Το πιο καθοριστικό βήμα για την υλοποίηση δύο επενδύσεων που θα αυξήσουν όχι μόνο την εγκατεστημένη ισχύ ΑΠΕ στο εγχώριο ηλεκτρικό σύστημα, αλλά και το δυναμικό αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, πραγματοποιήθηκε χθες με την έγκριση από την Κομισιόν του λειτουργικού σχήματος στήριξης των αντίστοιχων πρότζεκτ, «Faethon» και «Σέλι».
Στο πρότζεκτ «Faethon», επενδυτικός φορέας είναι η Κοινοπραξία «ΦΑΕΤΗΟΝ», από τον Όμιλο Τσάκου σε συνεργασία με την «Ilos New Energy Greece», του γερμανικού γκρουπ Altus AG. Η επένδυση αφορά περιλαμβάνει την κατασκευή στον Δομοκό δύο φωτοβολταϊκών μονάδων καθεμία από τις οποίες θα έχει δυναμικότητα 252 MW, καθώς και την κατασκευή ολοκληρωμένων μονάδων θερμικής αποθήκευσης τηγμένου άλατος και ενός υποσταθμού υπερυψηλής τάσης.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Κομισιόν, το «Faethon» (όπως και το «Σέλι») προβλέπεται να ολοκληρωθούν έως τα μέσα του 2025. Όπως έχει γράψει το Insider.gr, η κοινοπραξία έχει υποβάλει από το τέλος του προηγούμενου έτους αίτηση ένταξης στις Στρατηγικές Επενδύσεις, για τη χορήγηση του κινήτρου της ταχείας αδειοδότησης. Το έργο αναμένεται να λάβει σύντομα το σχετικό «πράσινο φως» από τη Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων. Σύμφωνα με την αίτηση, η επένδυση θα ανέλθει σε 490 εκατ. ευρώ.
«Θερμική» μπαταρία
Για την αποθήκευση «πράσινων» κιλοβατώρων από τα φωτοβολταϊκά, ώστε αυτές να τροφοδοτήσουν το ηλεκτρικό σύστημα όταν υπάρχει ζήτηση για να καλύψουν, θα αξιοποιηθεί μία πρωτοποριακή τεχνολογία στις αντίστοιχες μονάδες, η οποία έχει αξιοποιηθεί έως σήμερα κυρίως σε ηλιοθερμικούς σταθμούς. Η τεχνολογία αυτή βασίζεται σε κύκλους θέρμανσης – ψύξης τηγμένου (λιωμένου) άλατος.
Σύμφωνα με τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για το έργο, το άλας θα είναι μίγμα νιτρικού καλίου και νιτρικού νατρίου, ενώ θα περιλαμβάνεται σε κλειστό σύστημα, για την αποφυγή διαρροών. Έτσι, η παραγωγή των φωτοβολταϊκών θα ηλεκτροδοτεί ηλεκτρικούς θερμαντήρες, ώστε το «ψυχρό» άλας (θερμοκρασίας 220 βαθμών Κελσίου) να θερμανθεί στους 550 βαθμούς Κελσίου.
Η διαδικασία θέρμανσης, δηλαδή «φόρτισης» κάθε μονάδας, θα διαρκεί περί τις 6 ώρες. Για την «εκφόρτισή» της, το θερμό άλας θα χρησιμοποιείται για την παραγωγή ατμού, ο οποίος θα τροφοδοτεί έναν ατμοστρόβιλο ισχύος 15 MW, ώστε να παραχθεί ξανά ηλεκτρική ενέργεια. Η «εκφόρτιση» θα διαρκεί 6,3 ώρες περίπου, ώστε το άλας να ψυχθεί εκ νέου στους 220 βαθμούς Κελσίου και να είναι έτοιμο για την επανάληψη του κύκλου.
Ρεύμα για 80.000 νοικοκυριά
Στο «Σέλι», επενδυτικός φορέας είναι η Green Line του Ομίλου «Agrogroup ΜΠΟΖΑΤΖΙΔΗΣ – ΜΗΤΣΙΟΛΙΔΗΣ». Το έργο πρόκειται να εγκατασταθεί στο Σέλι Ημαθίας και αποτελείται από φωτοβολταϊκό πάρκο ισχύος 309 MW και μπαταρίες ιόντων λιθίου χωρητικότητας 350 MWh.
Όπως αναφέρεται στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, το έργο θα παράγει 494.458 MWh ετησίως. Η παραγωγή αυτή ισοδυναμεί με τις ενεργειακές ανάγκες περίπου 80.000 νοικοκυριών.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Insider.gr, ο προϋπολογισμός του θα ανέλθει στα 300 εκατ. περίπου. Πέρα από την καινοτομία του -πριν από 2,5 χρόνια όταν ξεκίνησε η διαδικασία έγκρισης της Κομισιόν με την αποστολή ατομικής κοινοποίησης από την ελληνική πολιτεία- έχουν προβλεφθεί συγκεκριμένες προδιαγραφές για τη λειτουργία του, με σκοπό να αξιοποιείται μεγάλο μέρος της παραγωγής και τις ώρες που δεν υπάρχει ηλιοφάνεια (απόγευμα, βράδυ), αλλά και να ενισχύεται η ευστάθεια του ηλεκτρικού συστήματος.
Η φόρμουλα στήριξης
Και στα δύο πρότζεκτ, η έγκριση της Κομισιόν αφορά τη δημιουργία ενός σχήματος στήριξης για κάθε έργο, διάρκειας 20 ετών, το οποίο θα θεσπισθεί μέσω νομοθετικής ρύθμισης των συναρμόδιων υπουργείων. Στη ρύθμιση, θα προσδιορίζεται και το ύψος του εγγυημένου εσόδου κάθε πρότζεκτ, για τον υπολογισμό του οποίου προβλέπεται ειδική μαθηματική φόρμουλα.
Το εγγυημένο έσοδο θα έχει τη μορφή αμφίδρομης σύμβασης επί διαφοράς. Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως αν σε μηνιαία βάση δεν εξασφαλίζεται από τη συμμετοχή των μονάδων ΑΠΕ στην αγορά, τότε η διαφορά θα συμπληρώνεται με την κρατική ενίσχυση (μέσω του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ).
Για την κάλυψη αυτής της διαφοράς, η έγκριση της Κομισιόν προβλέπει πως σε ορίζοντα 20ετίας και για τα δύο πρότζεκτ μπορούν να διατεθεί ένα κονδύλι έως 1 δισ. ευρώ. Αντίθετα, για τους μήνες που οι αμοιβές των πρότζεκτ ξεπερνούν το εγγυημένο έσοδό τους, τότε θα επιστρέφουν τη διαφορά στο κράτος.