Η έξαρση της αυθαίρετης αποτελεί χρόνια πληγή για τη χώρα και παρά τα ανασταλτικά μέτρα που έχουν ανακοινωθεί και ληφθεί την τελευταία διετία από το ΥΠΕΝ (διενέργεια ελέγχων, επίσπευση διαδικασιών, γκρέμισμα αυθαίρετων κατασκευών κλπ), η κινητήριος μηχανή ελέγχων, οι υπηρεσίες δόμησης, φαίνεται ότι λειτουργεί παροπλισμένη.
Η υποστελέχωση των πολεοδομιών της χώρας, η μαζική έξοδος έμπειρων επαγγελματιών από τις υπηρεσίες δόμησης αλλά και το γεγονός ότι το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δεν έχει ορίσει τον σχετικό αλγόριθμο δυνάμει του οποίου θα πραγματοποιούνταν οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι, αποτελούν σύμφωνα με τους επαγγελματίες στις υπηρεσίες δόμησης παράγοντες που ενισχύουν τον κίνδυνο μιας «νέας γενιάς e αυθαιρέτων».
Ο πρόεδρος των μηχανικών που εργάζονται στις Υπηρεσίες Δόμησης της χώρας κ. Δημήτρης Πετρόπουλος, μιλώντας σε ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στο ΤΕΕ από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων περιέγραψε με μελανά χρώματα την κατάσταση που επικρατεί στις πολεοδομίες τις χώρας και ανέδειξε τις αιτίες της υπολειτουργίας τους αλλά και λύσεις που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για την εύρυθμη λειτουργία τους.
Όπως ανέφερε ο κ. Πετρόπουλος, από τις 300.000 οικοδομικές άδειες και άλλες πράξεις που εκδίδονται ετησίως στην Ελλάδα, μόνο οι 30.000 ελέγχονται από τις πολεοδομίες ενώ οι υπόλοιπες εκδίδονται ηλεκτρονικά δίχως κανέναν έλεγχο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, ο Ν. 4495/17 δημιούργησε περισσότερα προβλήματα καθώς από το 2017 και μετά έχουν εκδοθεί χιλιάδες άδειες οι οποίες δεν έχουν ελεγχθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι όφειλε σύμφωνα με το Νόμο να διενεργηθεί υποχρεωτικά δειγματοληπτικός έλεγχο της νομιμότητας των υποβαλλόμενων μελετών και στοιχείων στο 30% των οικοδομικών αδειών, οι οποίες χορηγούνται χωρίς προέγκριση, καθώς και σε αυθαίρετες κατασκευές που «τακτοποιήθηκαν» σε ποσοστό τουλάχιστον 10%. «Όμως το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δεν έχει ορίσει τον σχετικό αλγόριθμο δυνάμει του οποίου θα πραγματοποιούνταν οι δειγματοληπτικοί έλεγχο, με αποτέλεσμα να μην έχουν ποτέ ελεγχθεί οι άδειες αυτές δημιουργώντας τον κίνδυνο μιας νέας γενιάς e αυθαιρέτων με απρόβλεπτες συνέπειες. Ο Ν.5106/24 χωρίς ποτέ να υπάρξει αυτός ο απολογισμός, προχωρά στην επέκταση του περιορισμού του Δημόσιου Ελέγχου και στον έλεγχο των αυθαίρετων κατασκευών, παραδίδοντας τον στους «ελεγκτές δόμησης» και σε ασαφή κλιμάκια ελέγχου», αναφέρει στην εισήγησή τους.
Οι μισοί δήμοι της χώρας δεν διαθέτουν Υπηρεσία Δόμησης
Σύμφωνα με τα περσινά στοιχεία της Ε.Ε.Τ.Α.Α.Α., από τους 332 Δήμους της χώρας, οι 168 μόλις δήμοι, δηλαδή το 51%, διαθέτουν Υπηρεσία Δόμησης, ενώ οι 164, δηλαδή το 49%, όχι. Από τις 168 Υπηρεσίες Δόμησης, οι 16 (10%) λειτουργούν μερικώς, λαμβάνοντας υποστήριξη από άλλες Υ.ΔΟΜ. Επίσης, από τη μελέτη προκύπτει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των δήμων κάτω των 10.000 κατοίκων δεν διαθέτουν Υπηρεσία Δόμησης, 33 δήμοι άνω των 25.000 κατοίκων δεν διαθέτουν Υπηρεσίες Δόμησης, εκ των οποίων οι 16 είναι άνω των 40.000 κατοίκων ενώ περισσότεροι από τους μισούς μεσαίους Δήμους δεν διαθέτουν Υπηρεσία Δόμησης.
Από τις 168, οι 4 δεν διαθέτουν καθόλου προσωπικό, 22 δεν έχουν καθόλου Μηχανικό Π.Ε., 28 απασχολούν μόνο 1 Μηχανικό Π.Ε. ή Τ.Ε., άλλες 28 έχουν μόνο δύο και 16 διαθέτουν τρεις μηχανικούς. Οι 98 από τις 168 Υπηρεσίες Δόμησης λειτουργούν με ελλιπέστατο προσωπικό, πολύ κάτω ακόμη και από τα ελάχιστα κριτήρια του Νόμου. Επιπρόσθετα, απουσιάζουν και οι απαιτούμενες ειδικότητες εφόσον 20 από αυτές δεν διαθέτουν Πολιτικό Μηχανικό, 76 δεν διαθέτουν Αρχιτέκτονα Μηχανικό, 74 δεν διαθέτουν Τοπογράφο Μηχανικό και 94 δεν διαθέτουν Ηλεκτρολόγο ή Μηχανολόγο Μηχανικό.
Όπως αναφέρεται στην εισήγηση της Ομοσπονδίας, η μεταφορά των Υπηρεσιών Δόμησης από τις Νομαρχίες στους Δήμους με τον Καλλικράτη έγινε βιαστικά, χωρίς διάλογο και σχεδιασμό. «Κατά τη μεταφορά τους, πολλοί έμπειροι συνάδελφοι/σες αποσύρθηκαν είτε λόγω βιαστικής συνταξιοδότησης, είτε λόγω προτίμησης να παραμείνουν σε άλλες υπηρεσίες. Δημιουργήθηκε το καινοφανές σχήμα, Υπηρεσίες ενός Δήμου να υποστηρίζουν άλλους Δήμους, μέχρι να συγκροτήσουν και αυτοί ΥΔΟΜ, γεγονός το οποίο, τις περισσότερες φορές δε συνέβη ποτέ. Τα προβλήματα επιδεινώθηκαν λόγω ταυτόχρονης εισόδου στην εποχή των Μνημονίων. Οι προσλήψεις «πάγωσαν», οι αποχωρήσεις γενικεύθηκαν, με αποτέλεσμα το προσωπικό να συρρικνώνεται διαρκώς έκτοτε. Το πρόβλημα είναι ότι μαζί με παλαιότερες έμπειρες γενιές Μηχανικών έφυγε μαζί τους και μια πολύτιμη πείρα η οποία ποτέ δε μεταβιβάστηκε ορθά στις υπηρεσίες και στις επόμενες γενιές, παρά μόνο αποσπασματικά και μερικών. Η κρίση των κατασκευών και η ύφεση έκρυψαν τα μεγάλα προβλήματα που δημιουργήθηκαν "κάτω από το χαλί"», επισημαίνεται στο σχετικό κείμενο της εισήγησης της Ομοσπονδίας.
Ταυτόχρονα, τα Παρατηρητήρια Δόμησης του Ν.4495/17 ποτέ δε συγκροτήθηκαν και στελεχώθηκαν και στη συνέχεια εξαφανίζονται οριστικά. Ως προς αυτό, η Ομοσπονδία υπογραμμίζει ότι ο έλεγχος της δόμησης σε άλλο επίπεδο διοίκησης από αυτό που εκδίδει τις άδειες και στις έδρες των Περιφερειακών Ενοτήτων θα μπορούσε να αποτελέσει μια λειτουργική διέξοδο, αλλά κανείς δεν είχε την πολιτική βούληση να προχωρήσει σε στελέχωση με προσωπικό και μέσα ώστε οι Υπηρεσίες να κάνουν τη δουλειά τους. Η μεταφορά της αρμοδιότητας σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης ακυρώνει την αναγκαία τοπικότητα των ελέγχων. Είναι πρακτικά αδύνατο μια κεντρική Υπηρεσία στην Αθήνα να αναλάβει τον έλεγχο κάθε γωνιάς της χώρας. Επιπλέον, οι προτεινόμενες διαδικασίες είναι ιδιαίτερα δαπανηρές για τον κρατικό προϋπολογισμό, με το κόστος των μετακινήσεων, των ημερήσιων αποζημιώσεων των ασαφών κλιμακίων ελέγχου σε κάθε γωνιά της χώρας. Η προτεινόμενη δε στελέχωση της Γενικής Διεύθυνσης Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών και της Διεύθυνσης Εφαρμογής Σχεδιασμού και Ελέγχου Δομημένου Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με συνολικά 40 μόλις Υπαλλήλους είναι ενδεικτική της αντίληψης που κυριαρχεί, όταν για τα Παρατηρητήρια Δόμησης τα σχέδια προέβλεπαν περίπου 500.
Η Γενική Διεύθυνση Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών ΥΠΕΝ αποτελείται από τα δύο Σώματα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων της Βόρειας και της Νότιας Ελλάδας (το καθένα επιπέδου Διεύθυνσης), καθώς και το Συντονιστικό Γραφείο Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζημιών (επιπέδου Τμήματος). Δεν υπάρχει «Σώμα επιθεωρητών περιβάλλοντος», όπως αναφέρει το κείμενο του σχεδίου νόμου. Στα 2 Σώματα υπάγονται τα Τμήματα Επιθεώρησης Δόμησης και Κατεδαφίσεων, που αναλαμβάνουν με το νέο νόμο όλη την αρμοδιότητα ελέγχων. Τα 2 Τμήματα έχουν αυτή τη στιγμή: 12 υπαλλήλους η Βόρεια Ελλάδα και 9 η Νότια, συμπεριλαμβανομένων των Διοικητικών. «Η επιλογή των Ελεγκτών Δόμησης για τη στελέχωση των Κλιμακίων ελέγχου είναι κατά τη γνώμη μας λανθασμένη και πρέπει να αντικατασταθεί από τους ήδη υπηρετούντες στα Τμήματα Ελέγχου Κατασκευών Υπαλλήλους μαζί με τις αναγκαίες νέες προσλήψεις. Δεν είναι δυνατό να απαλείφεται και να εξαφανίζεται η πείρα ετών που έχει αποκτηθεί από τους Υπαλλήλους Μηχανικούς που δουλεύουν για πολλά χρόνια στο αντικείμενο του ελέγχου των αυθαιρέτων, όπως και να αγνοείται η μελλοντική τους Υπηρεσιακή πορεία», υπογράμμισε η ΠΟ ΕΜΔΥΔΑΣ.