Το πρόβλημα της μεγάλης έλλειψης εργατικού δυναμικού που αντιμετωπίζει ο τουριστικός κλάδος υπογραμμίζει με άρθρο του η Guardian, την ώρα που οι επισκέπτες από το εξωτερικό ετοιμάζονται να κατακλύσουν και φέτος την Ελλάδα.
To ρεπορτάζ του βρετανικού μέσου ξεκινά από την ταβέρνα Καρυάτις κάτω από την Ακρόπολη, και την ανακοίνωση στη είσοδό της η οποία «τα λέει όλα»: «Ζητούνται προσωπικό, σεφ, σερβιτόροι, προσωπικό κουζίνας».
Με έναν αριθμό ρεκόρ τουριστών να αναμένεται να επισκεφθούν την Αθήνα αυτό το καλοκαίρι, οι ιδιοκτήτες του εστιατορίου δεν ρισκάρουν. «Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να βρεις υπαλλήλους», δήλωσε στην Guardian ο Δημήτρης Σταθοκωστόπουλος, ο οποίος διευθύνει το εστιατόριο με τον αδελφό του. «Ο τουρισμός σίγουρα βρίσκεται σε άνοδο, αλλά σήμερα οι Έλληνες προτιμούν να εργάζονται 9 με 5 σε δουλειές γραφείου που δεν απαιτούν ώρες εργασίας τη νύχτα ή το Σαββατοκύριακο».
Καθώς η θερινή σεζόν βρίσκεται ένα βήμα πριν το επίσημο άνοιγμα, η αναζήτηση προσωπικού για να διατηρηθεί ο κλάδος στην επιφάνεια έχει μετατραπεί σε μια απροσδόκητη επείγουσα ανάγκη. Η Ελλάδα μπορεί να είναι από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς της Ευρώπης, αλλά οι εργαζόμενοι είναι σε έλλειψη, τονίζει η Guardian.
Οι ελλείψεις είναι τέτοιες που μόλις λίγες εβδομάδες πριν από την άφιξη των τουριστών, εκτιμάται ότι περίπου 80.000 θέσεις εργασίας δεν έχουν ακόμη καλυφθεί στον τομέα των τροφίμων και των ξενοδοχείων - τη ραχοκοκαλιά ενός κλάδου που, αντιστοιχεί στο 25% του ΑΕΠ και αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας.
Σε εθνικό επίπεδο, οι ξενοδόχοι βρίσκονται σε έναν αγώνα δρόμου για να βρουν διευθυντές ρεσεψιόν, καθαριστές, ναυαγοσώστες, θυρωρούς, σερβιτόρους και μάγειρες. Σε νησιά με μεγάλη τουριστική κίνηση όπως η Κρήτη και η Ρόδος, οι αναφορές για ξενοδόχους που «κλέβουν» υπαλλήλους από ανταγωνιστές με υποσχέσεις για καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας έχουν εκτοξευθεί.
«Είναι εν μέρει μια κληρονομιά της πανδημίας την οποία έχει νιώσει όλη η Ευρώπη, αλλά στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ», δήλωσε ο Γιώργος Χότζογλου, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στην Εστίαση και τον Τουρισμό (ΠΟΕΕΤ). «Αυτό που βλέπουμε είναι μια άνευ προηγουμένου έλλειψη εξειδικευμένων και έμπειρων εργαζομένων, ειδικά στον ξενοδοχειακό και επισιτιστικό κλάδο, μετά την έξοδο των εργαζομένων κατά τη διάρκεια του lockdown. Πολλοί δεν επέστρεψαν ποτέ. Ως αποτέλεσμα, εκτιμάται ότι χρειάζονται τώρα 80.000 θέσεις εργασίας».
Για τον Χότζογλου, ευθύνεται η εποχικότητα του τομέα. «Μόλις τελειώσει η σεζόν, οι εργαζόμενοι δικαιούνται μόνο τρεις μήνες επιδόματος ανεργίας. Όταν υπάρχει κρίση κόστους ζωής, πώς αναμένεται να επιβιώσουν για το υπόλοιπο του έτους;»
Μετανάστες και τουρισμός
Ο τουρισμός δεν είναι ο μόνος τομέας που πλήττεται από την έλλειψη εργατικού δυναμικού, τονίζει η Guardian. Οι κατασκευές και η γεωργία έχουν επίσης επηρεαστεί από την έλλειψη σε μια χώρα που όχι μόνο αντιμετωπίζει μια δραματική δημογραφική παρακμή, αλλά εξακολουθεί να ταλανίζεται από την μετανάστευση περισσότερων από 500.000, κυρίως φοιτητών και εργαζομένων υψηλής ειδίκευσης, στο αποκορύφωμα της σχεδόν δεκαετούς οικονομικής κρίσης της.
Σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος, εν μέρει λόγω πιέσεων από τους τοπικούς βουλευτές, η κεντροδεξιά κυβέρνηση επιδίωξε να νομιμοποιήσει περίπου 30.000 μη εγγεγραμμένων μεταναστών. Έχει επίσης υπογράψει μια σειρά διμερών συμφωνιών «για την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού» με τρίτες χώρες, όπως η Αίγυπτος, το Βιετνάμ, το Μπαγκλαντές, η Γεωργία, η Ινδία και η Μολδαβία.
Οι αιτούντες άσυλο, που μέχρι πρόσφατα βρίσκονταν σε δομές φιλοξενίας προσφύγων, θα αναλάβουν εργασία στη βόρεια Ελλάδα αργότερα αυτόν τον μήνα, αφού εκπαιδευτούν από την Ένωση Ξενοδόχων Ελλάδος - ένα πρωτοποριακό βήμα σε μια χώρα όπου η ακτοφυλακή και άλλοι αξιωματούχοι έχουν κατηγορηθεί από ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων για παράνομες επαναπροωθήσεις με σκοπό να κρατήσουν τους μετανάστες μακριά.
Από τότε που ανέλαβε τα ηνία του υπουργείου Μετανάστευσης τον Μάρτιο, ο Μάκης Βορίδης, έχει ορκιστεί να απελάσει τους «παράνομους μετανάστες», αυστηροποιώντας μια κυβερνητική πολιτική που υιοθετεί μια «σκληρή αλλά δίκαιη» προσέγγιση στη μετανάστευση, όπως αναφέρει η Guardian.
«Είναι αδιανόητο να συζητάμε για έναν αυξανόμενο αριθμό απελάσεων, όταν τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι στην Ελλάδα θα πρέπει να καλυφθούν 750.000 θέσεις εργασίας έως το 2050», δήλωσε η Σοφία Κουβελάκη, επικεφαλής του Home Project, ενός οργανισμού που υποστηρίζει παιδιά προσφύγων και μεταναστών στην Αθήνα.
«Περισσότερα από 1.400 παιδιά έχουν περάσει από τα καταφύγιά μας και εκατοντάδες έχουν αναδειχθεί όταν τους δόθηκε η ευκαιρία σε θέσεις εργασίας που συχνά απαιτούν πολύ υψηλή εξειδίκευση» αναφέρει.
Οι αξιωματούχοι δεν γνωρίζουν ότι το δίλημμα της Ελλάδας έχει επίσης προκληθεί από τη δική της επιτυχία επισημαίνει η Guardian. Σε μια ανακάμπτουσα οικονομία που είναι επίσης μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες στην Ευρώπη, τα ποσοστά ανεργίας έχουν μειωθεί στο μισό, από 18% σε 9%, τα τελευταία έξι χρόνια.
«Πεντακόσιες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας έχουν δημιουργηθεί σε τομείς που κυμαίνονται από τις κατασκευές έως την εφοδιαστική, τις υπηρεσίες λιανικής και την υγειονομική περίθαλψη», δήλωσε ο Σπύρος Πρωτοψάλτης, διοικητής της ελληνικής δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης, ΔΥΠΑ. «Η ρητορική γύρω από τις κενές θέσεις εργασίας είναι, νομίζω, λίγο υπερβολική, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν ανεκμετάλλευτες πηγές εργασίας... ξεκινώντας από τις γυναίκες».
Ο χρόνος όμως πιέζει. Μέχρι το 2028, το υπουργείο Τουρισμού της Αθήνας έχει προβλέψει 40 εκατομμύρια επισκέπτες - σχεδόν τέσσερις φορές τον πληθυσμό της χώρας - ως αποτέλεσμα των αυξημένων αφίξεων κυρίως από τις αναδυόμενες αγορές της Ινδίας και της Κίνας. Η τουριστική περίοδος επιμηκύνεται επίσης καθώς οι ταξιδιωτικές συνήθειες αλλάζουν με την κλιματική αλλαγή.
Εκτός από τους ξένους, η ελπίδα είναι ότι θα επιστρέψουν και οι Έλληνες που έφυγαν κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, δηλώνει ο Πρωτοψάλτης.
«Λέμε στον κόσμο: "επιστρέψτε"», είπε. «Η ελληνική οικονομία δεν είναι αυτό που θυμάστε. Τα πάει πολύ καλά».