Αν μπορεί να εξαχθεί ένα συμπέρασμα για την κυβέρνηση από το σπάσιμο της υποδόσης για «τεχνικούς λόγους», αλλά και από τη δημοσιοποίηση της συνάντησης των επικεφαλής των θεσμών στην Ουάσινγκτον, όπου δεν κατέληξαν σε κάποια συμφωνία αναφορικά με την παρουσία του ΔΝΤ ή μη στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά και για το θέμα του χρέους, τότε αυτό είναι πως τα δύσκολα είναι ακόμα μπροστά. Με άλλα λόγια, η υπόθεση της αξιολόγησης και της ρύθμισης του χρέους προσομοιάζουν με ναρκοπέδιο.
Και αυτό, γιατί, δεν διαφαίνεται ο τρόπος, με τον οποίο η αξιολόγηση θα μπορούσε να κλείσει εντός του 2016, κάτι που δημιουργεί πολιτική πίεση στην κυβέρνηση, η οποία περιμένει δύο σημαντικά ορόσημα: την αποτύπωση στο χαρτί ενός οδικού χάρτη για το χρέος, πέραν των βραχυπρόθεσμων μέτρων, αλλά και την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, η οποία θα απελευθερώσει φθηνό χρήμα για τις τράπεζες και μπορεί να αποτελέσει ανάσα για την αγορά, αν παράλληλα δεχθούμε πως οι θεσμοί θα πιέζουν την κυβέρνηση να αποπληρώνει με σταθερό ρυθμό τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους ιδιώτες, με ό,τι και αν αυτό σημαίνει για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Η πραγματικότητα είναι πως η δεύτερη αξιολόγηση εμπεριέχει ζητήματα-φωτιά, όπως τα εργασιακά, ο κατώτατος μισθός, οι ομαδικές απολύσεις κ.α., ενώ παράλληλα οι θεσμοί θα εξετάσουν και ζητήματα εφαρμογής των ειλημμένων από το καλοκαίρι μέτρων και την επίδρασή τους στα δημόσια οικονομικά, με δεδομένο πως θα πρέπει να καταρτιστεί και ο προϋπολογισμός, αν λάβουμε υπόψιν πως το προσχέδιό του δεν είναι θέσφατο και τις περισσότερες φορές έχει υποστεί τροποιποιήσεις.
Παράλληλα, τα μηνύματα από το Eurogroup δείχνουν ένα πράγμα: οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών, με μπροστάρη των Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δεν πρόκειται να κάνουν τα στραβά μάτια σε πλημμελή τήρηση των προαπαιτούμενων και δεν πρόκειται να συναινέσουν σε ευνοϊκές αποφάσεις για την Ελλάδα, αν τα συμφωνηθέντα δεν τηρούνται απολύτως. Και μπορεί οι σειρήνες περί Grexit που ξεκίνησαν να ακούγονται εκ νέου μετά από ένα άρθρο γνώμης μιας αρθρογράφου της γερμανικής συντηρητικής εφημερίδας Die Welt να μην ανταποκρίνονται απολύτως στα όσα διαμείβονται στους διαδρόμους του πολιτικού Βερολίνου, αυτό όμως δεν σημαίνει πως με τις γερμανικές σε λιγότερο από έναν χρόνο η δοκιμαζόμενη γερμανική κυβέρνηση είναι έτοιμη για ιδιαίτερες παραχωρήσεις. Παράλληλα, η «σιωπή» της κ. Μέρκελ δεν είναι ένας ευνοϊκός οιωνός για το Μαξίμου, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει πως η Καγκελάριος έχει περιορισμένη επιρροή στις εξελίξεις.
Επίσης, η αβεβαιότητα αναφορικά με τον ρόλο του ΔΝΤ μόνο ευνοϊκή δεν είναι για την κυβερνηση και αυτό γιατί συνδέεται άμεσα με την υπόθεση του χρέους. Οι τελευταίες διαρρόες από το ΥΠΟΙΚ πως η Ελλάδα θέλει το ΔΝΤ με πλήρη ρόλο μέσα στο πρόγραμμα έχουν να κάνουν ακριβώς με το γεγονος πως, αν το Ταμείο μείνει εκτός, τότε κανείς ρεαλιστικά δεν θα μπορεί να πιέσει τους Ευρωπαίους για το χρέος. Και, όταν λέμε χρέος, μιλάμε για τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα, εν είδει οδικού χάρτη, που η κυβέρνηση θέλει να αποτυπωθεί επισήμως με το τέλος της δεύτερης αξιολόγησης, καθώς τα βραχυπρόθεσμα βρίσκονται ήδη υπό επεξεργασία από τον ESM. Πλην όμως, ο κ. Σόιμπλε δεν θέλει καν να ακούει για κάτι τέτοιο πριν τις γερμανικές εκλογές, άσχετα αν δημοσίως επιμένει πως το ΔΝΤ θα μπει έως το τέλος του χρόνου. Ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ γνωρίζει πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς συμφωνία για το χρέος, την οποία ο ίδιος καμία διάθεση δεν έχει να περάσει από την Bundestag. Θα μπορούσε όμως να περάσει μια συμφωνία για έναν ρόλο «ειδικού συμβούλου»; Όπως εκτιμούσε πηγή από το Βερολίνο στο Insider.gr, ναι.
Κάτι που όμως για την κυβέρνηση δημιουργεί πολιτικό πρόβλημα, με δεδομένη την επένδυση στο ζήτημα του χρέους. Γι' αυτό και το πρωθυπουργικό επιτελείο διαμηνύει πως...επίκεινται μάχες.