Τελείως διαφορετική είναι η αντίληψη των ελληνικών και των ευρωπαϊκών νοικοκυριών για το πόσο εύκολα ή δύσκολα καλύπτουν τις βασικές τους ανάγκες, σύμφωνα με τα στοιχεία για τις συνθήκες διαβίωσης στην Ευρώπη της Eurostat.
To 2024 το 17,4% των νοικοκυριών στην Ευρώπη δήλωσε πως αντιμετώπισε δυσκολία ή μεγάλη δυσκολία για να τα βγάλει πέρα, δηλαδή να καλύψει τις βασικές του ανάγκες. Στη χώρα μας το ποσοστό αυτό ήταν 69,9%.
Από την άλλη πλευρά το 26% των νοικοκυριών στην Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε πως τα βγάζει πέρα πολύ εύκολα ή με σχετική ευκολία, ενώ στη χώρα μας το ποσοστό αυτό ήταν μόλις 4,4%.
Συνολικά το 41,6% των νοικοκυριών στην Ευρώπη αντιμετώπισε έστω μικρές δυσκολίες στην κάλυψη των βασικών αναγκών του, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ήταν υπερδιπλάσιο φτάνοντας το 86,2%.
Διαχρονική αντίληψη
Όπως φαίνεται και από τα διαχρονικά στοιχεία της Eurostat, η αντίληψη των ελληνικών νοικοκυριών για την ευκολία διαβίωσης ήταν πάντα χειρότερη από αυτή του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Η ιστορική πορεία όμως δείχνει την καλυτέρευση ή τη χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης, όπως φαίνεται και από την περίοδο της κρίσης ή της ανάκαμψης. Και πάλι απέχουμε από το να γυρίσουμε στα προ κρίσης επίπεδα.
Η δυνατότητα να τα βγάλουν πέρα (σ.σ. make ends meet) είναι μια υποκειμενική μέτρηση που χρησιμοποιείται στην έρευνα για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αξιοποιείται για να εξετάσει το πόσο εύκολα μπορούν τα νοικοκυριά να καλύψουν τα απαραίτητα έξοδα με το διαθέσιμο εισόδημά τους (μετά από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές). Η μέτρηση «αποτυπώνει την αντιληπτή οικονομική πίεση και λειτουργεί συμπληρωματικά με τους αντικειμενικούς δείκτες εισοδήματος και υλικής υστέρησης», εξηγεί η Eurostat.
 
 