«Ναι, είμαστε δυσαρεστημένοι που ο FTSE αναβάθμισε την Ελλάδα σε καθεστώς ανεπτυγμένης αγοράς» αναφέρει -με αυτόν ακριβώς τον τίτλο- σε έκθεσή της η JP Morgan, η οποία και στο παρελθόν έχει προειδοποιήσει ότι για την ελληνική αγορά η αναβάθμιση θα έχει αρνητικές συνέπειες.
Οι αναλυτές της JP Morgan δηλώνουν «δυσαρεστημένοι, αλλά καθόλου έκπληκτοι» και υπολογίζουν ότι η αναβάθμιση του ΧΑ θα οδηγήσει σε καθαρές εκροές από passive funds ύψους 112,8 εκατ. δολαρίων. Πιο συγκεκριμένα, αναμένουν εκροές 2,84 δισ. ευρώ από κεφάλαια που ακολουθούν τους δείκτες FTSE EM και εισροές 2,7 δισ. ευρώ από funds που ακολουθούν τους δείκτες FTSE DM.
Όπως εξηγούν, προ της αναβάθμισης του ΧΑ, στον δείκτη FTSE Emerging Market All Cap υπήρχαν συνολικά 33 ελληνικές εισηγμένες. Μετά την αναβάθμιση, μόνο οι 29 θα είναι επιλέξιμες για ένταξη στον δείκτη FTSE Developed Market Index, ενώ η στάθμιση της ελληνικής αγοράς στον δείκτη FTSE DM All Cap Ex-US αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στο 0,27%, έναντι 0,70% στον δείκτη FTSE EM All Cap Index.

Μεταξύ άλλων, οι αναλυτές της JP Morgan σχολιάζουν πως, εδώ και αρκετά χρόνια, έχουν ξεκαθαρίσει ότι η Ελλάδα, μια χώρα με αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας και μέλος της Ευρωζώνης, δεν ταιριάζει ακριβώς στην κατηγορία των αναδυόμενων αγορών. Και ότι στο πλαίσιο της στρατηγικής τους για τις αγορές CEEMEA (Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική) διατηρούν σύσταση overweight για την Ελλάδα, «με δεδομένη την ισχυρή (για τα δεδομένα της Ευρωζώνης) πορείας του ΑΕΠ, των προσδοκιών για περαιτέρω ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου» και του discount στην αποτίμηση των ελληνικών τραπεζών έναντι των ευρωπαϊκών.
Επανάληψη του 2001
«Ωστόσο, θεωρούμε ότι αυτή η εξέλιξη (σ.σ. η αναβάθμιση του ΧΑ) είναι αρνητική για τη συνολική ‘υγεία’ της χρηματιστηριακής αγοράς, καθώς το ενδιαφέρον θα εξασθενήσει τόσο από την πλευρά των αναλυτών όσο και των επενδυτών» σημειώνει η JP Morgan.
Οι αναλυτές του οίκου εξηγούν πως, μεταβαίνοντας από μια επενδυτική βάση που εστιάζει σε χώρες (αναδυόμενων αγορών) σε μια επενδυτική βάση πανευρωπαϊκής προσέγγισης που εστιάζει σε κλάδους, διαπιστώνουν τα εξής:
- καμία ελληνική τράπεζα δεν συγκαταλέγεται στις 50 μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές εταιρείες της Ευρώπης
- η ΔΕΗ είναι η 25η μεγαλύτερη μετοχή στον πανευρωπαϊκό δείκτη εταιρειών κοινής ωφέλειας, επί συνόλου 26
- και η Jumbo είναι 42η από τις 46 στον πανευρωπαϊκό δείκτη μη βασικών καταναλωτικών αγαθών.
«Θυμόμαστε όταν η Ελλάδα αναβαθμίστηκε σε ανεπτυγμένη αγορά το 2001, το ενδιαφέρον για την αγορά κατέρρευσε ραγδαία. Υποθέτουμε ότι το ίδιο θα συμβεί ξανά» αναφέρει χαρακτηριστικά η JP Morgan.
Προσθέτει, δε, πως «ορισμένοι επενδυτές στις αναδυόμενες αγορές διατηρούν θέση overweight στην Ελλάδα και επιθυμούν να παραμείνει στην κατηγορία των αναδυόμενων αγορών, δεν έχουμε ακούσει όμως ούτε έναν επενδυτή ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών αγορών που να θέλει να προστεθεί η Ελλάδα στα benchmarks των ανεπτυγμένων».
Η περίπτωση του MSCI
Σε ό,τι αφορά την πιθανή αναβάθμιση του ΧΑ από τον MSCI, η JP Morgan υπενθυμίζει πως ο οίκος ανακοίνωσε τον Ιούνιο ότι η Ελλάδα πληροί όλα τα κριτήρια για αναβάθμιση σε ανεπτυγμένη αγορά, εκτός από τον κανόνα του μεγέθους και της διατηρήσιμης ρευστότητας, αλλά και ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο να παραιτηθεί από αυτόν τον κανόνα.
Οι αναλυτές της JP Morgan εξηγούν ότι σύμφωνα με το τυπικό χρονοδιάγραμμα, τον Ιούνιο του 2026 o MSCI θα μπορούσε να δώσει «σήμα» αναβάθμισης του ΧΑ και, μετά από διαβούλευση διάρκειας ενός έτους, τον Ιούνιο του 2027 να επιβεβαιώσει την αναβάθμιση και να τεθεί σε ισχύ από τον Μάιο του 2028. Ωστόσο, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο ο MSCI να επιταχύνει αυτό το χρονοδιάγραμμα.
Σύμφωνα με τη JP Morgan, ενδεχόμενη αναβάθμιση του ΧΑ από τον MSCI θα έχει μεγαλύτερη επίδραση από αυτή του FTSE, καθώς ο MSCI αντιστοιχεί στα 2/3 περίπου των παθητικών ροών (δηλαδή περίπου διπλάσιες σε σχέση με τον FTSE) και στη μεγάλη πλειονότητα των ενεργητικών δεικτών αναφοράς.