Ένα από τα πιο επίμονα ερωτήματα της τελευταίας δεκαετίας στον ενεργειακό τομέα: το μέλλον του αγωγού East Med και του ηλεκτρικού καλωδίου Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης με τίτλο «Ενέργεια και Υποδομές: Οικονομική συνεργασία, δίκτυα και πολιτικοί ανταγωνισμοί», που έλαβε χώρα στο πλαίσιο του συνεδρίου «Αθήνα: Διάλογοι για την Πολιτική – Athens Policy Dialogues», που πραγματοποιείται 4 και 5 Δεκεμβρίου στο ξενοδοχείο King George και οργανώνεται από το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων, το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών και την εφημερίδα Το Βήμα.
Ο Πρώην Υφυπουργός Εξωτερικών και βουλευτής Σερρών, Τάσος Χατζηβασιλείου, ξεκαθάρισε ότι η Αθήνα δεν έχει εγκαταλείψει κανένα έργο. «Η Ελλάδα δεν έχει βάλει κανένα ενεργειακό έργο στο συρτάρι, είμαστε ανοιχτοί σε όλα, όμως η αγορά στο τέλος δείχνει το δρόμο αποφασίζοντας ποιο έργο είναι βιώσιμο» τόνισε, αναφερόμενος κυρίως στον αγωγό East Med.
Υπογράμμισε ότι αν κάποιο έργο που βρίσκεται σε φάση «ύπνωσης», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, επανεκκινήσει, η χώρα «είναι έτοιμη να συμμετέχει». Στο ίδιο πλαίσιο, περιέγραψε τον Κάθετο Διάδρομο ως έργο που «παίρνει σάρκα και οστά» και το οποίο θα μπορεί να καταλήγει όχι μόνο στην Ουκρανία αλλά και σε άλλες ώριμες ευρωπαϊκές αγορές.
Ο κ. Χατζηβασιλείου επέμεινε ότι η ενέργεια είναι πια «συνώνυμο της ασφάλειας» και ότι η Ελλάδα έχει θέσει τρεις ξεκάθαρους στόχους: «φθηνότερο ενεργειακό κόστος, αξιοποίηση του εγχώριου ορυκτού πλούτου και θωράκιση του ρόλου της χώρας ως παρόχου ενεργειακής ασφάλειας». Όπως είπε, αυτό επιτυγχάνεται χάρη στις υποδομές που υλοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, με την Ελλάδα να έχει «κεντρικό ρόλο σε έναν ενεργειακό κρίκο από την Ανατολική Μεσόγειο έως την Κεντρική Ευρώπη». Η σταθερότητα της κυβέρνησης, η δυνατότητα διαφοροποίησης των πηγών και η εγγύτητα σε αγορές «που διψούν για νέους πόρους» συνθέτουν το σημερινό πλεονέκτημα της χώρας, τόνισε.
Ο Ευρωβουλευτής και Πρώην Πρόεδρος της EUROGAS, Νικόλαος Φαραντούρης, από την πλευρά του, εξέφρασε κριτική για την πορεία των δύο έργων. «Η Ελλάδα έχτισε με πολύ κόπο πρότζεκτ που της επιτρέπουν να έχει διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών και τώρα πράγματι τα εγκαταλείπει», είπε, σημειώνοντας ότι η «ταφόπλακα» στον East Med δεν μπήκε από επενδυτές, αφού «υπήρχε επενδυτικό ενδιαφέρον», αλλά από γεωπολιτικές πιέσεις: «ήταν επειδή δεν το ήθελε η Τουρκία και η Ελλάδα το εγκατέλειψε χωρίς να πάρει κάτι σε αντάλλαγμα» υποστήριξε. Κατέθεσε και τη δική του εμπειρία από τον East Med: «Έχω δουλέψει για αυτόν τον αγωγό, εξυπηρετούσε τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας, μπήκε στο συρτάρι λόγω αντιρρήσεων της Τουρκίας» είπε.
Παρομοίως, σχολίασε πως ανάλογες συνθήκες δημιουργούνται και στη διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ» και ότι η Ελλάδα δεν προχωρά επειδή «έβηξε η Τουρκία». Το χαρακτήρισε «μία μάχη που είναι ντροπή να μην δοθεί», αναφέροντας ότι πρόκειται για «ένα εύκολο πρότζεκτ» που θα έστελνε «ένα ισχυρό μήνυμα σε Τουρκία, Ισραήλ, Ευρώπη, ΗΠΑ ότι εννοούμε αυτά που σχεδιάζουμε». Αντίστοιχα, υπογράμμισε ότι η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ διαθέτει «γενναιόδωρη χρηματοδότηση», είναι «απλό πρότζεκτ» και «το θέλει η ΕΕ». «Εμείς γιατί βάζουμε τέτοια πρότζεκτ στο συρτάρι; Πρέπει να έχουμε συνέπεια και συνέχεια», τόνισε.
Ο Πρώην Yπουργός Ενέργειας της Κύπρου, Γιώργος Λακκοτρύπης, εξέφρασε την πεποίθηση ότι η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας- Κύπρου- Ισραήλ θα προχωρήσει, παραδεχόμενος ότι δηλώσεις από την πλευρά της Κύπρου δεν βοήθησαν στην εξέλιξη του έργου.
«Δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία για τη χρησιμότητα του έργου κυρίως για την Κύπρο», είπε, προσθέτοντας ότι «το πραγματικό ερώτημα δεν είναι η οικονομική βιωσιμότητα αλλά να μην ρίχνουμε χρήματα σε ένα μαύρο λάκο». Χαρακτήρισε το έργο «φιλόδοξο» και τόνισε ότι η δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ κυβερνήσεων «δεν ωφελεί». Παράλληλα, αναφέρθηκε στη δημιουργία νέων ενεργειακών διαδρομών «κυρίως μέσα από την Αλεξανδρούπολη», προσθέτοντας ότι η πρόσφατη συμφωνία για τον Κάθετο Διάδρομο προσφέρει νέες προοπτικές αξιοποίησης των κυπριακών πόρων. Εξήγησε επίσης ότι στην κυπριακή ΑΟΖ το πρόβλημα είναι πως «οι ανακαλύψεις δεν είναι πολύ μεγάλες και είναι διάσπαρτες», αλλά συμπλήρωσε ότι «παραμένουν σημαντικές».
Σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο, ο Ariel Levite, Senior Fellow στο Carnegie Endowment τόνισε ότι η παρουσία –ή απουσία– της Τουρκίας επηρεάζει άμεσα τα ενεργειακά έργα της περιοχής. «Θα ήταν πολύ πιο εύκολο να προχωρήσουν τα ενεργειακά έργα αν η Τουρκία μετείχε σε αυτά», δήλωσε, υπενθυμίζοντας ότι Ελλάδα και Τουρκία έχουν «ανταγωνιστική σχέση» και ότι πρέπει να δούμε «ποια είναι τα πλεονεκτήματα που φέρνει η Ελλάδα στα έργα», μεταξύ των οποίων και «ο ναυτιλιακός τομέας».
Υπενθύμισε ότι «δεν είναι τυχαίο ότι ο Τραμπ μιλάει για ενεργειακή κυριαρχία και όχι μόνο ενεργειακή ασφάλεια» και πως η ενέργεια αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στον παγκόσμιο γεωπολιτικό ανταγωνισμό. Για την Ελλάδα, τόνισε ότι χρειάζεται «μία συνεκτική πολιτική» προκειμένου να αξιοποιήσει τις δυνατότητές της, να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα των σχεδίων και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις, που πηγάζουν όπως ανέφερε «όχι μόνο από πόλεμο αλλά και από υβριδικούς κινδύνους». Επανέλαβε ότι η αποτελεσματική διαχείριση κινδύνου είναι προϋπόθεση για επενδύσεις, ενώ «οι εκλογές θέτουν πάντα θέμα για το αν θα αλλάξουν οι προτεραιότητες της κυβέρνησης».
Ο Κωστής Σταμπολής, Πρόεδρος του ΙΕΝΕ, επικεντρώθηκε στα πραγματικά ενεργειακά μεγέθη της περιοχής. Επεσήμανε ότι η Ανατολική Μεσόγειος «αντιπροσωπεύει σημαντικό πόλο παραγωγής ενέργειας» με δυνατότητα όχι μόνο να καλύψει τις ανάγκες της περιοχής αλλά στο μέλλον να προχωρήσει σε εξαγωγές μέσω LNG, κυρίως προς την Ευρώπη.
Διόρθωσε την ευρέως διαδεδομένη εντύπωση ότι οι ΑΠΕ στην Ελλάδα καλύπτουν το 50% της κατανάλωσης, τονίζοντας ότι «το πραγματικό ποσοστό είναι 23% και αυτό δεν θα ανέβει πολύ - στην καλύτερη περίπτωση θα πάει στο 30%», όπως ανέφερε. Εκτίμησε ότι «το φυσικό αέριο θα είναι μαζί μας για τα επόμενα 40 χρόνια» και προέβλεψε ότι από το 2027 η Κύπρος αναμένεται να αποκτήσει τα πρώτα της έσοδα από το φυσικό αέριο.