Χρειάζεται ένα ανθρωποειδές ρομπότ να έχει δύο πόδια; Κι αν μπορεί να χειρίζεται αντικείμενα με τρία δάχτυλα, τότε γιατί να κάνουμε τον κόπο να το κατασκευάσουμε με πέντε;
Όσο παράξενα κι αν ακούγονται αυτά τα ερωτήματα, αυτές ακριβώς είναι οι αποφάσεις που λαμβάνονται αυτή τη στιγμή από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ακμάζοντα κλάδο των ανθρωποειδών ρομπότ. Η μετάβαση στην εποχή του «Physical AI», στην εποχή δηλαδή όπου οι ρομποτικές κατασκευές «συναντούν» την τεχνητή νοημοσύνη, δεν είναι πια ένα θεωρητικό ζήτημα. Είναι ένα πολύ πραγματικό και πρακτικό debate σχετικά με τη μορφή και τις προδιαγραφές των ρομπότ, ανάλογα με τις ανάγκες που καλούνται να καλύψουν.
Στην Κίνα, για παράδειγμα, αρκετοί κατασκευαστές ρομπότ εγκαταλείπουν το παραδοσιακό «ανθρωποειδές» δίποδο μοντέλο και προτιμούν τροχοφόρες εκδόσεις. Και όσο η χρήση των ρομπότ διευρύνεται και εξαπλώνεται, π.χ. σε εργασίες μεταφοράς, στοίβαξης ή διαλογής, προσαρμόζουν τους βραχίονές τους σε πιο απλές δομές, με τρία δάχτυλα ή με αναρροφητήρες. Όχι επειδή δεν μπορούν να κατασκευάσουν κάτι πιο εξελιγμένο, αλλά επειδή οι μονάδες παραγωγής έχουν όλο και πιο συγκεκριμένες απαιτήσεις.
Όπως εξηγεί σε πρόσφατη ανάλυσή της η Citi, για τις εταιρείες κατασκευής ανθρωποειδών ρομπότ που επικεντρώνονται σε βιομηχανικές εφαρμογές, ο στόχος δεν είναι η μίμηση της ανθρώπινης μορφής, αλλά η εκτέλεση χειρωνακτικών εργασιών με τρόπους που εξοικονομούν ενέργεια και αυξάνουν την αυτονομία και, μάλιστα, αν είναι δυνατόν, χωρίς να χρειαστεί αναβάθμιση των υπαρχουσών εγκαταστάσεων παραγωγής.
Προς μια νέα βιομηχανική πραγματικότητα
Ρομποτικοί βραχίονες χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια, σε διάφορες μονάδες παραγωγής ανά τον κόσμο, κυρίως στην αυτοκινητοβιομηχανία. Η παγκόσμια βιομηχανία όμως έχει ξεφύγει πια για τα καλά από αυτό το μοτίβο και κινείται όλο και πιο βαθιά στο πεδίο των ανθρωποειδών ρομπότ, ένα πεδίο σύζευξης προηγμένων μηχανών (ρομπότ) και τεχνητής νοημοσύνης. Πρόκειται για μια νέα βιομηχανική πραγματικότητα η οποία, μέσα σε εργοστάσια, αποθήκες, εγκαταστάσεις εφοδιασμού κ.α., εξελίσσεται με τέτοια ταχύτητα, που αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο οι οικονομίες επενδύουν σε κεφάλαιο, τεχνολογία και ανθρώπινο δυναμικό.
Οι αναλυτές της Citi σχολιάζουν ότι ο κλάδος του physical AI βρίσκεται σε «σημείο καμπής», καθώς η τεχνολογία ωριμάζει και οι βιομηχανίες όχι μόνο καταφέρνουν να προσελκύσουν τα απαραίτητα κεφάλαια, αλλά ταυτόχρονα αποκτούν πρόσβαση στο είδος και στον όγκο των δεδομένων που απαιτεί η τεχνητή νοημοσύνη για να μπορεί να λειτουργήσει και να αλληλεπιδράσει στον πραγματικό κόσμο.
Ασφαλώς, κάτι τέτοιο συνοδεύεται από διάφορες προκλήσεις. Για παράδειγμα, η physical AI πρέπει να αντιλαμβάνεται και να αλληλεπιδρά άμεσα με τον απρόβλεπτο πραγματικό κόσμο, διότι η όποια καθυστέρηση ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο ακόμα και την ασφάλεια της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η ενσωμάτωση της physical AI στην παραγωγή είναι πολύ πιο δύσκολη σε σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη που υφίσταται μόνο σε μορφή software.
Βιομηχανικά ρομπότ Vs ανθρωποειδή
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της International Federation of Robotics (IFR), ο αριθμός των ρομπότ διεθνώς το 2024 έφτασε τα 4,66 εκατομμύρια. Εξ αυτών πάνω από 2 εκατομμύρια βρίσκονται στην Κίνα. Το 2024 εγκαταστάθηκαν παγκοσμίως 542.000 νέα βιομηχανικά ρομπότ, αριθμός υπερδιπλάσιος σε σχέση με πριν από μία δεκαετία και ο δεύτερος υψηλότερος που έχει καταγραφεί ποτέ. Στοιχεία της IFR δείχνουν επίσης ότι το 2023 η αναλογία ρομπότ/εργαζομένων βρέθηκε σε επίπεδα-ρεκόρ. Συγκεκριμένα, αναλογούσαν κατά μέσο όρο 162 ρομπότ ανά 10.000 εργαζόμενους στη μεταποίηση παγκοσμίως, αριθμός υπερδιπλάσιος σε σχέση με το 2016.

Ωστόσο, τα ανθρωποειδή ρομπότ είναι μια ειδική, ξεχωριστή περίπτωση. H ρομποτική μεταβαίνει από παραδοσιακές βιομηχανικές εφαρμογές σε ανθρωποκεντρικά περιβάλλοντα, όπου το hardware καλείται να αλληλεπιδράσει με ανθρώπους, διαδικασίες και υποδομές που έχουν σχεδιαστεί αποκλειστικά για ανθρώπους.
Σύμφωνα με την IFR, οι κλάδοι που πρωτοπορούν μέχρι στιγμής στην αξιοποίηση αυτών των συστημάτων είναι η βιομηχανική παραγωγή και μεταποίηση (κυρίως η αυτοκινητοβιομηχανία), τα logistics και οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης, και η υγειονομική περίθαλψη. Πιλοτικές χρήσεις περιλαμβάνουν εργασίες όπως παραλαβές, μεταφορές, αλληλεπίδραση με ασθενείς ή εξυπηρέτηση πελατών στον τουρισμό ή το λιανεμπόριο.
Παρά τη ραγδαία εξέλιξη, η μαζική υιοθέτηση ανθρωποειδών βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο. Οι περιορισμοί στην αυτονομία, που σήμερα συχνά δεν ξεπερνά τη μία ώρα συνεχούς λειτουργίας, το υψηλό κόστος και διάφορες τεχνικές δυσκολίες καθιστούν τα ανθρωποειδή ρομπότ περισσότερο συμπληρωματικά παρά υποκατάστατα των παραδοσιακών βιομηχανικών ρομπότ. Παρ’ όλα αυτά, σε περιβάλλοντα που έχουν σχεδιαστεί για ανθρώπους και αντιμετωπίζουν ελλείψεις εργατικού δυναμικού, ο ρόλος τους ενδέχεται να αποδειχθεί καθοριστικός.
Η πρωτοπορία της Κίνας, αλλά και ευρύτερα των χωρών της Ασίας-Ειρηνικού, στην ενσωμάτωση των ρομπότ, είναι αδιαμφισβήτητη και η εικόνα αυτή δεν αναμένεται να ανατραπεί σύντομα. Οι αναλυτές της Lazard σημειώνουν ότι η παγκόσμια αγορά ρομποτικής θα αυξηθεί σημαντικά μέσα στην επόμενη δεκαετία, χάρη στις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη και την αυξανόμενη ενσωμάτωσή της σε ανθρωποειδή ρομπότ, αλλά η αγορά της Ασίας-Ειρηνικού αναμένεται να αναπτυχθεί ταχύτερα, τριπλασιάζοντας το μέγεθός της έως το 2034 στα επίπεδα των 130 δισ. δολαρίων.
Κόμβοι ρομποτικής έχουν εμφανιστεί σε ολόκληρη την Ασία, από το Χονγκ Κονγκ έως τη Σιγκαπούρη και την Ινδία. Πολλές επιχειρήσεις της περιοχής αξιοποιούν την ηγετική τους θέση, επενδύοντας στοχευμένα. Μία από αυτές, σύμφωνα με τη Lazard, είναι η Taiwan Semiconductors (TSMC) που, ως παγκόσμιος ηγέτης στην κατασκευή ημιαγωγών, στοχεύει να ενισχύσει περαιτέρω την παραγωγή της μακροπρόθεσμα επενδύοντας σε ανθρωποειδή ρομπότ.
Προς μια αγορά 5 τρισ. δολαρίων
Η Morgan Stanley εκτιμά ότι η υιοθέτηση ανθρωποειδών ρομπότ θα επιταχυνθεί προς τα τέλη της δεκαετίας του 2030, καθώς η τεχνολογία θα βελτιώνεται και καθώς θα αυξάνεται η κοινωνική τους αποδοχή. Οι αναλυτές του οίκου υπολογίζουν ότι μέχρι το 2050 θα έχει διαμορφωθεί μια αγορά 5 τρισ. δολαρίων, ενώ σχεδόν 1 δισ. ανθρωποειδή θα… κυκλοφορούν ανάμεσά μας
Το 90% αυτών θα χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς και εμπορικούς σκοπούς. Η Κίνα προβλέπεται να έχει τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρωποειδών ρομπότ σε λειτουργία -περίπου 300 εκατομμύρια- έως το 2050, με τις ΗΠΑ στη δεύτερη θέση με διαφορά (περίπου 78 εκατομμύρια).
Η πρόβλεψη για οικιακή χρήση είναι πολύ πιο συντηρητική, με μόλις 80 εκατομμύρια ανθρωποειδή σε σπίτια έως το 2050. «Δεν πρόκειται να δούμε ρομπότ σε κάθε σπίτι από τη μία μέρα στην άλλη», σχολιάζει η MorganStanley, εξηγώντας ότι η πρόοδος που απαιτείται θα χρειαστεί περίπου ακόμη μία δεκαετία. Επίσης, για να φτάσουν τα ανθρωποειδή στα σπίτια, οι τιμές θα πρέπει να μειωθούν σημαντικά.
Σύμφωνα με την Morgan Stanley Research, το κόστος ενός ανθρωποειδούς αναμένεται να υποχωρήσει από 200.000 δολάρια το 2024 στα 50.000 δολάρια έως το 2050. Σε χώρες χαμηλότερου εισοδήματος, που μάλλον θα επωφεληθούν περισσότερο από την φθηνότερη κινεζική παραγωγή, οι τιμές θα μπορούσαν να πέσουν ακόμη και στα 15.000 δολάρια.
Ο κόσμος αλλάζει
Αναμενόμενα, η HSBC βλέπει «μεταμορφωτικές επιπτώσεις» για την αγορά εργασίας, την παραγωγικότητα και ευρύτερα για την κοινωνία. Οι αναλυτές του οίκου εκτιμούν ότι η ευρεία χρήση ανθρωποειδών, σε συνδυασμό με την περαιτέρω ανάπτυξη και διείσδυση της αυτόνομης οδήγησης και της κβαντικής υπολογιστικής μπορεί να δώσει σημαντική ώθηση στην παγκόσμια οικονομία. Για τις ΗΠΑ μόνο, η ώθηση αυτή υπολογίζεται σε 1,5% του ΑΕΠ μέσα στη δεκαετία του 2030.
Ταυτόχρονα, η HSBC προειδοποιεί ότι η απασχόληση σε πολλούς κλάδους θα επηρεαστεί πολύ πιο ουσιαστικά την επόμενη δεκαετία. Σχολιάζει μάλιστα ότι «αυτό που είναι καλό για το χρηματιστήριο μπορεί να μην είναι απαραίτητα καλό για την ευρύτερη οικονομία». Κι αυτό, διότι η μετάβαση θα είναι δύσκολη και το κόστος προσαρμογής τεράστιο.
«Θα υπάρξουν μεγάλοι νικητές και μεγάλοι χαμένοι» σημειώνει χαρακτηριστικά η HSBC. Εξηγώντας ότι αυτές οι τεχνολογικές εξελίξεις δίνουν τη δυνατότητα σε ορισμένες επιχειρήσεις να γίνουν πολύ πιο παραγωγικές και κερδοφόρες, αλλά μικρότερες επιχειρήσεις και ορισμένοι εργαζόμενοι μπορεί να μείνουν πίσω. Οι προκλήσεις για τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής θα είναι να προσπαθήσουν να αντιμετωπίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις, «κάτι που είναι πολύ πιο εύκολο να ειπωθεί παρά να γίνει».