Η σκιά της λειψυδρίας πέφτει ακόμη πιο βαριά στα ελληνικά νησιά αλλά και στην ηπειρωτική χώρα καθώς επιδεινώνεται η κλιματική κρίση ενώ η κυβέρνηση επεξεργάζεται το εθνικό σχέδιο διαχείρισης των υδάτων με στόχο να προτεραιοποιηθούν οι πολιτικές που θα βελτιώσουν την απόδοση των υποδομών, θα μειώσουν τις απώλειες και θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των υδάτινων πόρων στη χώρα.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 19η θέση παγκοσμίως ως προς τον κίνδυνο εμφάνισης λειψυδρίας και την τελευταία δεκαετία καταγράφεται υπερδιπλασιασμός ( +139%) στη χρήση νερού για ύδρευση (απόληψη), εξαιτίας μεταξύ άλλων της αυξημένης τουριστικής κίνησης.
Στην Αττική, από τις αρχές του 2024 έχει μειωθεί σημαντικά το απόθεμα του νερού, έχει πέσει πολύ η στάθμη στους ταμιευτήρες με αποτέλεσμα σήμερα να είναι κάτω από το μισό σε σχέση με πριν από τρία χρόνια. Τα σημερινά αποθέματα είναι στα 600 εκατομμύρια κυβικά μέτρα όταν οι ετήσιες ανάγκες της Αττικής υπερβαίνουν τα 300 εκατομμύρια κυβικά. Στο πλαίσιο αυτό, παρ’ ότι δεν τίθεται άμεσα ζήτημα κάλυψης των υδροδοτικών αναγκών, υπάρχει πλέον ιδιαίτερη πίεση για συντονισμένες πολιτικές.
Η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλαπλές προκλήσεις όπως είναι οι απώλειες λόγω των προβλημάτων στα δίκτυα διανομής που φθάνουν το 50%, η μείωση διαθεσιμότητας των επιφανειακών πόρων και αύξηση της χρήσης γεωτρήσεων με αποτέλεσμα την υφαλμύριση των υδάτων. Είναι ενδεικτικό ότι κατά την περίοδο 2000 - 2022 η άντληση υπόγειων υδάτων αυξήθηκαν κατά 80% ενώ η χρήση επιφανειακών υδάτων μειώθηκε κατά 40%.
Ο αγροτικός τομέας απορροφά το 85% του νερού ενώ σε κρίσιμη κατάσταση έχουν περιέλθει νησιά που αποτελούν δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς αλλά και άλλα τα οποία ανέκαθεν αντιμετώπιζαν πρόβλημα υδροδότησης (όπως τα άνυδρα συμπλέγματα των Κυκλάδων). Και φυσικά το πρόβλημα επιδεινώνεται όταν απαιτείται να χρησιμοποιηθούν εκατοντάδες κυβικά νερού για να γεμίσουν οι πισίνες και να ποτιστούν κήποι και γκαζόν.
Στην Πάρο υπάρχουν πάνω από 1.200 πισίνες ενώ στην Λευκάδα έχει υπολογιστεί ότι οι πισίνες είναι 1.629 και η Αντίπαρος, ένα τόσο μικρό νησί, έχει τόσες πισίνες όσες η Ίος, η Σίφνος και η Σέριφος μαζί. Και εάν σκεφτεί κανείς ότι για να γεμίσει μια ιδιωτική πισίνα απαιτούνται περίπου 150 κυβικά μέτρα το χρόνο, οι υπολογισμοί δεν αφήνουν πολλά περιθώρια εφησυχασμού όταν πλέον ολόκληρη η Μεσόγειος παρουσιάζει υψηλή ευαισθησία στον κίνδυνο λειψυδρίας.
Τα μέτρα που σχεδιάζει η κυβέρνηση
Η κυβέρνηση επεξεργάζεται την κατάρτιση ενός εθνικού σχεδίου διαχείρισης των υδάτων και προς αυτή την κατεύθυνση βρίσκονται ήδη σε συνεργασία τα συναρμόδια υπουργεία και φορείς (Εσωτερικών, Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Υποδομών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ). Μέσω αυτού θα καθοριστούν οι στρατηγικές για τις δομές διαχείρισης των υδάτων, τα έργα που θα προτεραιοποιηθούν και τα σχέδια διαχείρισης υδάτων.
Το σχέδιο θα αξιοποιήσει τα στοιχεία μελέτης που εκπόνησε η Deloitte για λογαριασμό της κυβέρνησης. Με βάση τα δεδομένα του 2022, για την ύδρευση και άρδευση σε όλη τη χώρα, απαιτούνται πάνω από 10 δισ. ευρώ και επιπλέον 500-700 εκατ. ευρώ για την Αττική. Κρίσιμες περιοχές θεωρούνται τα Νησιά Νοτίου Αιγαίου και Ιονίου, η Κρήτη, η Θεσσαλία και η Πελοπόννησος.
Τα έργα θα χρηματοδοτηθούν από διάφορες πηγές όπως είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), η οποία δύναται να παρέχει 2-3 δισ. ευρώ ετησίως για υδροδοτικά έργα. Και προκειμένου να περάσει το σχέδιο από τη θεωρία στην πράξη, εξετάζεται να δημιουργηθούν νέες Ανώνυμες Εταιρείες ανά περιοχή, οι οποίες θα απορροφήσουν τις υπάρχουσες ΔΕΥΑ και ΤΟΕΒ, θα «τρέξουν» τα υφιστάμενα και νέα έργα και θα διαχειρίζονται μια Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση (ΡΠΒ), η οποία θα αποτελεί εγγύηση εσόδων και δανειοληπτικής ικανότητας.
Κονδύλια για τη βελτίωση της διαχείρισης νερού στην αγροτική παραγωγή
Η βελτίωση της διαχείρισης νερού βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα και του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καθώς ο πρωτογενής τομέας απορροφά το 80% - 85% των υδάτινων πόρων.
Πρόκειται για μια στρατηγική η οποία βασίζεται σε τρεις άξονες, τη δημιουργία περιφερειακών Οργάνων Διαχείρισης των υδάτινων πόρων, την υλοποίηση του προγράμματος Ύδωρ 2.0 ύψους 4 δισ. ευρώ και την ορθολογική διαχείριση των πόρων της ΚΑΠ με την κατασκευή κομβικών εγγειοβελτιωτικών έργων. Με τη σύσταση ενιαίων Οργανισμών Διαχείρισης Υδάτων σε κάθε Περιφέρεια (στην Κρήτη, την Πελοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα όπως δρομολογείται), κατά το πρότυπο του ΟΔΥΘ στη Θεσσαλία αναμένεται να δημιουργηθεί ένα ενιαίο πλαίσιο που στόχο θα έχει την απλοποίηση του σημερινού πολύπλοκου συστήματος, τη βελτίωση της συντήρησης και της επιχειρησιακής ετοιμότητας των υποδομών και την ευρύτερη συνεργασία με Δήμους, Περιφέρειες, ΔΕΥΑ και ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ.
Με την υλοποίηση του προγράμματος «Ύδωρ 2.0», μέσω ΣΔΙΤ, κατασκευάζονται και υπόγεια δίκτυα άρδευσης υψηλής απόδοσης, τα οποία μειώνουν τις απώλειες και εκτιμάται ότι θα περιορίσουν το κόστος παραγωγής για τους αγρότες ενώ προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και δράσεις που εντάσσονται στο Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ και στην ορθολογική χρήση των πόρων της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Συγκεκριμένα, προβλέπονται 500 εκατ. ευρώ σε μεγάλες υποδομές άρδευσης με δικαιούχους τις Περιφέρειες (η πρόσκληση έχει ήδη δημοσιευθεί) και ένα πρόγραμμα μικρών εγγειοβελτιωτικών έργων σε συνεργασία με Δήμους (προκήρυξη το φθινόπωρο 2025).