NATO: Η σκανδιναβική διεύρυνση αλλάζει τα δεδομένα

Newsroom
Viber Whatsapp Μοιράσου το
NATO: Η σκανδιναβική διεύρυνση αλλάζει τα δεδομένα
Οι αυτοκρατορικές βλέψεις του Πούτιν κατόρθωσαν να αλλάξουν παγιωμένες αντιλήψεις δεκαετιών σε Σουηδία-Φινλανδία.

Πριν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν αποφασίσει να εισβάλει στην Ουκρανία, το θέμα της ένταξης στο ΝΑΤΟ βρισκόταν πολύ χαμηλά στην πολιτική ατζέντα της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Οι δύο χώρες έχουν μακρά παράδοση στρατιωτικής ουδετερότητας και παρά το γεγονός ότι σταδιακά επεδίωξαν πιο στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ- πολιτικοί και στις δύο χώρες διαχρονικά έχουν επιχειρηματολογήσει υπέρ της ένταξης στη Συμμαχία- ποτέ το θέμα της ένταξης στο ΝΑΤΟ δεν θεωρήθηκε προτεραιότητα.

Όπως αναφέρει το Foreign Affairs, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άλλαξε τα πάντα. Ως απάντηση στην επιθετικότητα της Μόσχας οι δύο χώρες επανεξετάζουν τις πολιτικές ασφάλειας τους και η επιδίωξη της ένταξης στο ΝΑΤΟ κερδίζει ταχύτατα έδαφος ως η πιο ρεαλιστική προοπτική ασφάλειας. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις στα δύο σκανδιναβικά έθνη δείχνουν την ξεκάθαρη και αυξανόμενη τάση της κοινής γνώμης για ένταξη στη Συμμαχία.

Επιπρόσθετα, και οι δύο χώρες έχουν ενισχύσει την Ουκρανία με στρατιωτικό εξοπλισμό.

Εισβάλλοντας στην Ουκρανία, ο Πούτιν όχι μόνο έδειξε ότι θέλει να φέρει τη χώρα ξανά στον έλεγχο της Μόσχας, αλλά άλλαξε την τάξη της ασφάλειας στην Ευρώπη. Σαφέστατα και το κατόρθωσε, αλλά όχι με τον τρόπο που πιθανώς να το επιθυμούσε.

Η ρωσική εισβολή ένωσε το ΝΑΤΟ και κατέστησε τη διεύρυνση του πολύ πιθανή. Αν η Φινλανδία και η Σουηδία ενταχθούν στη Συμμαχία- όπως δείχνουν ότι είναι διατεθειμένες- θα φέρουν σημαντικές νέες στρατιωτικές δυνατότητες, που θα αλλάξουν την αρχιτεκτονική ασφάλειας της βόρειας Ευρώπης και θα βοηθήσουν στην αποτροπή περαιτέρω ρωσικής επιθετικότητας.

Η ένοπλη ουδετερότητα

Οι σκανδιναβικές χώρες χαρακτηρίζονται από πολλές ομοιότητες, αλλά ακολούθησαν διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα της ασφάλειας ύστερα από τη λήξη του Β' Παγκόσμιου Πόλεμου. Σε μεγάλο βαθμό αυτές οι διαφορές αντικατοπτρίζουν τις διαφορετικές εμπειρίες των χωρών κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η Δανία και η Νορβηγία δήλωναν ουδετερότητα, αλλά και οι δύο καταλήφθηκαν από τη ναζιστική Γερμανία το 1940. Η Φινλανδία αρχικά απέκρουσε την επίθεση των Σοβιετικών, που πέρασε στην ιστορία ως ο Χειμερινός Πόλεμος του 1939-1940. Αργότερα πολέμησε στο πλευρό των Γερμανών έως ότου αποσύρθηκε από τον πόλεμο. Απ' όλες τις σκανδιναβικές χώρες, μόνο η Σουηδία γλύτωσε τη φρίκη του πολέμου και της κατοχής χάρη σε μια πολιτική ουδετερότητας που είχε σχεδιαστεί για να εξασφαλίσει την επιβίωση της χώρας. Κατά μια άποψη, αυτή η πολιτική πέτυχε διότι οι στρατιωτικοί σχεδιασμοί του Χίτλερ δεν απαιτούσαν την κατάληψη σουηδικού εδάφους, καθώς θα μπορούσε να πετύχει τους στόχους του στην περιοχή με άλλα μέσα.

Μετά το τέλος του ΒΠΠ, η Σουηδία προσπάθησε να δημιουργήσει μια σκανδιναβική αμυντική ένωση, μαζί με τη Δανία και τη Νορβηγία. Όμως το σχέδιο δεν προχώρησε, καθώς η Νορβηγία θεώρησε ότι μόνο η συμμαχία με τις αγγλοσαξονικές δυνάμεις θα μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια της.

Η Σουηδία δεν ήταν έτοιμη για μια ανάλογη κίνηση- εν μέρει λόγω της κατάστασης στη Φινλανδία. Η Φινλανδία μετά το τέλος του πολέμου- η οποία αποτελούσε μέρος του σουηδικού βασιλείου επί έξι αιώνες, ως το 1809- βρισκόταν σε επισφαλή θέση. Είχε απολέσει τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της, το Βίμποργκ, και είχε εξαναγκαστεί να υπογράψει μια συνθήκη φιλίας με την ΕΣΣΔ. Της επιβλήθηκαν περιορισμοί στις ένοπλες δυνάμεις, ενώ εγκαταστάθηκε μια σοβιετική στρατιωτική βάση στα δυτικά της πρωτεύουσας Ελσίνκι. Επίσης, οι Σοβιετικοί κυριαρχούσαν στη Συμμαχική Επιτροπή Ελέγχου που ήταν επιφορτισμένη με την επίβλεψη της χώρας στα μεταπολεμικά χρόνια.

Για τους Σουηδούς το να διασφαλίσουν ότι η Φινλανδία δεν θα τελούσε κάτω από τη σοβιετική «μπότα», ήταν ζήτημα ζωτικής σημασίας. Οι Σουηδοί ηγέτες πίστευαν ότι οποιαδήποτε κίνηση προς μια ευρύτερη δυτική συμμαχία θα έκανε τη θέση της Φινλανδίας ακόμη πιο επισφαλή.

Και παρότι απέφευγαν να το εκφράσουν δημόσια, αυτή η σκέψη ήταν ο κύριος λόγος για την πολιτική ένοπλης ουδετερότητας της Σουηδίας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Βέβαια η ουδετερότητα δεν σήμαινε παραμέληση των ενόπλων δυνάμεων. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ο στρατός της ήταν αξιόμαχος, ενώ οι αεροπορικές της δυνάμεις κάποια στιγμή ήταν οι τέταρτες μεγαλύτερες στον πλανήτη.

Η επίσημη πολιτική της ήταν αυστηρή στρατιωτική ουδετερότητα. Όμως στο παρασκήνιο η Σουηδία έκανε επίσης κρυφές προετοιμασίες για συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ σε περίπτωση πολέμου, και η στάση της θεωρήθηκε γενικά ως ευνοϊκή για τα Δυτικά συμφέροντα ασφαλείας στην περιοχή.

Πολιτικός «σεισμός»

Με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η κατάσταση ασφάλειας στη Βόρεια Ευρώπη άλλαξε δραματικά. Η Φινλανδία η οποία είχε σταθεροποιήσει τη θέση της ως μια ανεξάρτητη σκανδιναβική δημοκρατία, μπορούσε πλέον να αποδεσμευτεί από τις τελευταίες υποχρεώσεις της μεταπολεμικής περιόδου. Τα τρία Βαλτικά έθνη- Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία- είχαν αποσχιστεί από την ΕΣΣΔ, πριν ακόμα συντελεστεί η επίσημη διάλυσή της. Το 1995 Σουηδία και Φινλανδία εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μια κίνηση που στο παρελθόν φάνταζε ανέφικτη λόγω των πολιτικών ουδετερότητας.

Η ένταξη των δύο χωρών στην ΕΕ σήμαινε ότι εν πολλοίς απεμπολούσαν τη στάση ουδετερότητας. Όμως πράττοντας το, αυτό δεν πυροδότησε αυτόματα τη συζήτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Αυτή ήταν η περίοδος της Χάρτας του Παρισιού του 1989, η οποία προσπάθησε να οικοδομήσει μια Ευρωπαϊκή τάξη ασφαλείας που περιελάμβανε τη Ρωσία, και των διασκέψεων που οδήγησαν στην ίδρυση του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη.

Τόσο η Φινλανδία, όσο και η Σουηδία ήλπιζαν ότι θα ήταν εφικτό να δημιουργηθεί μια εποικοδομητική σχέση ασφάλειας με μια δημοκρατική και μεταρρυθμισμένη Ρωσία. Ακόμα και όταν σχεδόν μια δεκαετία αργότερα Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, σε Σουηδία και Φινλανδία δεν άνοιξε κάποια εκτεταμένη συζήτηση για αλλαγή του status ουδετερότητας.

Όμως, με αφετηρία το 2008, τα πράγματα στη Μόσχα άρχισαν εμφανώς να αλλάζουν. Εκείνο το έτος η ρωσική εισβολή στη Γεωργία αποκάλυψε ότι η χρήση στρατιωτική βίας για την επιδίωξη πολιτικών στόχων, ήταν πιο εύκολη υπόθεση για το Κρεμλίνο απ' όσο πίστευαν οι περισσότεροι. Παράλληλα, ένας ξεκάθαρα ρεβιζιονιστικός τόνος έκανε την εμφάνιση του στην ρητορική της Μόσχας.

Αυτή η τάση επιταχύνθηκε με δραματικό τρόπο το 2014, όταν όταν η Ρωσία προσπάθησε να αποτρέψει την Ουκρανία από το να επιδιώξει μια συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και να διαμελίσει τη χώρα μέσω στρατιωτικής επίθεσης.

Η φετινή εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, για μια ακόμη φορά άλλαξε με δραστικό τρόπο το γεωπολιτικό τοπίο. Ο προφανής στόχος του Πούτιν είναι η υποταγή της Ουκρανίας, αλλά παράλληλα διεξάγει και έναν πόλεμο ενάντια στη Δύση. Ο Ρώσος πρόεδρος και οι ακόλουθοι του έχουν καταστήσει σαφές ότι θέλουν να αντικαταστήσουν το status ασφάλειας που δημιουργήθηκε στην Ευρώπη μετά το 1989, με αλλαγές που προσβάλουν την κυριαρχία άλλων χωρών.

Και όπως η πτώση της ΕΣΣΔ οδήγησε τη Σουηδία και τη Φινλανδία να αναθεωρήσουν τις σχέσεις τους με την Ευρώπη, έτσι και τώρα ο τρέχον πολιτικός «σεισμός» τις ωθεί να επανεξετάσουν δομικά στοιχεία των πολιτικών ασφάλειας τους, συμπεριλαμβανομένων και το σχέσεων με το ΝΑΤΟ.

Το αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία ακόμα παραμένει άγνωστο. Επίσης, είναι αδύνατο να προβλεφθεί τι είδους χώρα θα είναι η Ρωσία στις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν. Το πιθανότερο είναι να προκύψει μια χώρα πιο αδύναμη σε όρους οικονομίας και στρατιωτικής ισχύος, αλλά πιο απεγνωσμένη και επικίνδυνη σε όρους πολιτικής. Το καθεστώς Πούτιν- αν ο ίδιος ή κάποιος από τον περίγυρο του παραμείνει στην εξουσία- είναι απίθανο να εγκαταλείψει τις αυτοκρατορικές... φιλοδοξίες όσο θα κατέχει την ηγεσία.

Αυτή η πραγματικότητα ωθεί το Ελσίνκι και τη Στοκχόλμη να προβούν σε δομικές αλλαγές στο δόγμα της ασφάλειας τους. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών είναι σαφέστατα το ένα μέρος της εξίσωσης. Η Σουηδία και η Δανία έχουν ανακοινώσει ότι ως το 2028 αυτές οι δαπάνες θα φτάσουν στο 2% του ΑΕΠ τους. Νορβηγία, Φινλανδία και οι τρεις Βαλτικές χώρες έχουν ήδη φτάσει τον αμυντικό προϋπολογισμό τους σε αυτό το σημείο. Από το 2014 Φινλανδία και Σουηδία επέκτειναν σημαντικά τη στρατιωτική συνεργασία τους με το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, δημιουργώντας το υπόβαθρο για περαιτέρω βήματα σε αυτόν τον τομέα. Επίσης, εδώ και μια δεκαετία οι πολεμικές αεροπορίες της Νορβηγίας, Σουηδίας και Φινλανδίας διενεργούν κοινές ασκήσεις, σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση.

Όμως πλέον η ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων δεν κρίνεται από μόνη της επαρκής και για αυτόν το λόγο η ένταξη στο ΝΑΤΟ κερδίζει ραγδαία έδαφος. Οι κυβερνήσεις των δύο χωρών έστειλαν επιστολή σε όλα τα άλλα μέλη της ΕΕ, υπενθυμίζοντάς τους τη διάταξη αλληλεγγύης στην παράγραφο 42.7 των Συνθηκών της ΕΕ, η οποία είναι παρόμοια με τη ρήτρα συλλογικής άμυνας στο άρθρο 5 του Χάρτη του ΝΑΤΟ.

Σημαντικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ολοκλήρωσης των πολιτικών άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ βρίσκονται σε εξέλιξη, αλλά όσον αφορά την εδαφική άμυνα, η αντιγραφή των θεσμών και των δομών διοίκησης του ΝΑΤΟ δεν θα είχε νόημα και δεν θα μπορούσε να συμβεί. Και βέβαια, ΗΠΑ και Βρετανία- τα δύο έθνη με τη μεγαλύτερη στρατιωτική σημασία για τη βόρεια Ευρώπη- δεν είναι μέλη της ΕΕ.

Το πιθανότερο είναι ότι Σουηδία και Φινλανδία θα επιδιώξουν μέτρα που θα καταστήσουν ισχυρότερη την ασφάλεια της Ευρώπης, όμως όταν το ζήτημα εισέρχεται στο θέμα της εδαφικής ακεραιότητας δεν υπάρχει καμία εναλλακτική, πλην του ΝΑΤΟ. Αυτό ήταν το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν, ανεξάρτητα, το Ελσίνκι και η Στοκχόλμη όταν εξέτασαν εναλλακτικές λύσεις.

Και οι δύο χώρες αναμένεται να εκφράσουν επίσημα την υποψηφιότητα τους για ένταξη στη Συμμαχία πριν από τη σύσκεψη κορυφής του ΝΑΤΟ, που θα λάβει τόπο στα τέλη Ιουνίου στη Μαδρίτη. Ο γενικός γραμματέας της Συμμαχίας, Γενς Στόλτενμπεργκ δήλωσε ότι αναμένει μια ταχύτατη ενταξιακή διαδικασία, λόγω του υψηλού βαθμού στρατιωτικής ενσωμάτωσης που ήδη έχουν πετύχει Φινλανδία και Σουηδία. Όμως πρόσθεσε ότι θα πάρει κάποιον χρόνο η επικύρωση της ένταξης από τις 30 χώρες-μέλη της Συμμαχίας. Οι δύο χώρες από την πλευρά τους ελπίζουν ότι η επικύρωση- ιδιαίτερα από την αμερικανική Γερουσία- θα κινηθεί σε γρήγορους ρυθμούς, καθώς και ότι η Συμμαχία θα αποτρέψει πιθανές ρωσικές προβοκάτσιες έως ότου ολοκληρωθεί η είσοδος στο ΝΑΤΟ, πιθανώς εντός του 2023.

Το νέο τοπίο

Όταν Φινλανδία και Σουηδία ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, η αρχιτεκτονική της ασφάλειας της βόρειας Ευρώπης θα αλλάξει. Κάθε μια από αυτές τις χώρες μεταφέρει στη Συμμαχία σημαντικές στρατιωτικές δυνατότητες: Η Φινλανδία διαθέτει έναν αξιόμαχο στρατό ξηράς, με δυνατότητες γρήγορης κινητοποίησης και ικανές εφεδρείες. Η Σουηδία από την πλευρά της διαθέτει ισχυρή αεροπορία και ναυτικό, ιδιαίτερα στον τομέα των υποβρυχίων. Τα υψηλής τεχνολογίας σουηδικά μαχητικά Gripen, σε συνδυασμό με τα F-35 που έχουν αρχίσει να παραδίδονται και θα παραδοθούν στις Νορβηγία, Δανία και Φινλανδία, δημιουργούν μια δύναμη άνω των 250 σύγχρονων μαχητικών που θα υπερασπίζονται την περιοχή συνολικά.

Ο συνολικός έλεγχος ολόκληρης της περιοχής θα καταστήσει ευκολότερη την άμυνα της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας, δεδομένου ότι το σουηδικό έδαφος και ο εναέριος χώρος του είναι ιδιαίτερα είναι σημαντικά για τέτοιες προσπάθειες. Σύμφωνα με σουηδικές και φινλανδικές μελέτες, ο βαθμός αποτροπής αυξάνεται και γίνεται λιγότερο πιθανή η προοπτική μιας σύγκρουσης. Πιθανώς όμως, η σημαντικότερη επίπτωση από την ένταξη των δύο χώρων στο ΝΑΤΟ θα ήταν να αυξηθεί η πολιτική δύναμη της συμμαχίας, ως πυλώνας άμυνας της Ευρώπης και του διατλαντικού χώρου.

Και οι δύο χώρες θα συμβάλουν στη διευκόλυνση επίτευξης βαθύτερου συντονισμού μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, βοηθώντας παράλληλα στον καλύτερο επιμερισμό των βαρών πέρα από τον Ατλαντικό—ένας στόχος αυξανόμενης σημασίας υπό το φως των μεγαλύτερων απαιτήσεων που θέτει στις ΗΠΑ η κατάσταση ασφάλειας στην Ανατολική Ασία.

Κατά τη διαδικασία ένταξής τους, το πιθανότερο είναι οι δύο χώρες να φροντίσουν να μην προκαλέσουν αδικαιολόγητα τη Ρωσία, πυροδοτώντας τις μακροπρόθεσμες ανησυχίες της για την ασφάλεια. Η Νορβηγία, η οποία έχει συνδυάσει επιτυχώς την ισχυρή στρατιωτική ενσωμάτωση στο ΝΑΤΟ με μια πολιτική καθησυχασμού προς τη Ρωσία, θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμεύσει ως πρότυπο.

Οι ρωσικές δυνάμεις και εγκαταστάσεις στη χερσόνησο Κόλα - σε άμεση γειτνίαση τόσο με τη νορβηγική όσο και με τη φινλανδική επικράτεια - είναι θεμελιώδους σημασίας για τις στρατηγικές πυρηνικές δυνατότητες της Ρωσίας. Εν μέρει για αυτόν το λόγο, ούτε η Φινλανδία ούτε η Σουηδία είναι πιθανό να επιδιώξουν μόνιμη εγκατάσταση μεγάλων μονάδων του ΝΑΤΟ στην επικράτειά τους. Επίσης και οι δύο χώρες είναι πιθανό να έχουν τις ίδιες επιφυλάξεις σχετικά με τη στέγαση πυρηνικών όπλων, όπως τις εξέφρασαν η Δανία και η Νορβηγία όταν προσχώρησαν στη συμμαχία.

Καθώς πλησιάζει η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, η Συμμαχία θα πρέπει να εξετάσει τα αιτήματα της Φινλανδίας και της Σουηδίας για ταχεία ένταξη. Αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί όχι μόνο ως ένας τρόπος ενίσχυσης της σταθερότητας των σκανδιναβικών και βαλτικών περιοχών, αλλά και ως ευκαιρία για την ενίσχυση της συμμαχίας στο σύνολό της, σε μια περίοδο που η στρατιωτική επιθετικότητα της Ρωσίας το έχει καταστήσει επιβεβλημένο.

Επιμέλεια Τέρρυ Μαυρίδης

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Στόλτενμπεργκ: Η ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας θα γίνει γρήγορα, εάν υποβάλουν αίτημα

gazzetta
gazzetta reader insider insider