Σε επί τα βελτίω αναθεώρηση των στόχων της για καθαρή πιστωτική επέκταση άνω των 2,5 δισ. ευρώ (έναντι 2 δισ. ευρώ) για φέτος, κέρδη ανά μετοχή άνω των 1,4 ευρώ ανά μετοχή (έναντι 1,3 ευρώ ανά μετοχή) και απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων άνω του 15% (από 13% προηγουμένως) προχώρησε η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, στη βάση του ισχυρού σετ αποτελεσμάτων του δευτέρου τριμήνου.
Η τράπεζα, αναθεώρησε επίσης την καθοδήγηση για το κόστος κινδύνου σε επίπεδα χαμηλότερα των 45 μονάδων βάσης, έναντι των 50 μονάδων τον Μάρτιο του 2025, ενώ «κλείνει το μάτι» σε υψηλότερα έσοδα από προμήθειες.
Η διοίκηση του Παύλου Μυλωνά διατηρεί μια πειθαρχημένη στρατηγική αξιοποίησης των πλεοναζόντων κεφαλαίων που θα δημιουργεί περαιτέρω αξία για τους μετόχους. Βασικές επιλογές είναι ένα υψηλότερο payout που θα ξεπερνά το υπάρχον 60%, η οργανική ανάπτυξη, τα syndicated loans, η επιστροφή θεραπευμένων δανείων, αλλά και τυχόν ευκαιρίες που μπορεί να προκύψουν στο πλαίσιο των συγχωνεύσεων και εξαγορών, των joint ventures.
Όπως ανέφερε ο CEO της Εθνικής, στην ενημέρωση των αναλυτών για τα αποτελέσματα του δευτέρου τριμήνου, «αυτό που δεν έχουμε συμπεριλάβει στις εκτιμήσεις μας και είναι δύσκολο να σας το περιγράψω είναι ο χρόνος. Προς το παρόν, έχουμε λάβει πρόβλεψη για payout 60% για το 2025 και σχεδιάζουμε να το αυξήσουμε, αλλά αυτό απαιτεί διάλογο και έγκριση από τον επόπτη. Στο σκέλος της ανόργανης ανάπτυξης, εξετάζουμε επιλογές που καλύπτουν την ανάγκη του μετασχηματισμού, είτε ως προς το μέγεθός τους, είτε ως προς την δραστηριοποίησή τους (όπως το digital), είτε πρόκειται για κάποιο άλλο τμήμα της αγοράς. Έχουμε δείξει με την πάροδο του χρόνου ότι έχουμε την υπομονή και δεν θα κάνουμε τίποτα που θα καταστρέψει την αξία. Δυστυχώς, σε αυτού του είδους τις συναλλαγές, είναι δύσκολο να δεσμευτεί κανείς για το χρονοδιάγραμμα. Ας ελπίσουμε ότι αυτό σας δίνει την κατεύθυνση του ταξιδιού», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Παύλος Μυλωνάς. Ο ίδιος άφησε ανοιχτό για το επόμενο call, το ενδεχόμενο περαιτέρω αύξησης του payout από φέτος.
Να σημειωθεί πως το excess capital ξεπερνά το 4% σε επίπεδο CET1, καθώς ο δείκτης κεφαλαίου θα παραμένει σταθερά υψηλότερα του 18% μεσοπρόθεσμα έναντι ενδιάμεσου στόχου για 14%. Κατά το πρώτο εξάμηνο, ο δείκτης CET1 της τράπεζας διαμορφώθηκε στο 18,9% μετά από πρόβλεψη για payout 60%, εκ του οποίου θα δοθεί ενδιάμεσο μέρισμα στα τέλη του έτους ίσο με το 1/3 του συνόλου (20% των κερδών). Όπως ανέφερε ο Π. Μυλωνάς το ενδιάμεσο μέρισμα θα δοθεί σε μετρητά, ενώ τα buybacks θα διατηρηθούν για όσο διάστημα η τιμή της μετοχής το επιτρέπει. Η τράπεζα επιβάρυνε επίσης την κεφαλαιακή της θέση λαμβάνοντας πρόβλεψη για την επίδραση της «Βασιλείας IV» και της εποπτικής προσαρμογής για απόσβεση DTC.
Η καθαρή πιστωτική επέκταση για το δεύτερο τρίμηνο διαμορφώθηκε στα 1,2 δισ. ευρώ (στα 900 εκατ. αναπροσαρμόζοντας για την επίπτωση από τη συναλλαγματική ισοτιμία και την αποπληρωμή senior bond), έναντι 0,3 δισ. στο πρώτο τρίμηνο, με τις συνολικές εκταμιεύσεις να φτάνουν τα 2,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2 δισ. αφορούσαν μεγάλες εταιρικές χορηγήσεις. Στα syndicated loans, η διοίκηση επισήμανε πως είναι εξαιρετικά μικρή η έκθεση εκτός Ευρώπης. «Θα δούμε αν υπάρξει κάποια αλλαγή, αλλά προς το παρόν πρόκειται κυρίως για ευρωπαϊκή έκθεση». ανέφερε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής.
Επιπλέον, τα καθαρά έσοδα από τόκους υποχώρησαν κατά 17 εκατ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση, στα 531 εκατ. ευρώ, ελαφρώς υψηλότερα από το consensus που τοποθετούνταν στα 529 εκατ. ευρώ, λαμβάνοντας σημαντικά οφέλη από την ανατιμολόγηση των προθεσμιακών και των hedges - NMDs (non maturing deposits - καταθέσεις πελατών χωρίς συγκεκριμένη λήξη).
Όπως ανέφερε ο CFO της Εθνικής Χρίστος Χριστοδούλου, «υποθέτουμε ότι θα υπάρξει μια ακόμη μείωση επιτοκίων τον Σεπτέμβριο που θα φέρει τα επιτόκια στο 1,75%. Επομένως, εάν συμβεί αυτό, η προσδοκία μας είναι ότι θα υπάρξει μια μικρή μείωση στα καθαρά έσοδα από τόκους το επόμενο τρίμηνο. Τώρα, προφανώς, η καθοδήγησή μας για αυξημένη πιστωτική επέκταση σε σχέση με το αρχικό πλαίσιο καθώς και οποιαδήποτε ανοδική πορεία, ας πούμε, στα επιτόκια στο μέλλον, μπορεί να οδηγήσει υψηλότερα». Ωστόσο, όπως συμπλήρωσε «το μεγαλύτερο μέρος αυτού του δυνητικού οφέλους πιθανότατα θα περάσει στα καθαρά έσοδα από τόκους του επόμενου έτους. Συνεπώς, θα υπάρξει μια μικρή μείωση στο επόμενο τρίμηνο και εν συνέχεια μια σταθεροποίηση μέχρι τα τέλη του 2025.
Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο υποχώρησε στο 2,82%, έναντι 2,91% στο πρώτο τρίμηνο (χαμηλότερα κατά 58 μονάδες βάσης από το υψηλό), με το Euribor τριμήνου στο 2,11%. Οι καταθέσεις αυξήθηκαν στα 59,2 δισ. ευρώ σε επίπεδο ομίλου, έναντι 56,5 δισ. στο πρώτο, με τις προθεσμιακές μόλις κατά 0,2 δισ. υψηλότερα (στα 9,5 δισ.) και το κόστος αυτών να αναμένεται να υποχωρήσει σε επίπεδα χαμηλότερα του 1,3%.
Τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν στα 221 εκατ. ευρώ, λαμβάνοντας σημαντική ώθηση από τα επενδυτικά προϊόντα, τις εκταμιεύσεις μεγάλων επιχειρηματικών δανείων και τις αναξιοποίητες πιστωτικές γραμμές.
Παράλληλα, η τράπεζα δε θα προχωρήσει σε σχηματισμό πρόσθετων προβλέψεων για δάνεια σε ελβετικό φράγκο και step up. Και αυτό διότι η έκθεση της σε ελβετικό είναι περιορισμένη (στα τέλη χρήσης 2024 ήταν στα 183 εκατ. ευρώ) ενώ εξυπηρετούνται κανονικά. Επιπλέον, είχε «τρέξει» αρκετά νωρίτερα το θέμα των δανείων σε πρόγραμμα μειωμένων καταβολών (step up ρυθμίσεις) για μετατροπή τους σε τοκοχρεωλυτικών δόσεων.