Οι κίνδυνοι για τις προοπτικές της οικονομίας παραμένουν μεικτοί, με έναν καθοδικό και δύο ανοδικούς παράγοντες να διαμορφώνουν το ισοζύγιο ρίσκου. Οι δασμοί των Ηνωμένων Πολιτειών εξακολουθούν να σκιάζουν το ευρωπαϊκό εμπόριο, καθώς με τους δασμούς πλέον στο 15% για τα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα, οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ έχουν υποχωρήσει σε χαμηλά πολλών ετών (μηνιαία πτώση περίπου –25% τον Αύγουστο και μέση μείωση –10% από τον Μάιο έως τον Αύγουστο, έναντι μέσης μηνιαίας αύξησης 1,2% την περίοδο 2014–2024).
Αντίθετα, η εμπορική “εκεχειρία” ΗΠΑ–Κίνας, που αίρει ορισμένους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και κρίσιμων ορυκτών καίριας σημασίας για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, προσφέρει σημαντική ανάσα, περιορίζοντας κινδύνους για τις εφοδιαστικές αλυσίδες και στηρίζοντας στρατηγικές βιομηχανικές προτεραιότητες. Τέλος, οι πρόσφατες εκλογές στην Ολλανδία, με το φιλοευρωπαϊκό τους αποτέλεσμα, μειώνουν τον κίνδυνο πολιτικής αστάθειας και ενισχύουν το κλίμα εμπιστοσύνης.
Η Ευρωζώνη παραμένει σε τροχιά ήπιας ανάπτυξης στο Γ’ τρίμηνο
Η οικονομία της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε το Γ΄ τρίμηνο κατά 0,2%, σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat. Σε επίπεδο χωρών, ξεχώρισε η γαλλική οικονομία, σημειώνοντας άνοδο 0,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, με τις ισχυρές εξαγωγές να συμβάλλουν σημαντικά στην οικονομική δραστηριότητα και την εγχώρια ζήτηση να προσφέρει ηπιότερη στήριξη. Η Ισπανία παρέμεινε ανθεκτική (+0,6%), με τις ιδιωτικές επενδύσεις και την κατανάλωση να ενισχύουν την οικονομία, ενώ η Ιταλική και η Γερμανική οικονομία έμειναν πρακτικά στάσιμες (0,0%).
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, το εξωτερικό εμπόριο είχε μεικτή επίδραση στην ευρωπαϊκή οικονομία, στηρίζοντας σημαντικά τη Γαλλία, αλλά επιβαρύνοντας τη Γερμανία και την Ιταλία. Η επιβάρυνση αυτή οφείλεται κυρίως στην κατακόρυφη πτώση των εξαγωγών αυτοκινήτων, οι οποίες παραδοσιακά αποτελούν σημαντική πηγή εσόδων για τις δύο οικονομίες. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ οι υψηλότεροι αμερικανικοί δασμοί αρχίζουν να επιβαρύνουν τις εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ —οι οποίες αντιστοιχούν περίπου στο 3% του ΑΕΠ, βάσει στοιχείων του 2024— καλύτερες επιδόσεις στις εξαγωγές προς άλλες αγορές φαίνεται να έχουν περιορίσει σε κάποιο βαθμό την επίδραση της πτώσης.
Σημάδια ανάκαμψης προς το τέλος του έτους
Ως Conference Board αναμένουμε περαιτέρω ενίσχυση της οικονομίας στο δ’ τρίμηνο. Οι έγκαιροι δείκτες επιχειρηματικού κλίματος βελτιώθηκαν αισθητά τον Οκτώβρη, με τον σύνθετο δείκτη Διευθυντών Αγορών (Copmosite PMI) να ανέρχεται στις 52,3 μονάδες, το υψηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2023. Παράλληλα, ο δείκτης οικονομικού κλίματος της Κομισιόν (ESI) σημείωσε ανάλογες βελτιώσεις, φθάνοντας στις 96,8 μονάδες, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών. Στο ίδιο κλίμα, ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτών κατέγραψε ανοδική τάση, με τα νοικοκυριά να εμφανίζονται πιο αισιόδοξα για τις προοπτικές της οικονομίας το 2026.
Συνοψίζοντας, η Ευρωζώνη εισέρχεται στο Δ΄ τρίμηνο με πιο στέρεες βάσεις. Με τη βελτίωση της επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης, την πρόσκαιρη υποχώρηση ορισμένων κινδύνων (όπως η πρόσφατη εμπορική συμφωνία ΗΠΑ–Κίνας), καθώς και την προσδοκία ότι το γερμανικό δημοσιονομικό πακέτο των €500 δισ. θα αρχίσει να ενεργοποιείται, αναμένουμε επιτάχυνση της ανάπτυξης της Ευρωζώνης στο 0,3% το Δ΄ τρίμηνο, θέτοντας ακόμη πιο σταθερές βάσεις για το 2026.
Πληθωρισμός και νομισματική πολιτική
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (HICP) μειώθηκε περαιτέρω τον Οκτώβριο στο 2,1%, συνεχίζοντας να συγκλίνει σταδιακά προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ (2%). Με τις τιμές να αποκλιμακώνονται, την αγορά εργασίας να παραμένει ισχυρή και την οικονομική δραστηριότητα να κινείται κοντά στις εκτιμήσεις, η ΕΚΤ διατήρησε —όπως αναμενόταν— αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια στην τελευταία συνεδρίασή της τον Οκτώβριο και εκτιμούμε ότι θα τα διατηρήσει στα ίδια επίπεδα έως το τέλος του έτους.
Αγορά εργασίας
Η αγορά εργασίας της Ευρωζώνης παραμένει ανθεκτική. Το ποσοστό ανεργίας διατηρείται κοντά στα ιστορικά χαμηλά (6,3% τον Οκτώβριο), γεγονός που επιβεβαιώνει γιατί η αγορά εργασίας εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες στήριξης της οικονομίας. Η ισχυρή αύξηση της απασχόλησης τα τελευταία χρόνια, καθώς και η ήπια μηνιαία βελτίωση στις προσδοκίες απασχόλησης σε ευρωπαικό επίπεδο, ενισχύουν περαιτέρω αυτή την εικόνα.