Τα λεφτά είναι πολλά: 3,17 δισ. ευρώ μοιράστηκαν από τον ΟΠΕΚΕΠΕ σε 1.036.561 δικαιούχους, σύμφωνα με τις εγγραφές στη δημόσια πλατφόρμα διαφάνειας https://transpay.opekepe.gr/. Ο λόγος για μια πλατφόρμα που τηρούν τα κράτη με εντολή Βρυξελλών, καθιστώντας δημόσιες για 2 έτη τις πληρωμές των κονδυλίων της ΚΑΠ και ανέδειξε το ρεπορτάζ του Insider.
Για να γίνει αντιληπτό το ύψος των κονδυλίων, να πούμε πως σχεδόν το ίδιο ποσό (3,3 δισ. ευρώ) δαπανήθηκε πέρυσι από το Ταμείο Ανάκαμψης. Μόνο που τα λεφτά της ΚΑΠ διανέμονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, εδώ και δεκαετίες. Και με κάποια μορφή θα μείνουν και μετά το Ταμείο Ανάκαμψης που τελειώνει…
Ας δούμε λοιπόν κάποια στατιστικά για την κατανομή του χρήματος στην Ελλάδα το 2023 (υπάρχουν στοιχεία 2024 αλλά επηρεάζονται από τις αποζημιώσεις για τις καταστροφές του Ντάνιελ). Να διευκρινήσουμε πως η πλατφόρμα δημοσιεύει ενιαία και τις άμεσες ενισχύσεις προς τον αγροτικό τομέα (που έχουν μπει στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας), αλλά και τις παρεμβάσεις αγροτικής ανάπτυξης που αντιπροσωπεύουν περίπου το 1/3ο του ποσού. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για το πακέτο της ΚΑΠ για την στήριξη του πρωτογενή τομέα.
Από τον πίνακα λοιπόν με τις πιο υψηλές σε αξία πληρωμές από τον ΟΠΕΚΕΠΕ που επεξεργάσθηκε το Insider φαίνεται πως ένα μεγάλο μέρος της πίττας από τα 3,17 δις ευρώ πήγαν σε λίγους: πάνω από 340 εκατ. ευρώ διατέθηκαν σε 1.470 οντότητες (φυσικά και νομικά πρόσωπα) τα οποία έλαβαν από 50.000 ευρώ και πάνω.
Αν αυξηθεί η «περίμετρος» των δικαιούχων, το συμπέρασμα είναι το ίδιο: πάνω από 20.000 ευρώ έλαβαν 11.600 οντότητες οι οποίες συνολικά πήραν 632,34 εκατ. ευρώ. Ομοίως, πάνω από 5.000 ευρώ έλαβαν 85.310 δικαιούχοι οι οποίοι συνολικά πήραν 1,43 δισ. ευρώ!
Τα υπόλοιπα λεφτά (1,74 δισ. ευρώ από τα 3,17 δισ. ευρώ) μοιράσθηκαν στους… πολλούς, δηλαδή σε 951.251 οντότητες που έλαβαν ποσά αξίας κάτω των 5.000 ευρώ. Κάποιες πληρωμές ήταν λίγα μόνο ευρώ…
Σύμφωνα με τα στοιχεία, υπάρχουν πολλά ονόματα πάνω από μία φορά, πιθανόν για την πληρωμή τους από διαφορετικά καθεστώτα ενίσχυσης που δικαιούνται (πχ κονδύλια για τις άμεσες ενισχύσεις ή για τις παρεμβάσεις αγροτικής ανάπτυξης). Άρα ο πραγματικός αριθμός των δικαιούχων είναι μικρότερος από τις εγγραφές στην πλατφόρμα. Είναι κυρίως φυσικά πρόσωπα (που έχουν κάποια αγροτική/κτηνοτροφική δραστηριότητα ή κάποιο δικαίωμα ή αναπτυξιακή δράση). Υπάρχουν, ωστόσο, και πολλά νομικά πρόσωπα (από εταιρείες έως φορείς του ευρύτερου Δημοσίου ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου εκτός γενικής κυβέρνησης) πολλά εκ των οποίων έχουν ιδιαίτερα υψηλές πληρωμές.
Και αν δεν είναι απολύτως σαφές το τι τελικά παίρνουν οι αγρότες, είναι ξεκάθαρο πως τα λεφτά δεν έπιασαν τόπο, αφού ο κλάδος φθίνει. Η ΕΛΣΤΑΤ στην έρευνα εργατικού δυναμικού καταγράφει 425,1 χιλιάδες απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα το 1ο τρίμηνο του 2025, έναντι 478,9 χιλιάδων το 2024, 483,1 χιλιάδων το 2023 και 667 χιλιάδων το 2001! Δηλαδή έχουμε μία ταχύτατη μείωση της απασχόλησης στον κλάδο, όταν συνολικά η απασχόληση στη χώρα έχει σχεδόν επιστρέψει στα επίπεδα του 2001. Επιπλέον η γεωργική/κτηνοτροφική παραγωγή έχει πέσει πολύ κάτω από το 5% του ΑΕΠ και βαίνει μειούμενη.
Βιώνοντας λοιπόν ένα καλοκαίρι με νέο κύκλο ανατιμήσεων και στα τρόφιμα (στα κρέατα κατά 6,2% ή στα φρούτα κατά 19,3% τον Ιούλιο), αλλά και με τεράστιες καταστροφές από τις πυρκαγιές (που συνδέονται άμεσα με την κλιματική κρίση αλλά και με την ερήμωση της υπαίθρου), να επισημάνουμε πως πρώτα απ όλα χαμένοι από το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ είναι οι ίδιοι οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι. Δηλαδή όσοι παλεύουν να παραμείνουν στο επάγγελμα, όσοι μάχονται καθημερινά την κλιματική και την πληθωριστική κρίση και βλέπουν πως θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη χρηματική στήριξη αλλά τα λεφτά (που υπάρχουν) πάνε… αλλού. Πάνε σε οντότητες που δεν θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν ή δεν θα έπρεπε να πάρουν τόσα.
Ωστόσο, ο μεγάλος χαμένος είναι άλλος: είναι συνολικά η ελληνική κοινωνία και οικονομία. Και τούτο όχι μόνο λόγω του ίδιου του σκανδάλου ΟΠΕΚΕΠΕ και όσων προκάλεσε ή θα προκαλέσει, αλλά και γιατί πλέον είναι σαφές πως η χώρα θα μπορούσε να είναι καλύτερα προφυλαγμένη έναντι των τεκτονικών αλλαγών που έχουν ήδη έρθει. Η διατροφή κρίση είναι εμφανής στις τιμές στο «ράφι», ενώ η ερήμωση της υπαίθρου προκαλεί ευρύτερους κινδύνους που δύσκολα αναστρέφονται. Με άλλα λόγια, η διασπάθιση πόρων εμπόδισε την θωράκιση ολόκληρης της οικονομίας και της κοινωνίας.
Πλέον, όλα αυτά που συμβαίνουν απαιτούν άμεση δράση και μεγάλες τομές πέρα από όσα τώρα συζητούνται και κανονικά θα έπρεπε να θεωρούνται δεδομένα. Δηλαδή δεν φτάνει μόνο η στήριξη της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής με διαφάνεια, νομιμότητα και αποτελεσματικότητα. Είναι αναγκαία και μία ολιστική προσέγγιση της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης. Μία ανάπτυξη με έμφαση στη χωρικότητα και με άλμα σύνδεσης του πρωτογενή τομέα με το σύνολο: με το περιβάλλον (πολιτική στήριξης των περιδασικών περιοχών, προσαρμογή στη λειψυδρία κ.λπ.), αλλά και με την αντιμετώπιση του δημογραφικού και της στεγαστικής κρίσης, με την εκμετάλλευση των νέων τεχνολογιών και με τον τουρισμό που αντιμετωπίζει πλέον τις δικές του προκλήσεις.