Ο ανταγωνισμός μεταξύ Adidas και Puma, ήταν κάτι περισσότερα από άλλη μια εταιρική αντιπαλότητα.
Επρόκειτο για την αντανάκλαση σε επιχειρηματικό επίπεδο ενός οικογενειακού διχασμού που προήλθε από μια παρεξήγηση.
Στη δεκαετία του 1920, τα αδέρφια Ντάσλερ ήταν συνεργάτες στην Dassler Brothers Sports Shoe Company, η οποία στεγαζόταν στο πλυσταριό της μητέρας τους, στη μικρή γερμανική πόλη Herzogenaurach. Ο Άντολφ (Άντι) Ντάσλερ ήταν ο ήσυχος, σκεπτικός τεχνίτης, που σχεδίαζε και κατασκεύαζε τα παπούτσια, τον οποίο συμπλήρωνε ο μεγαλύτερος αδερφός του Ρούντολφ (Ρούντι), ο οποίος είχε αναλάβει τον ρόλο του υπεύθυνου πωλήσεων.
Παρότι τα δυο αδέρφια οργανώθηκαν στο Ναζιστικό Κομμα του Χίτλερ όταν αυτό πήρε την εξουσία το 1933, αυτό δεν τους σταμάτησε από το να φτιάξουν τα παπούτσια του αφροαμερικανου Τζέσε Όουενς που φορώντας τα, κέρδισε τέσσερα χρυσά μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936.
Οι νίκες του Όουενς, έκαναν τα παπούτσια να έχουν ξαφνικά διεθνή απήχηση, με το προϊόν των δυο αδερφών να εκτοξεύεται.
Τα δεδομένα άλλαξαν κατά τον βομβαρδισμό της Γερμανίας από τους συμμάχους κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε ο Άντι και η γυναίκα του προσπάθησαν να προφυλαχθούν σε ένα καταφύγιο, που βρίσκονταν ήδη ο Ρούντι μαζί με τη σύζυγό του, ο οποίος και φέρεται να είπε «οι μπάσταρδοι επέστρεψαν». Η φράση αναφερόταν βέβαια στους συμμάχους, όμως ο Άντι φέρεται να την πήρε προσωπικά, διακόπτοντας τις σχέσεις με τον αδερφό του από εκεί και έπειτα.
Η σύγκρουση κλιμακώθηκε όταν τα δυο αδέρφια χώρισαν την εταιρεία στα δυο το 1948, μοιράζοντας στα δυο εργαζόμενους και περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας. Ο Άντι ονόμασε την εταιρεία του Adidas, συγκολλώντας την αρχή του ονόματος και του επωνύμου του. Το ίδιο ακριβώς θα έκανε και ο Ρούντι, αν το Ruda δεν ήταν τόσο άσχημο, που αναγκάστηκε να το αλλάξει σε Puma.