Είναι η πρώτη φορά που θα το ενστερνιστούμε -για την ώρα- απόλυτα αλλά είναι η πρόκληση των καιρών τέτοια που δε γίνεται διαφορετικά. Αυτό που αναφέρουμε ως έλλειψη ηγεσίας στην ΕΕ ή αδυναμία άσκησης νομοθετικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (και κατ’ επέκταση το Ευρωκοινοβούλιο) αποτελούν απλώς προφάσεις. Η πολύπλευρη γεωπολιτική πρόκληση που καλούμαστε να διαχειριστούμε στην παρούσα φάση απαιτεί εθνικές επιλογές που η ΕΕ δεν κλήθηκε ποτέ να κάνει κάτω από επείγουσα πίεση στο παρελθόν. Ή για την ακρίβεια, στο παρελθόν, κρίσιμες επιλογές στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προχώρησαν μόνο όταν η ανάγκη ήταν και επείγουσα και επιτακτική.
Μερικά παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά…
Η συζήτηση περί επέκτασης της οικονομικής στήριξης της Ουκρανίας αποτελεί κατ’ εξοχήν πολιτική επιλογή των κρατών-μελών. Αυτό άλλωστε έχει καταστεί προφανές από τον τρόπο με τον οποίο έχει κατ’ επανάληψη και όπου είναι εφικτό παραγκωνιστεί στη λήψη αποφάσεων η Ουγγαρία του Όρμπαν. Η Επιτροπή στην προκειμένη περίπτωση έχει πράγματι εξαντλήσει το ρόλο της. Οι 26 εκ των 27 είναι αυτοί που πλέον θα αποφασίσουν αν αντέχουν από κοινού αλλά και ανά κράτος να αφήσουν τη δοκιμαζόμενη Ουκρανία δίχως χρηματοδότηση από τον ερχόμενο Μάρτιο. Με ό,τι σημαίνει αυτό για τις γεωπονικές ισορροπίες και την ασφάλεια στην Ευρώπη. Κι αν το νομικό (και όχι μόνο) ρίσκο χρήσης των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων θα μοιραστεί από κοινού σε όλους.
Παράδειγμα δεύτερο…
Η αναμενόμενη επικύρωση της εμπορικής συμφωνίας από το Ευρωκοινοβούλιο αποτελεί ακόμη ένα τέτοιο παράδειγμα. Όχι γιατί το Κοινοβούλιο κακώς ζητά να παρέμβει -θεσμική δουλειά του είναι- αλλά γιατί η επιλογή αυτή στην υφιστάμενη Ευρώπη αφορά μία στρατηγική συμφωνία που λιγότερο σχετίζεται με το εμπορικό όφελος και περισσότερο με μία βασική επιλογή: Να «αγοράσει» η ΕΕ την ασφάλειά της τουλάχιστον όσο η ίδια δεν έχει τη δυνατότητα και τα μέσα να την εξασφαλίσει στο βαθμό που θα ήθελε. Τουλάχιστον αυτή είναι η οπτική που εμείς αντιλαμβανόμαστε… χωρίς να διεκδικούμε το αλάθητο.
Δυστυχώς ή ευτυχώς (ισχύουν και τα δύο) η ΕΕ δεν αποτελεί σήμερα ένα ενιαίο κράτος. Αποτελεί τη βέλτιστη δυνατή Ένωση κρατών που εξυπηρετεί κοινά συμφέρονται και κοινές επιδιώξεις. Και ναι, δυστυχώς, δεν έχει φτάσει στο επίπεδο να είναι όλα τα συμφέροντα κοινά και όλες οι επιδιώξεις ταυτόσημες. Συνεπώς, τα ίδια τα κράτη-μέλη και οι ηγεσίες τους, στην παρούσα φάση, έχουν μεγαλύτερη -και σε κρίσιμα ζητήματα- αποκλειστική- ευθύνη για την προώθηση αποφάσεων. Και για να μη χανόμαστε σε «δημοκρατικά αδιέξοδα», η ψήφος των ευρωβουλευτών του δημοκρατικού τόξου προφανώς και επηρεάζεται -αν όχι καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό- από τα εθνικά κόμματα.
Τι συμπέρασμα μπορεί να εξαχθεί από τα παραπάνω; Ένα πρώτο και αυτονόητο θα ήταν ότι «ή αλλάζουμε την ταχύτατα λήψης αποφάσεων με κόστος οικονομικό και όχι μόνο ή βουλιάζουμε» προς μία Ένωση διαχειριστική και καταδικασμένη σε πολιτική ανυπαρξία. Το δεύτερη -και πιο πιθανό κατά την άποψή μας- θέλει ορισμένα πρόθυμα κράτη-μέλη από κοινού με ομοϊδεάτες εξωτερικούς συνεργάτες να συμφωνούν σε περαιτέρω θεματική εμβάθυνση της ΕΕ. Στην περίπτωση αυτή οι δύο παραδοσιακές δυνάμεις της ΕΕ, η Γαλλία και η Γερμανία οφείλουν να πρωταγωνιστήσουν. Για λόγους ευρωπαϊκούς αλλά (ευτυχώς) και δικούς τους εθνικούς.
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΑΘΗΝΑ-ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.