλλοντικά υπεύθυνη αλίευση πρώτων υλών.
Σύμφωνα με τον Deputy Division Director της Sustainable Fisheries Partnership, Dave Martin, κάθε συστατικό που αφορά στην παραγωγή ιχθυοτροφής θα πρέπει να καλύπτεται από πλήρη διαφάνεια, ενώ οι παραγωγοί ιχθυοτροφών θα πρέπει να δεσμευθούν για τις κινήσεις που διασφαλίζουν το μέλλον τους, καθώς και για την ανάληψη πρωτοβουλιών με στόχο τον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην παραγωγή ιχθυοτροφών.
Μιλώντας για την εικόνα των ιχθυοτροφών στην Ελλάδα ο πρόεδρος της Irida, Νίκος Παπαϊωάννου, ανέφερε ότι η παραγωγή αγγίζει τις 290.000 τόνους, οι εξαγωγές ανέρχονται σε 30.000 τόνους και οι εισαγωγές σε 12.000 τόνους, ενώ η κατανάλωση εκτιμάται σε 272.000 τόνους. Συνολικά υπάρχουν οκτώ εργοστάσια παραγωγής ιχθυοτροφών τη χώρα, ενώ ο τζίρος της αγοράς εκτιμάται στα 400 εκατ. ευρώ.
Στην ερώτηση «τι τρώνε τα ψάρια;» ο κ. Παπαϊωάννου εξήγησε ότι απαιτούνται δύο κιλά ιχθυοτροφής για την παραγωγή ενός κιλού ψαριού (τσιπούρα και λαβράκι), αποκαλύπτοντας δε πως η Ελλάδα χρησιμοποιεί ελάχιστο ποσοστό ιχθυαλεύρου και ιχθυελαίου αλιείας το οποίο είναι πιστοποιημένο για την αειφορία του.
«Οι συνθέσεις των ελληνικών ιχθυοτροφών κατά 50-55% προέρχονται από μετατροπή υπολειμμάτων σε πρώτες ύλες, καθιστώντας τες παράδειγμα προς μίμηση κυκλικής οικονομίας», σημείωσε.
Ο κλάδος σε αριθμούς
Το 2024 χαρακτηρίστηκε έτος σταθερότητας για τον κλάδο μετά την «τέλεια καταιγίδα» που έπληξε το ελληνικό ψάρι τη διετία 2022-2023 στη σκιά της όξυνσης των πληθωριστικών πιέσεων.
Όπως προκύπτει από την τελευταία ετήσια έκθεση Υδατοκαλλιέργειας της ΕΛΟΠΥ, η παραγωγή ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας το 2023 ανήλθε σε 131.300 τόνους αξίας 752 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας μείωση 4% ως προς τον όγκο και την αξία πωλήσεων σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η τάση αυτή χαρακτηρίζει τον κλάδο της μεσογειακής υδατοκαλλιέργειας σε ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο και είναι αποτέλεσμα των πρόσφατων γεωπολιτικών εξελίξεων που επηρέασαν τόσο τις επιχειρήσεις όσο και την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.
Η τσιπούρα και το λαβράκι αποτελούν το 92% της παραγωγής και το υπόλοιπο 8% αποτελείται από άλλα μεσογειακά είδη όπως ο κρανιός και το βραχύπτερο φαγκρί. Αναλυτικότερα, η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού ανήλθε σε 121.300 τόνους (66.000 τόνοι τσιπούρας και 55.300 τόνοι λαβρακιού) συνολικής αξίας σχεδόν 697 εκατ. ευρώ. Σε σχέση με το 2022 παρατηρείται πτώση 4,2% ως προς τον όγκο παραγωγής και πτώση 4,5% ως προς την αξία πωλήσεων. Σε σχέση με το 2022, η παραγωγή τσιπούρας σημείωσε πτώση 9% ως προς τον όγκο και πτώση 8% ως προς την αξία πωλήσεων ενώ το λαβράκι αύξηση κατά 2,5% ως προς τον όγκο και οριακή πτώση 0,2% ως προς την αξία πωλήσεων.
Αν και οι κλιμακούμενες πληθωριστικές πιέσεις στα τρόφιμα το 2023 είχαν σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές και στην κατανάλωση ψαριών, η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια διατήρησε την έντονη εξωστρέφεια της καθώς διέθεσε το 83% της παραγωγής σε 36 χώρες εκτός Ελλάδας και το υπόλοιπο 17% της παραγωγής στην εγχώρια αγορά. Το 2023 εξήχθησαν 100.361 τόνοι τσιπούρας και λαβρακιού αξίας 572 εκατ. ευρώ. Κυριότερες αγορές για το ελληνικό ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας παραμένουν παραδοσιακά η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, που απορροφούν πάνω από τη μισή ελληνική παραγωγή. Σε αυτές τις τρεις χώρες πωλήθηκε το 2023 το 61% της ελληνικής παραγωγής ή το 73% των εξαγωγών. Αν εξαιρεθούν ΗΠΑ, Ολλανδία, Γερμανία, Βουλγαρία, Πορτογαλία, Ρουμανία Καναδά, Κύπρο και Αγγλία όπου οι εξαγωγές κυμάνθηκαν από 1.000 - 5.000 τόνους, σε όλες τις υπόλοιπες 24 χώρες οι εξαγωγές κυμάνθηκαν κάτω των 800 τόνων.
Οι μέσες τιμές εξαγωγής το 2023 ήταν πιεσμένες κυρίως για το λαβράκι. Η μέση τιμή πώλησης της τσιπούρας κυμάνθηκε στα 5,24 ευρώ/κιλό παρουσιάζοντας οριακή βελτίωση 0,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος ενώ για το λαβράκι η μέση τιμή πώλησης μειώθηκε κατά 2,6 % στα 6,3 ευρώ/κιλό.
Οι προοπτικές του αύριο
«Η Ελλάδα με 15.000 χλμ ακτογραμμής και 3.000 νησιά έχει και θα συνεχίσει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της βιώσιμης ιχθυοκαλλιέργειας», δήλωσε στη συνέχεια ο κ. Παπαϊωάννου, με την κυρία Μπογδάνου να συμπληρώνει την ανάγκη να αντιληφθούν όλοι ότι η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια συνιστά μια «εθνική ευκαιρία».
«Η ισχυρή εξαγωγική δραστηριότητα της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας είναι αυτή που τη διαφοροποιεί», σημείωσε από την πλευρά της η πρόεδρος της Federation of European Aquaculture Producers (FEAP) και μέλος του ΔΣ της ΕΛΟΠΥ, Lara Barazi-Γερουλάνου, καθιστώντας σαφές πως πρόκειται για έναν κρίσιμο κλάδο για το σύνολο της αγροδιατροφής, ο οποίος χρειάζεται να επενδύσει στην καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη.
Η Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ), κύριος φορέας ανάπτυξης της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας, ιδρύθηκε το 2016 με αποστολή την ενίσχυση της παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων των εταιρειών-μελών της, εδραιώνοντας την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια ως ηγετική δύναμη στην Ελλάδα και τις διεθνείς αγορές. Σήμερα, περιλαμβάνει 22 μέλη, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% της εγχώριας παραγωγής και εξάγουν τα προϊόντα τους σε 40 χώρες.