Η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό «καταστροφικών» δαπανών υγείας, σε σχέση με τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης, με βάση την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ, με μόνο δύο κράτη, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία να βρίσκονται σε χειρότερη θέση.
Ουσιαστικά στη χώρα μας, 1 εκατ. πολίτες οδηγούνται σε οικονομική στενότητα και αβεβαιότητα, με τους πιο ευάλωτους να κινδυνεύουν από φτωχοποίηση, προκειμένου να πληρώσουν για δαπάνες υγείας. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα εμφανίζεται «πρωταθλήτρια» στις ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες για το 12,1% του πληθυσμού της, με κύριο αίτιο το κόστος και δευτερεύοντες παράγοντες (μικρότερης εμβέλειας) την απόσταση από τη δομή υγείας και την διάρκεια της αναμονής για το κλείσιμο του ραντεβού.
Τα σοκαριστικά ευρήματα προκύπτουν-και επιβεβαιώνονται- από δύο ανεξάρτητες έρευνες, φανερώνοντας τα μεγάλα κενά που εξακολουθούν να υπάρχουν στο δημόσιο σύστημα υγείας, τα οποία υποχρεώνουν τους πολίτες να επιβαρυνθούν οικονομικά προκειμένου να πληρώσουν από την τσέπη τους πρωτίστως για φάρμακα, καθώς και για νοσηλείες και γιατρούς.
Το πόρισμα του ΟΟΣΑ
Η πρώτη έρευνα που φανερώνει το μέγεθος των ελλείψεων στο δημόσιο σύστημα υγείας είναι η έκθεση του ΟΟΣΑ 2025 «Health at a glance», που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα, η οποία φανερώνει πως το 9,5% των πολιτών, δηλαδή περίπου 1 εκατομμύριο Έλληνες βρίσκονται αντιμέτωποι με «καταστροφικές δαπάνες υγείας». Σε απλά λόγια αυτό σημαίνει πως οι πολίτες περιορίζουν άλλα έξοδα για ζωτικές ανάγκες (διατροφή, πληρωμές ΔΕΚΟ), προκειμένου να καλύψουν ιατρικές ανάγκες.

Στις καλύτερες θέσεις της λίστας του ΟΟΣΑ βρίσκονται η Ολλανδία και η Ιρλανδία (με 0,5% και 1,2% των νοικοκυριών αντίστοιχα να βιώνουν καταστροφικές δαπάνες υγείας), ενώ στις δυσμενέστερες θέσεις συναντούμε την Ινδία (με 15,8%) και την Βουλγαρία με (19,2%).
Στην έτερη κλίμακα του ΟΟΣΑ με τους πολίτες που έχουν ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες, στις 3 καλύτερες θέσεις βρίσκονται η Τσεχία (με 0,5% του πληθυσμού), η Ολλανδία (με 0,6%) και η Γερμανία (με 0,8%), με την Ελλάδα να κατατάσσεται τελευταία στην 31η θέση (με 12,1%). Για την ιστορία, η Βουλγαρία σε αυτόν τον δείκτη βρίσκεται αρκετές θέσεις πιο ψηλά από την πατρίδα μας, με 1,1% του πληθυσμού να αναφέρει ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες.

Διπλάσια ιδιωτική δαπάνη υγείας από το ευρωπαϊκό μέσο όρο
Η ιδιωτική συμμετοχή στις δαπάνες υγείας στην Ελλάδα αγγίζει το 34% (στο σύνολο των δαπανών) και είναι υπερδιπλάσια από το ευρωπαϊκό μέσο όρο που διαμορφώνεται στο 15%. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης «Health at a glance» 2025 του ΟΟΣΑ, οι Έλληνες δαπανούν κατά μέσο όρο το ,3% του προϋπολογισμού του κάθε νοικοκυριού για ιατρικές ανάγκες. Συνολικά, το 34% των δαπανών υγείας το πληρώνουμε από τη τσέπη μας και σύμφωνα με την έκθεση το 40,32% δαπανάται για φάρμακα, το 32,02% για νοσηλείες, το 16,33% για επισκέψεις σε γιατρούς και το 11,34% για οδοντιατρικές υπηρεσίες.

Το πόρισμα του ΙΠΟΚΕ
Στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα έχει καταλήξει προγενέστερη μελέτη του Ινστιτούτου Πολιτικών Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών (ΙΠΟΚΕ) που συντόνισε ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας ΕΚΠΑ και Ακαδημαϊκός Συντονιστής στο MBA «Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας» του Πανεπιστημίου της Αθήνας, Γιάννης Υφαντόπουλος.
Σφίγγει προοδευτικά ο κλοιός στα νοικοκυριά
Τα στατιστικά για την Ελλάδα των τελευταίων ετών φανερώνουν προοδευτική γραμμική αύξηση στις καταστροφικές δαπάνες από 7% του πληθυσμού το 2010 σε 8.9% το 2019 και σε 9,5% το 2024. Οι καταστροφικές δαπάνες υγείας οδηγούν σε οικονομική στενότητα, φτωχοποίηση των ευάλωτων νοικοκυριών και δυσκολία στην πρόσβαση σε απαραίτητες υπηρεσίες υγείας. Όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, Γιάννης Υφαντόπουλος, καταστροφικές δαπάνες υγείας ορίζονται οι δαπάνες που υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο όριο του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος του νοικοκυριού, αναγκάζοντάς το να μειώσει έξοδα για άλλες βασικές του ανάγκες.
- Διαβάστε ακόμα - Ελονοσία: Η πρόοδος απειλείται από την αντοχή στα φάρμακα - 282 εκατ. κρούσματα το 2024
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας πρόσφατα δημοσιοποίησε την παγκόσμια έκθεση για τις καταστροφικές δαπάνες υγείας, οι οποίες πλήττουν διεθνώς 1,6 δισ. ανθρώπους, θέτοντας το όριο κοντά στο 30-40% του εισοδήματος του νοικοκυριού. Ωστόσο, αυτά τα ποσοστά ποικίλουν και μπορεί να είναι και μικρότερα (10%-20%-25%) ανάλογα με το κατά κεφαλήν εισόδημα και με την ακρίβεια των βασικών αγαθών και του κόστους ζωής, σε κάθε κράτος. Στην Ελλάδα, η ανισορροπία ανάμεσα στους χαμηλούς ακόμα μισθούς και τις συντάξεις, που δεν έχουν επανέλθει στα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα, με την συνεχιζόμενη ακρίβεια των αγαθών και του κόστους ζωής, τροφοδοτούν το περαιτέρω άνοιγμα της ψαλίδας και επιδεινώνουν την οικονομική ασφυξία, στα νοικοκυριά με χρόνιους ασθενείς.
Ο καρκίνος συνδέεται στενότερα με τις καταστροφικές δαπάνες υγείας
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος να βρεθεί ένα νοικοκυριό αντιμέτωπο με καταστροφικές δαπάνες υγείας είναι στις πιο «φτωχές» περιφέρειες, όπως στην Ήπειρο και τη Μακεδονία, όμως «νησίδες» φτώχειας υπάρχουν παντού, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρίας, Ευάγγελος Φιλόπουλος, προσθέτοντας πως ακόμα και στην Αττική που θεωρούμε πως όλοι έχουμε εύκολη πρόσβαση σε Δομές Υγείας, υπάρχουν νησίδες φτώχειας με «αποκλεισμένους» ανθρώπους.
Το βασικότερο αίτιο για να προκληθεί καταστροφική δαπάνη σε νοικοκυριό είναι να νοσήσει ένα μέλος του με καρκίνο, με τον Ευάγγελο Φιλόπουλο να υπογραμμίζει πως όταν ένα μέλος της οικογένειας νοσεί με καρκίνο, υποφέρει όλη η οικογένεια, ειδικά όταν νοσεί η μητέρα.
«Μιλάμε για καταστροφικές δαπάνες υγείας ιδίως αν νοσεί άτομο παραγωγικής ηλικίας (εργαζόμενος) ή μητέρα, καθώς υπάρχει βαρύς αντίκτυπος στα παιδιά. Η οικονομική περιπέτεια της χώρας με τα μνημόνια άφησε ισχυρό αποτύπωμα στο δημόσιο σύστημα υγείας που πλέον απαιτεί ιδιαίτερη τόλμη και ικανότητες για να αποκατασταθεί και να ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια. Τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δεν θα εμποδίσουν την εμφάνιση εντονότερων ανισοτήτων στο άμεσο μέλλον, αναφορικά με την πρόσβαση των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας.
Χωρίς κοινή προσπάθεια όλων των συμμετεχόντων στην χάραξη και εφαρμογή πολιτικών υγείας δεν πρόκειται να βελτιωθεί η κατάσταση των Ελλήνων όταν ξαφνικά εμφανίζεται στο προσκήνιο η ασθένεια ή ένας τραυματισμός», επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρίας, Ευάγγελος Φιλόπουλος προσθέτοντας πως με τα σημερινά δεδομένα είναι πολλοί οι ασθενείς που ματώνουν οικονομικά όταν αρρωστήσουν και πρόκειται για ανθρώπους νοικοκυραίους της διπλανής (στην κυριολεξία) πόρτας.