Σε ολοένα και αυστηρότερο πλαίσιο άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) προχωρούν από κοινού η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τόσο έναντι των προηγούμενων ετών, όσο και έναντι άλλων κεντρικών τραπεζών (Τράπεζα της Αγγλίας, Fed).
Η άσκηση έχει σχεδιαστεί να παράσχει σημαντικά στοιχεία για την αξιολόγηση της ανθεκτικότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα στο τρέχον αβέβαιο και διαρκώς μεταβαλλόμενο μακροοικονομικό περιβάλλον. Αξιολογεί την επίδοση των τραπεζών της ΕΕ σε ένα βασικό και ένα δυσμενές μακροοικονομικό σενάριο, που καλύπτει την περίοδο από το 2025 έως το 2027.
- DBRS: Αυξημένοι κίνδυνοι για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ξεχωρίζουν οι ελληνικές για την κεφαλαιακή τους επάρκεια
- Τράπεζες: Δάνεια 1,21 δισ. ευρώ προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο πρώτο εξάμηνο
Στο δυσμενές σενάριο της φετινής άσκησης λαμβάνεται υψηλότερη μέση σωρευτική μείωση του ΑΕΠ, κατά 0,3% έναντι του μοντέλου που υιοθετήθηκε το 2023. Συγκεκριμένα, οι εποπτικές αρχές λαμβάνουν ως παράμετρος της άσκησης, σωρευτική μείωση του πραγματικού ΑΕΠ - σε επίπεδο ΕΕ - 6,3% (6% στο σενάριο της EBA το 2023). Την ίδια στιγμή, η απόκλιση από τη βασική εκτίμηση για το πραγματικό ΑΕΠ του 2027 διαμορφώνεται στο -10,4%, επίσης ελαφρώς υψηλότερη από ό,τι στην άσκηση της EBA το 2023 (-9,8%). Σημαντικά υψηλότερη είναι και η διασπορά της σωρευτικής μείωσης του πραγματικού ΑΕΠ μεταξύ των χωρών, έναντι του 2023 και 2021. Το εύρος στο δυσμενές σενάριο κυμαίνεται μεταξύ μείωσης 6,9% και 5,1%, σε σύγκριση με το εύρος του 5,9% - 4,9% και 4% - 3% των ασκήσεων του 2023 και 2021 αντίστοιχα.
Επιπλέον, η εκτίμηση για την αύξηση του ποσοστού ανεργίας στο δυσμενές σενάριο κινείται σε υψηλότερα επίπεδα, από ό,τι σε προηγούμενα σενάρια της EBA. Το σενάριο υποθέτει μέση αύξηση του ποσοστού ανεργίας στις ευρωπαϊκές χώρες (μετρούμενη σε όρους σωρευτικής αύξησης μεταξύ 2024 - 2027) της τάξεως του 6%. Στα σενάρια του 2023 και 2021 λαμβάνονταν, μέση αύξηση της ανεργίας κατά 5,7% και 4,8% αντίστοιχα.
Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, το σενάριο της EBA κάνει λόγο για ισχυρότερη πτώση των τιμών των εμπορικών ακινήτων (CRE) από ό,τι των οικιστικών. Οι αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες, σε συνδυασμό με δυσμενείς διαρθρωτικούς παράγοντες μετά την πανδημία, πλήττουν σφοδρότερα τις προοπτικές της αγοράς εμπορικών ακινήτων (CRE) σε σύγκριση με την αγορά οικιστικών. Η μέση μείωση των τιμών των οικιστικών ακινήτων κινείται στο 3,2% το 2025 στο δυσμενές σενάριο, με το σφροδρότερο πλήγμα να έρχεται το 2026, με μείωση 10,4%. Το 2027, αναμένεται πτώση 6,1%. Από την άλλη, η μέση μείωση των τιμών των εμπορικών ακινήτων ακολουθεί παρόμοια πορεία με αυτή των οικιστικών, αλλά είναι υψηλότερη και για τα τρία έτη του χρονικού ορίζοντα. Το δυσμενές σενάριο της EBA κάνει λόγο για πτώση 8% φέτος, προτού υπάρξει διολίσθηση 15,6%. Για το 2027 αναμένεται πτώση 9,9%.
Αξίζει να σημειωθεί πως το σενάριο που λαμβάνουν EBA - ΕΚΤ είναι σημαντικό πιο αυστηρό από της Τράπεζας της Αγγλίας και της Fed το 2024, όσον αφορά τη συσσωρευμένη πτώση του εγχώριου πραγματικού ΑΕΠ.
Τι προβλέπει το «κακό» σενάριο για τις ελληνικές τράπεζες
Για τις εγχώριες τράπεζες, το δυσμενές σενάριο προβλέπει τα εξής: μείωση του ΑΕΠ κατά 6,2% σωρευτικά ως το 2027 (1,4% φέτος, 4,3% το 2026 και 0,5% το 2027), με τις τιμές των κατοικιών να υποχωρούν επίσης σωρευτικά κατά 22,3%, τις τιμές των εμπορικών ακινήτων κατά 28,8%, την ανεργία να αυξάνεται κατά 4,2% (11,4% φέτος, 13,6% το 2026 και 14,7% το 2027), και τον πληθωρισμό επίσης να καταγράφει σωρευτική αύξηση της τάξεως του 11,6% (στο 4,4%, 3,9% και 2,9% αντίστοιχα το 2025 - 2027). Να σημειωθεί πως η Eurobank θα αξιολογηθεί μεμονωμένα αργότερα, λόγω της απόκτησης και ενσωμάτωσης της Ελληνικής στην Κύπρο.
Οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να επιδείξουν αξιοσημείωτες αντοχές στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, λαμβάνοντας υψηλές αξιολογήσεις. Το 2024, η Εθνική ολοκλήρωσε τη χρήση, με δείκτη CET1 στο 18,3% και δείκτη NPE στο 2,6%, η Πειραιώς αντίστοιχα στο 14,7% και στο 2,6% και η Alpha Bank στο 16,3% με δείκτη NPE στο 3,8%.
Τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης θα χρησιμοποιηθούν για να επικαιροποιήσουν την κεφαλαιακή κατεύθυνση του Πυλώνα 2 της κάθε τράπεζας (Pillar 2 Guidance), στο πλαίσιο του SREP, ενώ θα προσμετρηθούν και τα όποια ποιοτικά ευρήματα.