Τους πολλαπλούς κινδύνους που επιφέρει η λειψυδρία τονίζουν με αλλεπάλληλες έρευνες οργανισμοί και ιδρύματα φωτίζοντας αθέατες μέχρι τώρα όψεις της κρίσης του νερού. Εκτός από την πρωταρχική ανάγκη για επιβίωση, το νερό κινεί τα νήματα της παγκόσμιας οικονομίας και δεν είναι τυχαίο ότι σε κάποιες χώρες όπως η Λιβύη, τη Βενεζουέλα ή το Κουβέιτ είναι πιο ακριβό σε σχέση με τα καύσιμα. Μια πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ προειδοποιεί ότι οι αυξανόμενοι κίνδυνοι που σχετίζονται με το νερό θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα, εκτός εάν οι κεντρικές τράπεζες και οι ρυθμιστικές αρχές ενεργήσουν γρήγορα.
Η έκθεση, με τίτλο «Ενσωμάτωση των Κινδύνων που Σχετίζονται με το Νερό στα Πλαίσια Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας», υποστηρίζει ότι οι απειλές που συνδέονται με τη λειψυδρία, τις πλημμύρες και τη ρύπανση δεν αφορούν μόνο σε περιβαλλοντικά ζητήματα, αλλά και σε ουσιώδεις οικονομικούς κινδύνους οι που θα μπορούσαν να κλονίσουν την παγκόσμια οικονομική ανθεκτικότητα.
Η χρήση γλυκού νερού έχει ήδη ξεπεράσει τα ασφαλή πλανητικά όρια και η επιδείνωση των ξηρασιών και των πλημμυρών διαταράσσει την παραγωγή, καταστρέφει τα περιουσιακά στοιχεία και επιδεινώνει τα τρωτά σημεία της αλυσίδας εφοδιασμού.
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το νερό θα μπορούσαν να ανέλθουν στο 7-9% του παγκόσμιου ΑΕΠ, υψηλότεροι από εκείνους που προέρχονται από άλλες οικοσυστημικές υπηρεσίες.
Ο οργανισμός αναφέρει ότι οι κεντρικές τράπεζες, οι εποπτικές αρχές και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει επειγόντως να ενσωματώσουν τους κινδύνους που σχετίζονται με το νερό στα πλαίσια χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Ζητά ισχυρότερη εποπτεία και σαφέστερη αποκάλυψη των κινδύνων που σχετίζονται με το νερό από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς και νέες επενδύσεις σε δεδομένα, εργαλεία και μοντελοποίηση σεναρίων.
Μεταξύ των βασικών συστάσεών του είναι η ανάδειξη των κινδύνων που σχετίζονται με το νερό στις ατζέντες χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η διασφάλιση ότι αντιμετωπίζονται σε διεθνή φόρουμ όπως η G20 και το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Η έκθεση προτρέπει επίσης τις ρυθμιστικές αρχές να «απαιτούν ρητά τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, τη διαχείριση και την αποκάλυψη των κινδύνων που σχετίζονται με το νερό» και να ευθυγραμμίσουν τις χρηματοοικονομικές ροές με τη βιώσιμη χρήση του νερού και την προστασία των οικοσυστημάτων.
Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι η λειψυδρία, οι πλημμύρες και η μόλυνση μπορούν να διαταράξουν τις βιομηχανίες, να καταστρέψουν τις υποδομές και να προκαλέσουν πιστωτικές απώλειες και αστάθεια στην αγορά. Σε μεγάλη κλίμακα, αυτά τα σοκ μπορούν να γίνουν συστημικά, ιδίως όταν πλήττουν οικονομικούς κόμβους που εξαρτώνται από το νερό.
Με ποιους τρόπους ο χρηματοπιστωτικός τομέας επηρεάζεται από την κρίση νερού
Ο χρηματοπιστωτικός τομέας εκτίθεται σε κινδύνους που σχετίζονται με το νερό μέσω πολυάριθμων καναλιών. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι φυσικοί κίνδυνοι, όπως η υδρολογική αστάθεια, η υποβάθμιση της ποιότητας του νερού, η εξάντληση των υπόγειων υδάτων και η γήρανση ή η αστοχία των υποδομών ύδρευσης - καθένα από τα οποία μπορεί να επηρεάσει την απόδοση των περιουσιακών στοιχείων ή να αυξήσει το λειτουργικό κόστος. Περιλαμβάνουν επίσης κινδύνους μετάβασης, οι οποίοι μπορεί να προκύψουν από την αυστηροποίηση των κανονισμών για το νερό, τις μεταρρυθμίσεις τιμολόγησης, τις δικαστικές διαμάχες για την πρόσβαση ή τη ρύπανση ή τη μετατόπιση των προσδοκιών των επενδυτών και των καταναλωτών σχετικά με τη διαχείριση των υδάτων. Συγκεκριμένα, οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το νερό είναι συχνά τοπικά συγκεντρωμένοι αλλά παγκοσμίως σημαντικοί, με μη γραμμικούς βρόχους ανατροφοδότησης, περιορισμένη δυνατότητα υποκατάστασης και σύνθετες κανονιστικές ή γεωπολιτικές διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών λεκανών απορροής ποταμών.
Οι επαναλαμβανόμενες πλημμύρες ευρείας κλίμακας ή παρατεταμένη ξηρασία, μπορούν να προκαλέσουν δυσμενείς μακροοικονομικούς κλυδωνισμούς που επηρεάζουν ευρέως τις λειτουργίες ή τη λήψη αποφάσεων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων. Αυτοί οι κλυδωνισμοί μπορεί να μειώσουν την αγροτική ή βιομηχανική παραγωγή, να αυξήσουν το κόστος των εισροών, να μετατοπίσουν τις αξίες των περιουσιακών στοιχείων ή να μειώσουν τα έσοδα της κυβέρνησης, επηρεάζοντας έτσι την πιστωτική ποιότητα, τις αποτιμήσεις των εξασφαλίσεων, τις συνθήκες ρευστότητας και τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Με τη σειρά τους, αυτές οι δυναμικές μπορούν να αντικατοπτρίζονται στους χρηματοοικονομικούς ισολογισμούς μέσω της αύξησης των ποσοστών αθέτησης, της μείωσης των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, της μειωμένης δανειοδοτικής δραστηριότητας ή της αύξησης των προβλέψεων. Όλα αυτά εκτιμάται ότι θα έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία.
Πρόσφατα stress test καταδεικνύουν με ζοφερό τρόπο πόσο επηρεάζεται ο χρηματοπιστωτικός κλάδος. Στο Μαρόκο, φάνηκε ότι πάνω από το ένα τρίτο των χαρτοφυλακίων τραπεζικών δανείων εκτίθενται σε φυσικούς κλιματικούς κινδύνους από ξηρασία, κυρίως στη γεωργία, την επεξεργασία τροφίμων, τον τουρισμό και τα ευάλωτα νοικοκυριά. Στη Βραζιλία, ένα στρεσς τεστ ανέλυσε την ευαισθησία του χαρτοφυλακίου πιστώσεων στους φυσικούς κλιματικούς κινδύνους, και συγκεκριμένα στην ακραία ξηρασία με σενάρια για το 2020, 2030 και 2050. Στο τρέχον σενάριο, το 16% των συστημικών δανείων εκτίθενται σε κίνδυνο ξηρασίας, με το νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας να επηρεάζεται περισσότερο. Η έκθεση αυξάνεται σε 19% το 2030 και 20% το 2050, ιδίως στη νότια περιοχή. Η δοκιμή αντοχής της Ολλανδικής Κεντρικής Τράπεζας (DNB) παρέχει μια απεικόνιση των πιθανών απωλειών που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες σε ένα σενάριο μεγάλων πλημμυρών μέσω της έκθεσής τους σε ακίνητα και υποδομές. Η μελέτη διαπίστωσε σημαντικές επιπτώσεις για σενάρια εξαιρετικά σοβαρών πλημμυρών στις πυκνοκατοικημένες δυτικές περιοχές της Ολλανδίας, οι οποίες θα είχαν σημαντικές κεφαλαιακές επιπτώσεις στις ολλανδικές τράπεζες, με δυνατότητα να επηρεάσουν ουσιωδώς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.