Αντιμέτωπη με την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων βρίσκεται η αλλαντοβιομηχανία ΒΙΚΗ, η αίτηση πτώχευσης της οποίας εκδικάστηκε την περασμένη Παρασκευή στο Πρωτοδικείο Άρτας.
Η εταιρεία είχε αιτηθεί την υπαγωγή της στο άρθρο 106 (υπαγωγή σε διαδικασία εξυγίνασης εν λειτουργία) για να βρει επενδυτή αλλά οι προσπάθειες δεν απέδωσαν.
Η αλλαντοβιομηχανία BIKH, της οικογένειας Παπαγιάννη, βρίσκεται στην Άρτα, διαθέτει δικό της χοιροστάσιο, συνεργάζεται με 50 κτηνοτρόφους της περιοχής, ενώ ο τζίρος της το 2016 κινήθηκε στα 20 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τους «Η εταιρεία αυτή τη στιγμή οφείλει δεδουλευμένα πολλών μηνών σε όλους μας και αυτό γιατί δείξαμε τεράστια ανοχή και κατανόηση στα χρόνια οικονομικά προβλήματα που όπως έλεγε αντιμετώπιζε. Μόνο για το 2017 στο 1/3 των εργαζομένων οφείλονται 9 μήνες δεδουλευμένα. Στο σύνολο των εργατών αλλαντοποιείου και του προσωπικού της Τεχνικής Διεύθυνσης οφείλονται επίσης υπερωρίες και ρεπό που δεν μπορεί κανείς να προσδιορίσει, αφού αυτές πληρωνόταν ετεροχρονισμένα 3 μήνες αργότερα από την ημερομηνία που γινόταν, πατώντας πάνω στους μνημονιακούς νόμους που ψηφίστηκαν από το 2011 και μετά.
Αξιολογώντας ότι δεν υπάρχει επιστροφή, το Φεβρουάριο ξεκινήσαμε απεργία που κράτησε μία εβδομάδα και στη συνέχεια επίσχεση εργασίας, όταν πια έφτασε «ο κόμπος στο χτένι».
Τότε η Διοίκηση μας πρότεινε προκειμένου να γίνει προσπάθεια εξυγίανσης της εταιρείας, να δουλέψουμε με «εκ περιτροπής εργασία», τις μισές περίπου ημέρες το μήνα και τα μισά ένσημα. Δυστυχώς ξεγελαστήκαμε και δεχτήκαμε για άλλη μια φορά να στηρίξουμε «το σπίτι μας», όπως το θεωρούσαμε με αντάλλαγμα τους μισθούς 2 μηνών που μας χρωστούσε από το 2017.
Όταν καταλάβαμε ότι τα βαθύτερα κίνητρα ήταν άλλα, προχωρήσαμε σε ασφαλιστικά μέτρα για τα οποία 6 περίπου μήνες μετά την εκδίκαση δεν έχει εκδοθεί απόφαση. Ας μας εξηγήσει κάποιος γιατί»;
Τέλος, οι εργαζόμενοι επισημαίνουν πως: «Κάποιοι από μας καταφέραμε και εκτελέσαμε διαταγές πληρωμής πράγμα το οποίο ανάγκασε τελικά τον εργοδότη μας να καταφύγει νωρίτερα στην αίτηση πτώχευσης, φοβούμενος ότι θα μπορούσαμε να κατασχέσουμε επιταγές πελατών που ακόμα δεν είχε παραλάβει. Εκ των υστέρων καταλάβαμε ότι οι διαταγές πληρωμής ήταν μία από τις λιγοστές σωστές κινήσεις που κάναμε διαφορετικά θα δουλεύαμε ακόμη «εκ περιτροπής».
Από το Μάιο μέχρι σήμερα βρισκόμαστε ξανά σε επίσχεση εργασίας, συντηρούμαστε με το επίδομα επίσχεσης από τον ΟΑΕΔ ενώ τις επόμενες μέρες θα κατατεθεί στους λογαριασμούς μας εφάπαξ οικονομική βοήθεια 1000 ευρώ από το Υπουργείο Εργασίας για τον καθένα μας.
Τους τελευταίους μήνες ελπίζουμε ότι τελικά θα έρθει κάποιος επενδυτής να αγοράσει τη μονάδα παραγωγής και να ξαναστήσει την εταιρεία. Όποιος το κάνει το σίγουρο είναι ότι θα έχει να κερδίσει πολλά, γιατί αυτά τα προϊόντα έχουν ζήτηση και με την τεχνογνωσία όλων εμάς που δουλεύουμε εκεί θα είναι πάλι τα καλύτερα της αγοράς. Η εταιρεία έφτασε σε αυτό το σημείο όχι γιατί δεν είχαμε πωλήσεις, αλλά επειδή οι ιδιοκτήτες δυστυχώς δεν έχουν πια τη διάθεση να τη δουλέψουν».