Μπορεί η ηγεσία της ΕΚΤ να αποσαφήνισε χθες πως η συζήτηση στο Eurogroup αποτελεί ένα πρώτο βήμα στην κατεύθυνση της διασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους, ωστόσο η αναφορά αυτή πόρρω απέχει από το να χαρακτηριστεί ως σφραγίδα βιωσιμότητας του χρέους και πολύ περισσότερο ως ένδειξη υπαγωγής στο QΕ. Ειδικά από τη στιγμή που το χρέος δεν παίρνει πιστοποιητικό βιωσιμότητας από το ΔΝΤ, δεν μπορεί να λάβει και από την ΕΚΤ.
Στη ναρκοθέτηση της ένταξης της Ελλάδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το περίφημο QE, οδηγεί η ανακοίνωση της Γενικής Διευθύντριας του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ ότι το Ταμείο θα προβεί σε δύο αναλύσεις βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, μία όταν καταθέσει τη «συμφωνία επί της αρχής» για την προληπτική γραμμή χρηματοδότησης στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου (έως τις 27 Ιουλίου) και μία με τη λήξη του ελληνικού προγράμματος.
Παράγοντες που μετείχαν στη διαπραγμάτευση των Βρυξελλών εξέφραζαν προβληματισμό για το γεγονός ότι η Κριστίν Λαγκάρντ έκανε αναφορά σε δύο εκθέσεις βιωσιμότητας του χρέους, καθώς με δεδομένο ότι η πρώτη ανάλυση, αυτή του Ιουλίου, θα είναι αρνητική και θα ζητά πρόσθετες παρεμβάσεις από την ευρωζώνη για το χρέος, η ΕΚΤ δεν θα μπορεί ενδιάμεσα να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο QE, τουλάχιστον όχι μέχρι το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ να δώσει σήμα – με την εκταμίευση δόσης- ότι θεωρεί το χρέος βιώσιμο.
Πρόσθετο προβληματισμό προκαλεί η αναφορά Λαγκάρντ σε δεύτερη ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, δεδομένου ότι αυτή όπως είπε θα γίνει με τη λήξη του ελληνικού προγράμματος και όχι νωρίτερα. Κανονικά θα έπρεπε να γίνει όταν η ευρωζώνη συναινέσει με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, κάτι που πολλοί τοποθετούν μετά τις γερμανικές εκλογές. «Η αποδέσμευση των πόρων του ΔΝΤ γίνεται με την προϋπόθεση ότι έχουν γίνει δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους. Αυτές πρέπει να αποτυπωθούν σε νέο DSA», ανέφερε στο insider.gr στέλεχος με γνώση των διεργασιών, το οποίο όμως δεν απέκλεισε η πρώτη ανάλυση βιωσιμότητας να περιγράφει επαρκώς τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα μπορούσε να εκταμιευθεί η δόση του ΔΝΤ.
Τα μη προσδιορισμένα μέτρα
Η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε πως η δόση του Ταμείου θα δοθεί όταν οι Ευρωπαίοι εταίροι θα είναι σε θέση να αποσαφηνίσουν περαιτέρω τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, σε βαθμό που να ικανοποιούν το ΔΝΤ. Η ίδια ανέφερε πως το Ταμείο θεωρεί ότι στο Eurogroup έγινε «μεγάλη πρόοδος» όσον αφορά στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αλλά χρειάζεται περισσότερη «σαφήνεια». Αλλά ποια είναι τα μέτρα που το ΔΝΤ δεν θεωρεί επαρκώς αποσαφηνισμένα;
Το Eurogroup αποφάσισε πως το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ θα διατηρηθεί έως το 2022 και εν συνεχεία θα ακολουθηθεί μια δημοσιονομική πορεία που θα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ ή λίγο μεγαλύτερο κατά την περίοδο από το 2023 έως το 2060. Η ετήσια εξυπηρέτηση του χρέους (ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες) θα πρέπει να είναι κάτω του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι το χρέος μειώνεται σταθερά
Το Eurogroup δήλωσε έτοιμο να εφαρμόσει μια δεύτερη ομάδα μέτρων για το χρέος, ώστε να πετύχει τους στόχους των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών. Αυτά περιλαμβάνουν κατάργηση του επιτοκιακού πέναλτι που σχετίζεται με την επαναγορά χρέους κατά το δεύτερο ελληνικό πρόγραμμα, τη χρήση των κερδών από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (SMP), την αποκατάσταση της μεταφοράς στην Ελλάδα των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει το Ευρωσύστημα (SMP και ANFA) από το δημοσιονομικό έτος 2017 και έναν ανασχεδιασμό του χρέους. Στη βάση δε της τελικής έκθεσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους - που θα συντάξει το ΔΝΤ- θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια επέκταση των ωριμάνσεων των δανείων και μιας περαιτέρω περιόδου χάριτος από 0 έως 15 έτη.
Με στόχο να ληφθούν υπόψη στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους πιθανές διαφορές μεταξύ των προβλέψεων ανάπτυξης και της πραγματικής ανάπτυξης την περίοδο μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, το Eurogroup αποφάσισε ο ανασχεδιασμός των δανείων του ΕFSF να αναπροσαρμοστεί ανάλογα με ένα μηχανισμό ο οποίος θα συμφωνηθεί και θα λαμβάνει υπόψη την ανάπτυξη. Αυτός ο μηχανισμός θα προσδιοριστεί πλήρως ως μέρος των μεσοπρόθεσμων μέτρων ανακούφισης χρέους, μετά την επιτυχημένη εφαρμογή του προγράμματος του ESM.
Τέλος, σημαντικό κομμάτι της απόφασης είναι πως το Eurogroup δεσμεύθηκε να παράσχει στήριξη στην Ελλάδα για την επιστροφή στις αγορές μέσω της δημιουργίας περαιτέρω αποθεμάτων (κουμπαρά) για την υποστήριξη της εμπιστοσύνης των επενδυτών και τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις αγορές.
Το γεγονός ότι παρά τις προαναφερόμενες αποφάσεις το ΔΝΤ εξακολουθεί να θεωρεί μη επαρκώς αποσαφηνισμένα τα μέτρα για το χρέος, είναι μια πηγή προβληματισμού για το πότε θα διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Καθοριστικής σημασίας προς την κατεύθυνση αυτή είναι η επίτευξη συμφωνίας ανάμεσα σε ΔΝΤ και ΕΕ, για τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για την περίοδο έως το 2060.