Διεθνείς κολοσσοί στρέφονται στο πλαστικό ως εναλλακτική στα ορυκτά καύσιμα

Πένη Χαλάτση
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Διεθνείς κολοσσοί στρέφονται στο πλαστικό ως εναλλακτική στα ορυκτά καύσιμα
Η αποτυχία της ανακύκλωσης ωθεί σε αναζήτηση νέων εναλλακτικών.

Διεθνείς κολοσσοί καταναλωτικών αγαθών χρηματοδοτούν έργα για την αποστολή πλαστικών απορριμμάτων σε εργοστάσια τσιμέντου, όπου καίγονται ως φθηνή ενέργεια. Όπως υποστηρίζουν, αυτό το «καύσιμο» δεν είναι μόνο φθηνό και άφθονο αλλά αποτελεί το επίκεντρο μιας συνεργασίας μεταξύ κολοσσών καταναλωτικών προϊόντων και εταιρειών τσιμέντου με στόχο την ανάδειξη των περιβαλλοντικών τους διαπιστευτηρίων και την ενσωμάτωση κριτηρίων ESG. Η μετατροπή του πλαστικού σε ενέργεια, υποστηρίζουν αυτές οι εταιρείες, το κρατά μακριά από χωματερές και ωκεανούς, ενώ επιτρέπει στα εργοστάσια τσιμέντου να απομακρυνθούν από την καύση άνθρακα, που συμβάλλει σημαντικά στην υπερθέρμανση του πλανήτη.

Από την άλλη πλευρά, εκπρόσωποι της επιστημονικής κοινότητας και των περιβαλλοντικών οργανώσεων εκτιμούν ότι η μέθοδος αυτή υπονομεύει τις προσπάθειες ανακύκλωσης και επιδεινώνει την ποιότητα του αέρα.

Η χρήση εναλλακτικών καυσίμων αυξάνεται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες και είναι ήδη η κυρίαρχη πηγή ενέργειας για τη βιομηχανία τσιμέντου σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ποσότητα πλαστικού σε αυτήν την κατηγορία έχει αυξηθεί και θα συνεχίσει να αυξάνεται δεδομένης της παγκόσμιας έκρηξης πλαστικών απορριμμάτων, σύμφωνα με 20 παράγοντες της βιομηχανίας τσιμέντου που συμμετείχαν σε σχετική έρευνα του Reuters. Μάλιστα, όπως αναφέρει, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν ξεκινήσει εννέα συνεργασίες μεταξύ κολοσσών καταναλωτικών αγαθών και μεγάλων κατασκευαστών τσιμέντου. Σε αυτές συμμετέχουν τέσσερις κορυφαίες πηγές πλαστικών συσκευασιών, η Coca-Cola, η Unilever, η Nestle και η Colgate-Palmolive ενώ από πλευράς τσιμεντοβιομηχανιών, συμμετέχουν τέσσερις κορυφαίοι παραγωγοί, ο ελβετικός όμιλος Holcim, η μεξικανική Cemex SAB de CV, η PT Solusi Bangun Indonesia Tbk (SBI) και η Republic Cement & Building Material στις Φιλιππίνες.

Οι κοινοπραξίες αυτές αναπτύσσουν έργα τα οποία καλύπτουν όλο τον κόσμο, από την Κόστα Ρίκα έως τις Φιλιππίνες, το Ελ Σαλβαδόρ έως την Ινδία. Στην Ινδονησία, για παράδειγμα, η Unilever συνεργάζεται με την SBI, μια από τις μεγαλύτερες τσιμεντοβιομηχανίες αυτής της χώρας.

Οι συμμαχίες αυτές αποτελούν μια αναμενόμενη απάντηση από την πλευρά της αγοράς καθώς η βιομηχανία τσιμέντου, η οποία ευθύνεται για το 7% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, αντιμετωπίζει αυξανόμενες πιέσεις για μείωση αυτών των αερίων του θερμοκηπίου. Οι μάρκες καταναλωτικών προϊόντων, εν τω μεταξύ, αναζητούν τρόπους να αντισταθμίσουν την απαγόρευση ή τη φορολογία της πλαστικής συσκευασίας αλλά και το κόστος που προκύπτει από το νέο πλαίσιο όπου ο «ρυπαίνων πληρώνει».

Αντικρουόμενες απόψεις

Οι επικριτές της εναλλακτικής αυτής χρήσης του πλαστικού θεωρούν ότι πρόκειται για μία λιγότερο «πράσινη» τακτική. Επιστήμονες, ακαδημαϊκοί και περιβαλλοντολόγοι ανέφεραν στο Reuters ότι το πλαστικό που καίγεται σε κλιβάνους τσιμέντου εκπέμπει επιβλαβείς αέριους ρύπους και ισοδυναμεί με την αντικατάσταση ενός βρώμικου καυσίμου με άλλο. Μάλιστα, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, υπογραμμίζουν ότι πρόκειται για μια στρατηγική η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να υπονομεύσει τις παγκόσμιες προσπάθειες για την ενίσχυση των ποσοστών ανακύκλωσης και τη δραματική μείωση της παραγωγής πλαστικού μίας χρήσης.

Μέρος της αγοράς από την άλλη πλευρά, δείχνει να έχει άλλη άποψη. «Αυτή η σκέψη είναι αφελής», δήλωσε ο Axel Pieters, διευθύνων σύμβουλος της Geocycle, του βραχίονα διαχείρισης απορριμμάτων του Ομίλου Holcim, μιας από τις μεγαλύτερες τσιμεντοβιομηχανίες στον κόσμο και συνεργάτη με τη Nestle, τη Unilever και την Coca-Cola σε επιχειρήσεις παραγωγής πλαστικών καυσίμων. Μιλώντας στο Reuters, ο Pieters επεσήμανε ότι η καύση πλαστικού σε κλιβάνους τσιμέντου είναι μια ασφαλής, φθηνή και πρακτική λύση που μπορεί να απορρίψει τεράστιους όγκους από αυτά τα σκουπίδια γρήγορα. Λιγότερο από το 10% του συνόλου του πλαστικού που έχει κατασκευαστεί ποτέ έχει ανακυκλωθεί, σε μεγάλο βαθμό επειδή είναι πολύ δαπανηρό να συλλεχθεί και να ταξινομηθεί. Η παραγωγή πλαστικών, εν τω μεταξύ, προβλέπεται να διπλασιαστεί μέσα σε 20 χρόνια.

Δεν είναι γνωστό πόσα ακριβώς πλαστικά απόβλητα καίγονται σε κλιβάνους τσιμέντου παγκοσμίως. Αυτό συμβαίνει επειδή οι στατιστικές του κλάδου συνήθως τα εντάσσουν σε μια ευρύτερη κατηγορία που ονομάζεται «εναλλακτικά καύσιμα» που περιλαμβάνει άλλα απόβλητα, όπως παλιοσίδερα, παλιά ελαστικά οχημάτων και ρούχα.

Η αποτυχία της ανακύκλωσης ωθεί σε αναζήτηση νέων εναλλακτικών

Δεδομένου ότι οι πρωτοβουλίες ανακύκλωσης παραπαίουν, οι γίγαντες καταναλωτικών αγαθών στρέφονται στις τσιμεντοβιομηχανίες για βοήθεια στη μείωση των πλαστικών απορριμμάτων. Το Reuters ανέφερε τον Ιούλιο ότι μια σειρά από νέες «προηγμένες» τεχνολογίες ανακύκλωσης πλαστικών που προωθούνται από μεγάλες εταιρείες και τη βιομηχανία πλαστικών είχαν καταγράψει μεγάλες αποτυχίες σε όλο τον κόσμο.

Η τσιμεντοβιομηχανία αποτελεί μια από τις πιο ενεργοβόρες επιχειρήσεις στον κόσμο. Τα καύσιμα – κυρίως ο άνθρακας –αποτελούν το μεγαλύτερο έξοδό της, ανέφεραν στελέχη του κλάδου. Στη δεκαετία του 1970, οι παραγωγοί που προσπαθούσαν να μειώσουν το κόστος τροφοδοτώντας τους κλιβάνους με σκουπίδια όπως ελαστικά, βιομάζα, λάσπη και πλαστικό. Αυτά τα υλικά δεν είναι τόσο αποτελεσματικά όσο ο άνθρακας, αλλά έχουν σχεδόν μηδενικό κόστος. Ορισμένες τοπικές κυβερνήσεις πληρώνουν ακόμη και τους κατασκευαστές τσιμέντου για να παραλάβουν αυτά τα απόβλητα.

Στην Ευρώπη, το 50% των καυσίμων που χρησιμοποιούν οι τσιμεντοβιομηχανίες προέρχεται από απορρίμματα. Στη Γερμανία, τον μεγαλύτερο παραγωγό του μπλοκ, η αναλογία είναι 70%, σύμφωνα με στοιχεία του 2019 από την Global Cement & Concrete Association (GCCA), έναν εμπορικό οργανισμό με έδρα το Λονδίνο. Από την άλλη, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα κατά 15% στους κλιβάνους τους, σύμφωνα με το Portland Cement Association, έναν βιομηχανικό όμιλο των ΗΠΑ.

Ακόμη περισσότερο πλαστικό

Τη στιγμή που τα εργοστάσια τσιμέντου στις βιομηχανικές χώρες ετοιμάζονται να κάψουν περισσότερο πλαστικό, ο αναπτυσσόμενος κόσμος ακολουθεί τον ίδιο δρόμο με αλματώδεις ρυθμούς.

Η Κίνα και η Ινδία μαζί αντιπροσωπεύουν το 60% της παγκόσμιας παραγωγής τσιμέντου σε εγκαταστάσεις των οποίων το κύριο καύσιμο είναι ο άνθρακας. Κατά την επόμενη δεκαετία, αυτές οι χώρες έχουν θέσει στόχους χρήσης εναλλακτικών καυσίμων με στόχο να αυξήσουν κατά 20% - 30% την παραγωγή τους. Αλλά ακόμη και στο 10% να έφθαναν, αυτό θα ισοδυναμούσε με την καύση 63 εκατομμυρίων τόνων πλαστικού ετησίως, από 6 εκατομμύρια τόνους τώρα, σύμφωνα με τη SINTEF, μια νορβηγική επιστημονική ερευνητική ομάδα. Πρόκειται για περισσότερα πλαστικά απόβλητα από αυτά που παράγουν οι Ηνωμένες Πολιτείες κάθε χρόνο.

Το 2019, 170 χώρες συμφώνησαν να «περιορίσουν σημαντικά» τη χρήση πλαστικού έως το 2030 στο πλαίσιο ενός ψηφίσματος των Ηνωμένων Εθνών. Αλλά αυτό το μέτρο είναι μη δεσμευτικό και η προτεινόμενη απαγόρευση του πλαστικού μιας χρήσης έως το 2025 βρήκε αντίσταση από πολλά κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider