Η παραθαλάσσια πόλη Σίνες, στις ακτές του Ατλαντικού, είναι περισσότερο γνωστή ως η γενέτειρα του Βάσκο ντα Γκάμα, του Πορτογάλου εξερευνητή που χάραξε την πρώτη θαλάσσια εμπορική διαδρομή από την Ευρώπη στην Ασία. Αιώνες αργότερα, η Σίνες αποτελεί πλέον παράδειγμα της μετατόπισης στη σχέση της Ευρώπης με το Πεκίνο, καθώς η ήπειρος προσαρμόζεται σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από την αντιπαλότητα ΗΠΑ - Κίνας.
Ενώ οι κινεζικές οντότητες κάποτε επικεντρώνονταν στην αγορά ευρωπαϊκών υποδομών, όπως λιμάνια και δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, τώρα κατασκευάζουν τα δικά τους εργοστάσια με τη βοήθεια τοπικών κρατικών επιδοτήσεων. Στη Σίνες, ο κατασκευαστής μπαταριών λιθίου CALB έγινε η τελευταία κινεζική εταιρεία που εγκαταστάθηκε στην Πορτογαλία, εγκαινιάζοντας τον Μάιο ένα εργοστάσιο αξίας 2,2 δισ. δολαρίων με τη δέσμευση να δημιουργήσει 1.800 θέσεις εργασίας.
Ωστόσο, τα χρήματα που δαπανώνται συνολικά αποτελούν μόλις ένα κλάσμα από αυτά που ήταν στην κορύφωση της περιόδου 2016-2018, όταν οι αγορές περιελάμβαναν πλειοψηφικό μερίδιο στο λιμάνι του Πειραιά στην Ελλάδα. Μεγάλο μέρος της ΕΕ έχει σημαντικές επιφυλάξεις για οποιαδήποτε στροφή από τις ΗΠΑ προς την Κίνα, κυρίως λόγω της υποστήριξης της Ρωσίας από τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, αλλά και της χρησιμοποίησης των σπάνιων γαιών από το Πεκίνο ως γεωπολιτικό «όπλο».
Επιφυλάξεις από την Ιταλία
Η ιταλική κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι εξετάζει σχέδια για τον περιορισμό των συμμετοχών των Κινέζων επενδυτών σε βασικές εταιρείες, προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές εντάσεις με τις ΗΠΑ.
Οι προσπάθειες της Ιταλίας αφορούν σε εταιρείες που θεωρούνται στρατηγικές, τόσο ιδιωτικές όσο και κρατικές, σημειώνει το Bloomberg επικαλούμενο πηγές.
Η εταιρεία ελαστικών Pirelli & Cο, στην οποία η κρατική κινεζική Sinochem International κατέχει ποσοστό 37%, είναι ένα από τα πιο αξιοσημείωτα παραδείγματα της κυβερνητικής στρατηγικής της Μελόνι. Ο προμηθευτής ελαστικών στις ομάδες αγώνων αυτοκινήτων της Formula 1 έχει αποτελέσει αντικείμενο πιθανού περιορισμού πωλήσεων στις ΗΠΑ λόγω της κινεζικής ιδιοκτησίας του.

Η υπόθεση Pirelli είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη καθώς εισέρχεται σε ένα νέο γεωπολιτικό τοπίο. Η περιοχή, η οποία υποδέχτηκε με ενθουσιασμό Κινέζους επενδυτές μετά την οικονομική κρίση του 2008, αγωνίζεται τώρα να αποτρέψει τον κίνδυνο από την Κίνα, καθώς προσπαθεί να προστατεύσει κρίσιμους τομείς και επίσης να παραμείνει στη σωστή πλευρά του Αμερικανού προέδρου.
«Από την εκλογή Τραμπ και την αυξανόμενη απρόβλεπτη κατάσταση στις διατλαντικές σχέσεις, πολλές πρωτεύουσες της ΕΕ έχουν αρχίσει να επανεξετάζουν τον ρόλο της Κίνας ως εμπορικού εταίρου», δήλωσε στο Bloomberg ο Μπενιαμίνο Ίρντι, πρώην κυβερνητικός αξιωματούχος και επικεφαλής της Highground, ιταλικής συμβουλευτικής εταιρείας πολιτικού κινδύνου. «Αλλά η εξισορρόπηση γίνεται ολοένα και πιο επισφαλής».
Υπάρχουν περίπου 700 ιταλικές εταιρείες με Κινέζους επενδυτές, αλλά η προσοχή της κυβέρνησης επικεντρώνεται κυρίως σε μεγάλες οντότητες σε στρατηγικούς τομείς, όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, η τεχνολογία και τα χρηματοοικονομικά.
Διχασμένη η Ευρώπη απέναντι στην Κίνα
Οι κινεζικές εξαγωγές προς την Ευρώπη αυξήθηκαν φέτος, σημειώνοντας άνοδο σχεδόν 7% τους πρώτους έξι μήνες του 2025, υπογραμμίζοντας τη σημασία της αγοράς για το Πεκίνο. Ωστόσο, τα σημάδια τριβής ήταν δύσκολο να αγνοηθούν.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δίνει έμφαση στην «απομάκρυνση του κινδύνου» από κρίσιμες εξαρτήσεις από την Κίνα, ενώ ο τελευταίος γύρος κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας έπληξε εταιρείες και τράπεζες στην Κίνα.
Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσες από την άλλη, προσέφερε πλήρη υποστήριξη για βαθύτερους δεσμούς μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας κατά τη διάρκεια επίσκεψης στον Σι στο Πεκίνο τον Απρίλιο. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν έχει εκφράσει έντονα την υποστήριξή του προς την Κίνα, επισκεπτόμενος τον Σι τον περασμένο Ιούλιο, ακριβώς τη στιγμή που η Ουγγαρία ανέλαβε την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος αρέσκεται να διαφημίζει τους θερμούς δεσμούς του με τον Τραμπ, είπε στον Σι σε τηλεφωνική επικοινωνία το Μάιο ότι «οι κινεζικές επενδύσεις είναι ευπρόσδεκτες στη Γαλλία».
Οι ΗΠΑ δεν έχουν κρύψει την ενόχλησή τους για το «φλερτ» της Ευρώπης με το Πεκίνο. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ προειδοποίησε πρόσφατα την ήπειρο να μην στραφεί προς την Κίνα, λέγοντας ότι μια τέτοια κίνηση θα ήταν σαν να «κόβεις τον λαιμό σου».
Κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη
Για χρόνια, τα κινεζικά χρήματα χρηματοδοτούσαν τα πάντα, από τη γερμανική βιομηχανία μέχρι το ιταλικό ποδόσφαιρο. Τώρα, όμως, υποχωρούν καθώς ορισμένες επενδύσεις αποτυγχάνουν και το Πεκίνο αλλάζει πλεύση, με αυστηρότερους ελέγχους για το πού πηγαίνουν τα χρήματα.
Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη ανέκαμψαν το 2024 μετά από επτά συνεχόμενα χρόνια πτώσης, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε το Μάιο από την Rhodium Group και το Ινστιτούτο Μελετών της Κίνας Mercator ή Merics, με έδρα το Βερολίνο. Παρόλα αυτά, το ποσό ήταν 10 δισ. ευρώ, ενώ στο αποκορύφωμά του το 2016, οι κινεζικές οντότητες διοχέτευσαν πέντε φορές το συνολικό ποσό σε ευρωπαϊκές εταιρείες, σύμφωνα με την έκθεση.

Το γεωγραφικό προφίλ έχει επίσης μετατοπιστεί, μακριά από τις μεγάλες οικονομίες του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και της Γερμανίας προς πιο φιλικές χώρες, έδειξε η μελέτη.
«Με τη δυσκολία εισόδου στην αγορά των ΗΠΑ, η κλίμακα της ενιαίας αγοράς, η υψηλότερη ποιότητα ταλέντου και οι υψηλότερες αποδόσεις κέρδους καθιστούν την Ευρώπη ιδανικό επενδυτικό προορισμό για κινεζικές εταιρείες αυτοκινήτων και μπαταριών», δήλωσε στο Bloomberg o Κούι Χόνγκιαν, πρώην Κινέζος διπλωμάτης που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Ξένων Σπουδών του Πεκίνου.
Κοιτάζοντας πίσω, η εξαγορά ευρωπαϊκών εταιρειών από την Κίνα εντάθηκε τη δεκαετία του 2010. Στην Πορτογαλία, για παράδειγμα, η China Three Gorges αγόρασε το 21% της πορτογαλικής εταιρείας κοινής ωφέλειας EDP. Η αγορά της γαλλικής εταιρείας all-inclusive διακοπών Club Med από την εισηγμένη στο Χονγκ Κονγκ Fosun International το 2015 θεωρείται από Γάλλους αξιωματούχους ως επιτυχία, επιτρέποντας στον τουριστικό φορέα να επεκταθεί παγκοσμίως.
Ωστόσο, μέχρι το 2016, η αγορά ενός πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στον Πειραιά από την COSCO Shipping σήμανε συναγερμό στην Ευρώπη για την προσπάθεια του Πεκίνου να αναλάβει στρατηγικές υποδομές στο πλαίσιο της εμβληματικής Πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» του Σι Τζινπίνγκ.
Ένα άλλο σοκ ήρθε εκείνο το έτος όταν η κινεζική εταιρεία κατασκευής οικιακών συσκευών Midea Group αγόρασε τη γερμανική εταιρεία κατασκευής ρομπότ Kuka, για να ακολουθήσει η εξαγορά του ελβετικού γίγαντα αγροχημικών Syngenta από την ChemChina έναντι 43 δις. δολαρίων, εγείροντας ανησυχίες για την προώθηση της Κίνας στους τομείς της τεχνολογίας και της επισιτιστικής ασφάλειας.
Η αντίδραση σε επίπεδο ΕΕ και μεταξύ ορισμένων, αν και όχι όλων, των κρατών μελών ήταν η αυστηροποίηση του ελέγχου των επενδύσεων σε στρατηγικούς τομείς, οδηγώντας σε αποκλεισμό περιπτώσεων κινεζικών εξαγορών. Οι σχέσεις επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και έφτασαν στο χαμηλότερο σημείο το 2021, καθώς οι Βρυξέλλες και το Πεκίνο αντήλλαξαν κυρώσεις λόγω ισχυρισμών για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Σιντσιάνγκ.