Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς εθνικό κτηματολόγιο, αλλά βρίσκεται σε καλό δρόμο, διαπιστώνει η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung.
«Εδώ και περισσότερα από είκοσι χρόνια η Ελλάδα προσπαθεί να συντάξει κτηματολόγιο, ως τώρα με σχετικά μικρή επιτυχία. Μια νέα υπηρεσία υπό τη διεύθυνση ενός επιστήμονα θέλει τώρα να βάλει πραγματικά τάξη» αναφέρει το δημοσίευμα. Σημειώνει δε ότι η χώρα έχει απορροφήσει εκατομμύρια ευρώ σε κοινοτικά κονδύλια για το εν λόγω πρόγραμμα.
Σε δηλώσεις του στη SZ, ο καθηγητής της Σχολής Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, και πρόεδρος του Κτηματολογίου, Βύρωνας Νάκος, εμφανίζεται αισιόδοξος. Όπως σημειώνει, με τεράστια βήματα προς την ολοκλήρωση, το 2020 εκτιμά ότι θα έχει ολοκληρωθεί, ακόμη κι αν κάποια θέματα «τραβήξουν» ως το 2021.
Μέχρι τώρα το σχέδιο σύνταξης κτηματολογίου στην Ελλάδα έχει εμπνεύσει μόνο αρνητικά πρωτοσέλιδα. Πολλοί το συγκρίνουν με το σχέδιο κατασκευής του νέου αεροδρομίου του Βερολίνου - άλλη μία δημόσια ντροπή, που κοστίζει πολλά χρήματα. Τώρα όμως μοιάζει να φαίνεται φως στον ορίζοντα. Δεν είναι μόνον ο Βύρων Νάκος αισιόδοξος, αλλά και οι διεθνείς πιστωτές επαινούν τους Έλληνες. «Προσπαθούν πραγματικά πολύ», υποστηρίζει υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την Αθήνα, ενώ και εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, στο πλαίσιο «επίσκεψης ελέγχου» στην Ελλάδα στις αρχές του 2018, διαπίστωσαν ότι η σύνταξη του κτηματολογίου προχωρά.
Ο «μαραθώνιος» του Κτηματολογίου
Η γερμανική εφημερίδα αναφέρεται στις ελληνικές ιστορικές ιδιαιτερότητες που εμπόδισαν ως τώρα τη σύνταξη κτηματολογίου και κάνει λόγο για ένα υπεράνθρωπο έργο- και για μια προσπάθεια που μοιάζει με τον ηράκλειο άθλο να καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία. Οι εργασίες για τη σύνταξή του ξεκίνησαν το 1995, έγιναν πιλοτικά προγράμματα και δοκιμαστικές μετρήσεις. Η ΕΕ στήριξε το έργο με περισσότερα από 150 εκατ. ευρώ. Ωστόσο η αρχική φάση εξελίχθηκε σε φιάσκο, επισημαίνεται. Προθεσμίες έληξαν χωρίς η Αθήνα να μπορέσει να επιδείξει αποτελέσματα. Στο τέλος οι Έλληνες έπρεπε να δώσουν πίσω 100 εκατ. ευρώ.
Χωρίς να θέλει να εξωραΐσει καμία κατάσταση, ο κ. Νάκος, που δε συμμετείχε σε εκείνη την περίοδο στο έργο, δηλώνει: «Ξεκινήσαμε από το μηδέν. Δεν γνωρίζαμε τίποτε, όλα ήταν για μας καινούρια». Το Ελληνικό Κτηματολόγιο έχει να παλέψει με ελλιπή τεχνογνωσία, γραφειοκρατία και ισχυρές αντιστάσεις, καθώς δεν ήταν όλοι ευχαριστημένοι με την προοπτική ενός κτηματολογίου. Μερίδα δικηγόρων και συμβολαιογράφων κέρδιζαν από τα «μπερδέματα» που αφορούσαν κτηματικά ιδιοκτησιακά ζητήματα. Όποιος φοροδιέφευγε, δεν τον συνέφεραν οι ξεκάθαρες καταστάσεις. Πολιτικοί νομιμοποιούσαν αυθαίρετα για να κρατάνε ευχαριστημένη την εκλογική τους πελατεία.
Τώρα όμως, επαναλαμβάνει ο κ. Νάκος, τα πράγματα προχωρούν. Μέχρι τώρα ποσοστό οκτώ τοις εκατό των εκτάσεων έχει καταγραφεί. Σίγουρα το νούμερο αυτό δεν ακούγεται ιδιαιτέρως εντυπωσιακό, γράφει η SZ. Είναι όμως άδικο να μετράται η πρόοδος μόνο ως προς την καταγεγραμμένη έκταση, επισημαίνει ο Έλληνας καθηγητής, καθώς η καταγραφή έχει προχωρήσει σε μεγάλο μέρος των αστικών κέντρων. Στην ύπαιθρο και εκτός πόλεων η καταγραφή είναι ευκολότερη.
Άλλος ένας λόγος για τον οποίο αισιοδοξεί ο κ. Νάκος οφείλεται στο γεγονός ότι, ενώ για χρόνια τα δικαστήρια, λόγω προσφυγών και αντιδικιών πολιτών, παρεμπόδιζαν το έργο της σύνταξης, πλέον οι αναθέσεις των έργων έχουν δοθεί και για το συνολικό project έχουν υπολογιστεί περισσότερα από ένα δις ευρώ. Επιπλέον συνδράμει και η ΕΕ, έχοντας επενδύσει ήδη εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, ενώ για την τελευταία φάση έχουν υπολογιστεί επιπλέον 80 εκατομμύρια.
Ο κ. Νάκος πρόκειται να διευθύνει το Ελληνικό Κτηματολόγιο μόνο για μία μεταβατική περίοδο. Κι έχει να λύσει σημαντικά ζητήματα: π.χ. από τη σφραγίδα του Κτηματολογίου που πρέπει να σχεδιαστεί έως την ενσωμάτωση των 400 υποθηκοφυλακείων σε Γραφεία Κτηματολογίου. Εάν όλα πάνε βάσει σχεδίου, το κτηματολόγιο θα έχει 700 εργαζομένους και 100 κτηματολογικά γραφεία. Σε πρώτη φάση πάντως θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να τηρηθούν οι προθεσμίες έως το 2020.