Στο ρόλο των ελληνικών νησιών για την ενίσχυση του τουρισμού στη χώρα μας αναφέρεται η Εθνική Τράπεζα σε έκθεση της, τονίζοντας πως η Ελλάδα ετοιμάζεται για ένα ισχυρό 2023.
« Όλα φαίνεται να συγκλίνουν ότι η Ελλάδα έχει τα εχέγγυα να επιτύχει ακόμα υψηλότερες επιδόσεις το 2023» σημειώνει η ΕΤΕ.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, ισχυρή ανάκαμψη τουριστικών αφίξεων σημειώθηκε το 2022, με τη δυναμική να ανεβάζει ταχύτητα κατά τη διάρκεια του έτους (αναπλήρωση 92% έναντι του 2019 το φθινόπωρο, από 89% το καλοκαίρι), με την τάση αυτή να αντανακλάται και στις αποπληθωρισμένες εισπράξεις. Μέσα σε αυτή τη θετική χρονιά για τον τουρισμό, έντονα ξεχωρίζει η πορεία των ελληνικών ξενοδοχείων, καθώς πέτυχαν πωλήσεις 24% υψηλότερες έναντι του φθινοπώρου 2019 (+9% σε σταθερές τιμές). Η εξέχουσα αυτή επίδοση είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού δύο ευεργετικών επιρροών:
- Πρώτον, οι διανυκτερεύσεις σχεδόν άγγιξαν τα επίπεδα του 2019 (φτάνοντας το 97% αυτών), με τους ξένους τουρίστες να αποτελούν την αιχμή του δόρατος. Η επίδοση αυτή επέτρεψε στα ξενοδοχεία να προσελκύσουν αυξημένο μερίδιο της τουριστικής πίτας (60% των ξένων τουριστών έμειναν σε ξενοδοχεία, έναντι 57% το 2019).
- Δεύτερον, οι πωλήσεις ανά διανυκτέρευση ήταν 27% υψηλότερες έναντι του 2019, αντανακλώντας σε μεγάλο βαθμό βελτίωση τόσο του εύρους όσο και της ποιότητας των υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας έτσι υγιή περιθώρια κέρδους στον κλάδο. Συγκεκριμένα, ανάλογα με το βαθμό επιβάρυνσης κόστους από την εν λόγω αναβάθμιση, τα περιθώρια κέρδους εν πολλοίς δέχτηκαν ευεργετική επίδραση το 2022 (αγγίζοντας άνοδο μέχρι και 3 ποσοστιαίων μονάδων έναντι του 2019). Ως συνέπεια, η λειτουργική κερδοφορία των ελληνικών ξενοδοχείων το 2022 εκτιμάται ότι ενισχύθηκε κατά μέσο όρο σε ένα εύρος της τάξης του 20-35% σε σχέση με το 2019.
Η εξαιρετική επίδοση των ελληνικών ξενοδοχείων τους επέτρεψε να ξεχωρίσουν έναντι των ανταγωνιστών τους, καταφέρνοντας έτσι να αυξήσουν το μερίδιό τους στις διανυκτερεύσεις της Μεσογείου κατά 1 ποσοστιαία μονάδα (18,5% το φθινόπωρο 2022, έναντι 17,5% το φθινόπωρο του 2019). Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι ότι τα ελληνικά ξενοδοχεία παράλληλα πέτυχαν μεγαλύτερη άνοδο στα έσοδα ανά διανυκτέρευση έναντι των ανταγωνιστών τους.
Εστιάζοντας στις επιδόσεις ανά προέλευση και προορισμό διαπιστώνουμε ότι:
- Αυξημένη συγκέντρωση παρατηρείται στις 4 βασικές αγορές (Γερμανία, Ην. Βασίλειο, Γαλλία, Η.Π.Α.), οι οποίες ανέβασαν τη συνεισφορά τους στις αφίξεις κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες, με το Ηνωμένο Βασίλειο να αποτελεί ατμομηχανή ανόδου (με αφίξεις +43% έναντι 2019).
- Τα νησιά διατηρούν την κυριαρχία τους τους φθινοπωρινούς μήνες, με πωλήσεις 13% υψηλότερες του 2019 (σε σταθερές τιμές), και βασικούς κινητήριους άξονες το Νότιο Αιγαίο και την Κρήτη. Αντίθετα, οι αναιμικές οδικές αφίξεις κράτησαν σε χαμηλότερα επίπεδα τους ηπειρωτικούς προορισμούς (-5% σε σταθερές τιμές, έναντι φθινοπώρου 2019).
Με το ενδιαφέρον να στρέφεται στο 2023, ενθαρρυντικά εμφανίζονται τα πρώτα στοιχεία όσον αφορά τη διεθνή τάση του τουρισμού, με την Ελλάδα να ευνοείται από την παράλληλη επίδραση δύο δυνάμεων:
- Ισχυρή διάθεση για ταξίδια: Παρά τη συσταλτική επίδραση του πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα, η τάση για “revenge travel” που επικράτησε αμέσως μετά την πανδημία φαίνεται να κυριαρχεί. Επιπλέον, η καταναλωτική εμπιστοσύνη στις βασικές μας αγορές φαίνεται να ανακάμπτει σταδιακά, ενισχύοντας περαιτέρω τη διάθεση για ταξίδια τόσο από χώρες εντός ΕΕ όσο και από πιο μακρινούς προορισμούς (με την ανοδική τάση να κινείται σε ένα εύρος 6%-16%).
- Υψηλή προτίμηση για Ελλάδα: Ισχυρό τουριστικό ενδιαφέρον προσελκύει η χώρα μας, αποτελώντας πρώτη επιλογή για το 5,8% των Ευρωπαίων φέτος (έναντι 4,4% για το 2022) όσον αφορά το επόμενο ταξίδι τους στην Ευρώπη. Παράλληλα, το ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή για κρατήσεις τουριστών στη χώρα μας (early bookings) είναι σε επίπεδα 70% υψηλότερα έναντι του 2022, ενώ 11% υψηλότερα κινούνται οι προγραμματισμένες αεροπορικές θέσεις για τις πρώτες εβδομάδες Μαρτίου, αποτελώντας σηματωρό επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου. Τα σημάδια αυτά παραπέμπουν σε έγκαιρη έναρξη τουριστικής περιόδου, ενώ η αξιοσημείωτη επίδοση του φετινού Οκτώβρη (κάλυψε 60% του Σεπτέμβρη, από 54% το 2019) απέδειξε το εφικτόν της επέκτασης της τουριστικής περιόδου.
Συνεπώς, με την επιφύλαξη της αβεβαιότητας που δημιουργεί η γεωπολιτική κατάσταση και η επιβάρυνση των ελληνικών ξενοδοχείων από υψηλό ενεργειακό κόστος και ελλείψεις εργατικού δυναμικού, η φετινή τουριστική περίοδος ξεκινάει νωρίς, με τις πρώτες ενδείξεις να είναι ενθαρρυντικές για ενίσχυση της τρέχουσας δυναμικής, ώστε να ξεπεράσει το ομολογουμένως δυνατό 2022.