Η αντιστροφή του επιτοκιακού κύκλου και η σταδιακή αποκλιμάκωση των καθαρών εσόδων από τόκους, όπως αποτυπώθηκε και στα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου, οδηγεί σε αναδιαμόρφωση των πηγών εσόδων των τραπεζών και σε μετατόπιση του ειδικού βάρους προς τις προμήθειες. Καθώς οι τέσσερις συστημικές υποαποδίδουν σε αυτό το πεδίο, έναντι του υπόλοιπου ευρωπαϊκού Νότου (ιταλικές, ισπανικές τράπεζες) υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διεύρυνσης.
Κατά το πρώτο τρίμηνο, τα έσοδα από προμήθειες των τεσσάρων συστημικών υποχώρησαν κατά 11,13% σε τριμηνιαία βάση και σε απόλυτο μέγεθος κατά 68 εκατ. ευρώ περίπου. Το μεγαλύτερο μέρος των πιέσεων, απορρέει από τις κυβερνητικές παρεμβάσεις που υιοθετήθηκαν στο μέτωπο των «λαϊκών» προμηθειών. Χρεώσεις, δηλαδή, που σχετίζονται με διάφορες καθημερινές συναλλαγές, πληρωμές και κίνηση κεφαλαίων. Οι τελευταίες κάλυψαν σχεδόν το 30% του συνόλου των προμηθειών των τριών συστημικών (στο breakdown δεν συμπεριλαμβάνεται η Εθνική, καθώς δεν παρουσιάζει τριμηνιαία μεταβολή, παρά μόνο ετήσια).
Από την άλλη, οι προμήθειες για τους δύο πυλώνες, του asset management (διαχείριση περιουσιακών στοιχείων) και του bancassurance (ασφαλιστικά προϊόντα) ενισχύθηκαν κατά 6,86% σε τριμηνιαία βάση, ή κατά +7 εκατ. ευρώ, σε απόλυτο μέγεθος, φτάνοντας τα 109 εκατ. ευρώ. Η Alpha Bank τράβηξε υψηλότερα, τόσο σε απόλυτο μέγεθος, όσο και σε ποσοστιαία μεταβολή, με αύξηση +27,58% στους δύο αυτούς τομείς δραστηριοποίησης σωρευτικά ή κατά 8 εκατ. ευρώ. Το γκρουπ των Eurobank - Πειραιώς διατηρήθηκε σε επίπεδα πέριξ του τετάρτου τριμήνου, με την τελευταία να ισοφαρίζει τις απώλειες του bancassurance (3 εκατ. ευρώ) μέσω του asset gathering, ενώ έγραψε μηδαμινά πρόσθετα έσοδα από FX - trading (παρέμειναν στα 9 εκατ. ευρώ). Οι προμήθειες από διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και ασφαλιστικά προϊόντα κάλυψαν το 24,95% περίπου του συνόλου των τριών συστημικών κατά το πρώτο τρίμηνο, έναντι 19,96% στα τέλη του 2024.
Στο σκέλος των προμηθειών που αφορούν έξοδα χορήγησης δανείων και εγγυητικές, υπήρξε υποχώρηση κατά 29,11% ή κατά 46 εκατ. ευρώ. Έμμεσα η σύγκριση μεταξύ πρώτου τριμήνου 2025 και τετάρτου τριμήνου λέει τη μισή αλήθεια για την κατηγορία. Και αυτό, διότι στις προμήθειες της Eurobank, υπήρξε επίδραση ενός μεγάλου «ticket» στο τέταρτο τρίμηνο που τις «εκτόξευσε» στα 75 εκατ. ευρώ. Στο πρώτο τρίμηνο επανήλθαν εντός εύρους διακύμανσης δεύτερου – τρίτου τριμήνου 2024 (στα 38 εκατ. ευρώ).
Τραπεζικές πηγές εκτιμούν πως στο δεύτερο – τρίτο τρίμηνο θα υπάρξει ενίσχυση των εσόδων από προμήθειες που αφορούν συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσω του τραπεζικού «καναλιού», λόγω εποχικότητας (τουριστική κίνηση - επέκταση τουριστικής περιόδου). Συνδρομή θα υπάρξει και από την πιστωτική επέκταση.
Οι «γραμμές άμυνας» σε ένα slowdown...
Σε μια πιο μεσοπρόθεσμη βάση ωστόσο, ενδιαφέρον παρουσιάζει το πλαίσιο βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας των προμηθειών στα διάφορα σενάρια εξασθένησης, της ήδη αναιμικής ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας ή - και ήπιας ύφεσης αυτής.
Ένα πρώτο βασικό «κανάλι» που επηρεάζεται είναι οι προμήθειες που σχετίζονται με τις χορηγήσεις. Μια κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας και τυχόν επιδείνωση του επιχειρηματικού κλίματος αναμένεται να περιορίσουν τη διάθεση για λήψη σημαντικών επενδυτικών αποφάσεων που με τη σειρά του θα φθείρει την πιστωτική επέκταση που αποτελεί αιχμή του «story» των ελληνικών τραπεζών. Από την άλλη, εύλογα, αναλυτές επισημαίνουν, πως σε κάποιο βαθμό η πιστωτική επέκταση είναι εγγυημένη λόγω του RRF, συνεπώς και οι πιέσεις μπορούν να εξομαλυνθούν σε ένα τέτοιο σενάριο. Την ίδια στιγμή, το ρίσκο των χαμηλότερων δανείων περιορίζεται καθώς συνεχίζεται με αμείωτη ένταση η αναχρηματοδότηση από πλευράς εταιρειών.
Πιέσεις θα υπάρξουν στις προμήθειες από asset management δεδομένου ότι μπορεί να υπάρξει μείωση της αξίας των διάφορων αμοιβαίων και εκροές, έχοντας ωστόσο και ένα recurring element. Τα έσοδα από trading (brokerage) δύναται να επηρεαστούν θετικά, εν μέσω ενίσχυσης της μεταβλητότητας, αν δεν υπάρξει παρατεταμένη ύφεση που θα ωθήσει μια μερίδα επενδυτών εκτός αγοράς.
«Άμυνες» από την άλλη, δύναται να στηθούν από τη γραμμή των «λαϊκών» προμηθειών - παρά τα κυβερνητικά μέτρα – και των καρτών. Αν και σε αυτή την περίπτωση προκύπτει μια μορφής ευαλωτότητα λόγω της υψηλής εγχώριας εξάρτησης από την κατανάλωση και τον τουρισμό, ωστόσο πρόκειται για προμήθειες «αμυντικού» χαρακτήρα που μπορούν να παραμείνουν αρκετά συμπαγής.
Σημαντική θα είναι και η συμβολή των εσόδων από προμήθειες που αφορούν έκθεση εταιρειών για μείωση της μεταβλητότητας και του αντίκτυπου σε διάφορα τμήματα των αγορών. Ουσιαστικά, μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων και του hedging (FX, πετρέλαιο, IRS) που παρέχουν οι τράπεζες σε εταιρείες, οι πρώτες μπορούν να «γράψουν» σημαντικό όφελος. Αν και το μεγαλύτερο τμήμα αυτής της «πίτας» το παίρνουν οι μεγάλες ξένες επενδυτικές, οι τέσσερις συστημικές κάνουν φιλότιμες προσπάθειες το τελευταίο διάστημα, για να διευρύνουν το αποτύπωμά τους.