Η χρησιμότητα ενός καταφυγίου είναι ότι παρέχει προστασία και ασφάλεια. Στο καταφύγιο σπεύδεις όταν κινδυνεύεις ή όταν φοβάσαι. Με άλλα λόγια, όταν προκύψει κάποια πραγματική απειλή ή όταν κυριαρχήσει η αντίληψη περί επερχόμενου κινδύνου.
Βεβαίως, η κατασκευή ενός καταφυγίου κοστίζει. Επειδή όμως η ασφάλεια είναι ανεκτίμητη, πληρώνεις αυτό το κόστος αδιαμαρτύρητα. Όταν αισθάνεσαι ότι κάποιος κίνδυνος πλησιάζει απειλητικά, όταν ο φόβος δυναμώνει, τότε είσαι διατεθειμένος να πληρώσεις ακόμα περισσότερα.
Ο χρυσός ήταν ανέκαθεν ένα μέσο αποθήκευσης πλούτου και, με την πάροδο του χρόνου -και την εξέλιξη των διεθνών αγορών- εξελίχθηκε σε αυτό που πολλοί αποκαλούν «επενδυτικό καταφύγιο». Η τιμή του ενισχύεται φέτος σε ποσοστό 35%. Έφτασε να διαπραγματεύεται πάνω από τα 3.500 δολάρια και, μετά από μια πολύμηνη περίοδο συσσώρευσης έως τα 3.440 δολάρια, πλέον όχι μόνο κινείται σε νέα ιστορικά υψηλά, αλλά δίνει στους αναλυτές αφορμές να μιλούν για συνέχιση του ράλι.
Το μεγάλο άλμα
Σε απόλυτες τιμές, η τιμή του μετάλλου κινείται σήμερα πάνω από τα επίπεδα στα οποία είχε βρεθεί π.χ. στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-2009 ή της κρίσης χρέους του 2010-2012. Αλλά επειδή η σύγκριση σε απόλυτες τιμές μπορεί να είναι παραπλανητική λόγω της μεταβολής της αξίας του χρήματος ή των ευρύτερων συνθηκών της αγοράς, ας συγκρίνουμε απλώς τις ποσοστιαίες μεταβολές.
Στην πρώτη περίπτωση, της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, από τον Οκτώβριο του 2007 έως τον Φεβρουάριο του 2009 η τιμή του χρυσού είχε σημειώσει άνοδο 47%. Στο ίδιο διάστημα οι μετοχές διεθνώς σημείωσαν απώλειες της τάξης του 49% και τα αμερικανικά ομόλογα άνοδο κατά 17%.
Στη δεύτερη περίπτωση, της κρίσης χρέους, μεταξύ Ιανουαρίου 2010 και Οκτωβρίου 2011 ο χρυσός ενισχύθηκε 31%, οι μετοχές υποχώρησαν 12% και τα αμερικανικά ομόλογα ενισχύθηκαν 10%.
Συγκριτικά με όλες τις μεγάλες κρίσεις των περασμένων δεκαετιών, συμπεριλαμβανομένης της φούσκας των dot.com, των επιθέσεων της 9/11, του Brexit και της πανδημίας, το σημερινό ράλι του χρυσού από πλευράς ποσοστιαίας μεταβολής είναι ήδη το δεύτερο μεγαλύτερο. Συνδυάζεται μάλιστα με άνοδο και στις μετοχές (14,6%) και στα ομόλογα (4,9%)…
Οι καταλύτες
Οι λόγοι για τους οποίους η τιμή του χρυσού έχει «τρέξει» τόσο από την αρχή του χρόνου είναι πολλοί. Κατά ένα μέρος, η άνοδος οφείλεται στην υποτίμηση του δολαρίου. Το οποίο υποχωρεί έναντι όλων των βασικών νομισμάτων και έχει χάσει, ενδεικτικά, 12,5% έναντι του ευρώ, 12,6% έναντι του ελβετικού φράγκου και 7,3% έναντι στης στερλίνας.
Ωστόσο, πέραν της επίδρασης της συναλλαγματικής ισοτιμίας, αυτό που οδηγεί την άνοδο των τιμών του μετάλλου είναι η αυξημένη ζήτηση. Κι εδώ, μπορούμε να διαχωρίσουμε μεταξύ διαφορετικών περιπτώσεων. Αρχικά, είναι απολύτως βέβαιο ότι ένας μέρος αυτής της ζήτησης είναι αμιγώς κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, υπάρχουν επενδυτές που ακόμα και τώρα αναζητούν σημεία εισόδου, με την προσδοκία ότι η άνοδος θα συνεχιστεί ώστε να ρευστοποιήσουν με κέρδος σε υψηλότερα επίπεδα.
Αν όμως εστιάσουμε στις ερμηνείες που δίνει η συντριπτική πλειονότητα των αναλυτών, θα δούμε ότι η αγορά του μετάλλου κινείται κατά κύριο λόγο από τη διάθεση των επενδυτών να διαφοροποιήσουν και να προστατέψουν τα χαρτοφυλάκιά τους. Κι εδώ προκύπτει το κρίσιμο ερώτημα. Από τι ακριβώς σπεύδουν να προστατευτούν οι επενδυτές, όντας μάλιστα διατεθειμένοι να πληρώνουν όλο και πιο ακριβά αυτή την προστασία;
Πριν απαντήσουμε, ας εστιάσουμε σε ένα ακόμα στοιχείο, το οποίο είναι όχι μόνο «δομικού» χαρακτήρα, αλλά και ιστορικής σημασίας. Και αυτό δεν είναι άλλο από τις συνεχιζόμενες αγορές χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες διεθνώς. Υπολογίζεται ότι την τελευταία τριετία οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα αποθέματά τους σε χρυσό κατά 1.000 τόνους ετησίως. Αυτή τη στιγμή στα «χέρια» των κεντρικών τραπεζών βρίσκονται περίπου 36.000 τόνοι χρυσού. Με την άνοδο των τιμών του μετάλλου, η αξία αυτών των αποθεμάτων έχει φτάσει τα 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Κάπως έτσι, για πρώτη φορά εδώ και 30 χρόνια, η αξία των αποθεμάτων σε χρυσό ξεπέρασε την αξία των αμερικανικών ομολόγων (3,5 τρισεκατομμύρια δολάρια) στα χαρτοφυλάκια των κεντρικών τραπεζών. Ως ποσοστό, ο χρυσός αντιπροσωπεύει πλέον το 27% των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών, ενώ τα αμερικανικά ομόλογα έχουν υποχωρήσει στο 23%.
Ο κοινός παρονομαστής
(Στασιμο)πληθωρισμός, κρατικό χρέος, γεωπολιτικό ρίσκο. Σε όλες σχεδόν τις αναλύσεις των τελευταίων μηνών, παράγοντες της αγοράς εστιάζουν σε αυτούς τους τρεις άξονες. Από τη μία, λοιπόν, οι ανησυχίες για τον πληθωρισμό, κυρίως στις ΗΠΑ όπου σταδιακά θα αρχίσουν να γίνονται αισθητές οι επιπτώσεις των δασμών (αναλόγως και της κατάληξης που θα έχει αυτό το «θρίλερ»), αλλά και εκτός ΗΠΑ. Αυτό, σε συνδυασμό με τις προοπτικές μείωσης των επιτοκίων, αλλά και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της απροκάλυπτης απόπειρας χειραγώγησης της Fed από τον Λευκό Οίκο.
Από την άλλη, οι δημοσιονομικές προκλήσεις με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες στο σύνολό τους σχεδόν οι μεγάλες ανεπτυγμένες οικονομίες, συνδυαστικά με την αύξηση του κρατικού χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ειδικά στην Ευρώπη, οι δημοσιονομικές ανησυχίες γεννούν αβεβαιότητα και στο επίπεδο των πολιτικών εξελίξεων, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την περίπτωση της Γαλλίας.
Συνέπεια, σε έναν βαθμό, των παραπάνω, οι πιέσεις στην αγορά ομολόγων που, σε συνδυασμό με τις προοπτικές περαιτέρω υποχώρησης του δολαρίου, περιορίζουν τις διαθέσιμες επιλογές χαμηλού ρίσκου για τους επενδυτές.
Και επιπρόσθετα, το γεωπολιτικό ρίσκο με επίκεντρο τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο οποίος μετά από τρία και πλέον χρόνια συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται σε εξέλιξη τεκτονικές αλλαγές στους παγκόσμιους συσχετισμούς ισχύος, με την Ινδία να μετακινείται προς τον κινεζορωσικό άξονα.
Ο φόβος είναι ο κοινός παρονομαστής και ο κινητήριος μοχλός που οδηγεί τις τιμές του χρυσού σε ιστορικά υψηλά. Φόβος ο οποίος διακατέχει τις κεντρικές τράπεζες, τους μεγάλους θεσμικούς, τους διαχειριστές και τους μεμονωμένους επενδυτές.
Ασφαλώς, θα μπορούσαμε να αναλύσουμε την άνοδο των τιμών του χρυσού και σε επίπεδο θεμελιωδών. Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν, για παράδειγμα, ότι σταδιακά γίνεται όλο και πιο δύσκολος ο εντοπισμός νέων κοιτασμάτων και όσα εντοπίζονται είναι όλο και πιο χαμηλής περιεκτικότητας. Επίσης, θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε ξεχωριστά κάθε διαφορετικό τρόπο επένδυσης στον χρυσό. Κάποιοι προτιμούν να αποκτήσουν το μέταλλο σε φυσική μορφή, άλλοι επενδύουν σε ETFs, άλλοι σε μετοχές μεταλλευτικών του κλάδου κ.ο.κ. Η μεγάλη εικόνα είναι ότι όλο και περισσότεροι αναζητούν τρόπους ώστε να αυξήσουν την έκθεσή τους σε χρυσό.
Τεχνητή νοημοσύνη
Για το τέλος, αφήσαμε και τον φόβο για το ενδεχόμενο «φούσκας» στις μετοχικές αγορές, που από πολλές απόψεις δεν είναι ασύνδετος με όσα προαναφέρθηκαν. Ασφαλώς, η επανάσταση που ακούει στο όνομα «τεχνητή νοημοσύνη» έχει τη δύναμη να μετασχηματίσει δραστικά τον κόσμο που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, κάτι που δικαιολογεί σε μεγάλο βαθμό τη χρηματιστηριακή ευφορία.
Πολυάριθμες πρόσφατες αναλύσεις προσεγγίζουν τις αγορές των μετοχών από διαφορετικές οπτικές γωνίες (θεμελιώδη, προοπτικές, δείκτες αποτίμησης, ιστορικά προηγούμενα) και στην πλειονότητά τους καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η άνοδος είναι δικαιολογημένη ως εδώ και ότι θα έχει και συνέχεια.
Από την άλλη, ο αριθμός αυτών των αναλύσεων έχει πολλαπλασιαστεί. Όλο και περισσότεροι, με αυξανόμενη συχνότητα, αισθάνονται την ανάγκη να απαντήσουν στο ερώτημα αν οι αγορές θυμίζουν «φούσκα» (ή σε ποιο στάδιο «φουσκώματος» βρίσκονται). Οι μετοχές της τεχνολογίας και ειδικά των εταιρειών που σχετίζονται με hardware ή λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης βρίσκονται στο επίκεντρο, καταγράφοντας εκρηκτική άνοδο. Πέραν πάσης αμφιβολίας, υπάρχουν στρεβλώσεις στον κλάδο. Στρεβλώσεις που τείνουν προς την υπερτίμηση και όχι προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εκτός αν μας φαίνονται ελκυστικά τα τριψήφια P/E…
«Μέχρι εδώ, όλα καλά»
Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι εξίσου βέβαιο ότι μερίδα επενδυτών θα βρεθεί εκτεθειμένη. Προς το παρόν, παρά τους φόβους που περιγράψαμε πιο πάνω, οι περισσότεροι εξακολουθούν να απολαμβάνουν το ράλι των μετοχών. Για την ακρίβεια, ενώ ακολουθούν -και τροφοδοτούν- το ανοδικό momentum, φροντίζουν ταυτόχρονα να προφυλάξουν τα νώτα τους. Και πράττουν άριστα, διότι όλα τα παραπάνω θυμίζουν μια λεπτή ισορροπία τρόμου. Σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία και με πρωτόγνωρες ταχύτητες, κανείς δε μπορεί να γνωρίζει πότε ακριβώς και από πού θα προέλθει η αφορμή που θα ανατρέψει αυτή την ισορροπία.
Και αφού νωρίτερα γυρίσαμε 30 χρόνια πίσω, και μιας και έχουμε ένα νέο γαλλικό «δράμα» αυτές τις μέρες σε εξέλιξη, ας θυμηθούμε τον μονόλογο με τον οποίο ξεκινά η ταινία La Haine (1995) του Mathieu Kassovitz:
«Αυτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που πέφτει από ένα κτήριο πενήντα ορόφων. Καθώς πέφτει, επαναλαμβάνει συνεχώς για να καθησυχάσει τον εαυτό του: μέχρι εδώ όλα καλά, μέχρι εδώ όλα καλά, μέχρι εδώ όλα καλά. Όμως το σημαντικό δεν είναι η πτώση, αλλά η προσγείωση».
Μια μεταφορά που συνδυάζει με μαεστρία την ψευδαίσθηση ελέγχου, την αναπόφευκτη συνέπεια και την ψυχολογική διάσταση της άρνησης, ως μηχανισμού άμυνας.