Παρά τη συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της ισότητας των φύλων και της ίσης μεταχείρισης στην αμειβόμενη εργασία, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών - γυναικών στην Ελλάδα εξακολουθεί να υφίσταται, όπως μαρτυρούν τα στοιχεία του ΕΦΚΑ.
Η εξίσωση των αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων παραμένει άπιαστο όνειρο, καθώς σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία μηνιαίας απασχόλησης μισθωτών του ιδιωτικού τομέα (Δεκέμβριος 2024) ο μισθός των γυναικών υπολείπεται κατά 15% - τουλάχιστον - του μισθού των ανδρών σε αντίστοιχη θέση. Ως απόρροια αυτού, οι γυναίκες χρειάζεται να δουλέψουν περίπου 2 μήνες επιπλέον κάθε έτος για να καλύψουν τη μέση μισθολογική διαφορά.
Στο μεταξύ σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τις ΑΠΔ που υποβλήθηκαν στον ΕΦΚΑ:
- ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης για τους άνδρες ανέρχεται σε 1.473,07 € μεικτά, ενώ για τις γυναίκες σε 1.279,99 € μεικτά (διαφορά 193,08 €)
- το μέσο ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης για τους άνδρες ανέρχεται σε 62,64 € και για τις γυναίκες σε 54,55 € (διαφορά 8,09 €)
- το μέσο ημερομίσθιο μερικής απασχόλησης για τους άνδρες ανέρχεται σε 35,28 € και για τις γυναίκες σε 32,29 € (διαφορά 2,99 €)
- το συνολικό μέσο ημερομίσθιο για τους άνδρες ανέρχεται σε 58,67 € και για τις γυναίκες σε 49,35 € (διαφορά 9,32 €)
- ο συνολικός μέσος μισθός για τους άνδρες ανέρχεται σε 1.289,75 € μεικτά και για τις γυναίκες σε 1.078,59 € μεικτά (διαφορά 211,16 €). Συνεπώς οι γυναίκες λαμβάνουν το 83,6% τού συνολικού μέσου μισθού των ανδρών.
Και ενώ η ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών στην αμοιβή εργασίας παραμένει, τα στοιχεία του ΕΦΚΑ δείχνουν πως ο μέσος μισθός των 2.683.623 ασφαλισμένων φτάνουν στα 998 € καθαρά (μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών), από τα 1.188,04 € (μεικτά). Αντίστοιχα ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης ανήλθε σε 1.108,40 € καθαρά (1.385,50 € μεικτά), ενώ ο μέσος μισθός μερικής απασχόλησης ήταν 493,15 € καθαρά (566,85 € μεικτά).
Ως προς το είδος τής απασχόλησης, 2.034.135 ασφαλισμένοι εργάζονται με πλήρη απασχόληση (75,8%) και 652.428 με μερική απασχόληση (24,3%).

Σύμφωνα με την Ένωση για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝΥΠΕΚΚ), η κυβέρνηση οφείλει να λάβει άμεσα και να θεσπίσει τα παρακάτω μέτρα:
- Να αποδώσει εκ νέου το δικαίωμα της διαπραγμάτευσης για τον κατώτατο μισθό στους «κοινωνικούς εταίρους» (ΓΣΕΕ-ΣΕΒ-επαγγελματικές οργανώσεις μικρομεσαίων), καθώς και να επαναφέρει το προ Μνημονίων θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Σύμφωνα με έρευνα της Γενικής Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC), μόνο το 14% των Ελλήνων εργαζομένων καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
- Να αποκαταστήσει πλήρως τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και ιδιαίτερα τη σύναψη των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εργασίας και του ΙΝΕΠ/ΓΣΕΕ το 2024 υπεγράφησαν 26 ΣΣΕ (16 κλαδικές και 10 ομοιοεπαγγελματικές) και 217 επιχειρησιακές.
- Να επαναφέρει σε ισχύ τη μετενέργεια και την επεκτασιμότητα των ΣΣΕ
- Να απελευθερώσει πλήρως τις τριετίες αναγνωρίζοντας αναδρομικά και την περίοδο 2012-2023
- Να ξεπαγώσει τα οικογενειακά επιδόματα για εργαζόμενους και εργαζόμενες που άρχισαν την εργασία τους από το 2012 κι εφεξής, οι οποίοι μέχρι σήμερα δεν έχουν λάβει τα κατά νόμο και τις ΣΣΕ οικογενειακά επιδόματα
- Να εφαρμόσει άμεσα την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041 «Για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην ΕΕ»
- Να φέρει άμεσα προς κύρωση την 131/1970 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας «Για τον καθορισμό κατωτάτων μισθών και ημερομισθίων» μέσω συλλογικών συμβάσεων εργασίας
- Να θεσπίσει την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ) προκειμένου οι μισθοί να αναπροσαρμόζονται ετησίως κατά τουλάχιστον το ύψος του πληθωρισμού.
- Να αναδιοργανώσει το θεσμικό πλαίσιο του ΟΜΕΔ.