Στον απόηχο της κλιματικής κρίσης, ο κόσμος των επενδύσεων βιώνει δύο ταυτόχρονες αναταράξεις: στην Ευρώπη, η φιλόδοξη προσπάθεια για απλούστευση των κανόνων για το ESG προσκρούει στις ανησυχίες για απώλεια πληροφορίας. Από την άλλη, στην παγκόσμια αγορά ομολόγων που συνδέονται με περιβαλλοντικά και κοινωνικά πρότυπα, καταγράφεται η πρώτη ετήσια συρρίκνωση από το 2022 και παράγοντες της διεθνούς αγοράς επισημαίνουν ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για ημίμετρα.
Η ευρωπαϊκή «απλούστευση» υπό θεσμική αναθεώρηση
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχωρά με το σχέδιο «Οmnibus» για την εξορθολογισμό του πλαισίου των βιώσιμων επενδύσεων, με στόχο τη μείωση των πολύπλοκων απαιτήσεων στην αναφορά βιωσιμότητας και ελέγχου. Σύμφωνα με τη σχετική ανάλυση της ICMA, η προτεινόμενη απλούστευση θα μπορούσε να μειώσει τον αριθμό των δεδομένων που πρέπει να δηλωθούν κατά τουλάχιστον 25 % μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2025.
Ωστόσο, η ανώτατη διοίκηση της AllianzGI υποστηρίζει ότι η αλλαγή δεν πρόκειται να περιορίσει την πρόσβαση των επενδυτών σε ουσιαστικά ESG δεδομένα και εκτιμά ότι παρότι επιδιώκεται «απλούστευση», οι μεγαλύτερες επενδυτικές εταιρείες θα συνεχίσουν να βασίζονται σε βαθιές και αξιόπιστες ροές δεδομένων για τη λήψη αποφάσεων.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, ομάδες επενδυτών με διαχειριζόμενα κεφάλαια ύψους 6,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ προειδοποίησαν ότι η αποδυνάμωση των κανόνων μπορεί να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη και να δημιουργήσει «κενά δεδομένων» που θα πλήξουν τη διαθεσιμότητα αξιόπιστων πληροφοριών.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν η νέα ρύθμιση θα καταφέρει να διατηρήσει το βαρύ χαρτοφυλάκιο των ESG δεδομένων, χωρίς να επιβαρύνει υπερβολικά τις επιχειρήσεις σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη χρειάζεται επενδύσεις ύψους 750–800 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως έως το 2030 για να πετύχει τον πράσινο μετασχηματισμό της.
Η αγορά ESG ομολόγων «παγώνει»
Η παγκόσμια αγορά ομολόγων που φέρουν σήματα βιωσιμότητας κατέγραψε πτώση για πρώτη φορά από το 2022. Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, μέχρι τις 7 Νοεμβρίου 2025, ο συνολικός όγκος ανήλθε σε 918 δισεκατομμύρια δολάρια, χαμηλότερα από τα 922 δισεκατομμύρια δολάρια την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Η υποχώρηση αφορά όλους τους τύπους εκδόσεων — από πράσινα ομόλογα (green bonds) έως τα δάνεια βιωσιμότητας (sustainability loans) — όμως η πιο ανθεκτική κατηγορία αποδεικνύεται τα «καθαρά» πράσινα ομόλογα με πτώση μόλις 1 % ετησίως. Αντιθέτως, τα δάνεια που συνδέονται με δείκτες βιωσιμότητας υποχώρησαν περίπου κατά 30 % και τα «πράσινα» δάνεια κατά 27 %.
Η κάμψη αυτή έρχεται ενώ η αγορά βιώσιμων ομολόγων είχε ζήσει σημαντική άνοδο (το 2021 η έκδοση GSSS) είχε αυξηθεί κατά 68 %. Αιτίες της πτώσης θεωρούνται η αναστολή κάποιων κλιματικών πολιτικών, η αβεβαιότητα γύρω από την ενσωμάτωση του ESG στο νομικό πλαίσιο και η ένταση γύρω από το θέμα του greenwashing.
Ποιες είναι οι συνέπειες για τους επενδυτές και πολιτική
Η σύμπτωση των δύο τάσεων — από τη μία πλευρά η ευρωπαϊκή απλούστευση των ESG και από την άλλη η παγκόσμια υποχώρηση της έκδοσης βιώσιμων ομολόγων — αποτυπώνει ένα σημείο καμπής στο πεδίο της βιώσιμης χρηματοδότησης. Οι επενδυτές απαιτούν διαφάνεια, σταθερό περιβάλλον και αξιόπιστα δεδομένα για να συνεχίσουν να διοχετεύουν κεφάλαια σε πράσινα έργα. Και αυτή η πτώση υποδηλώνει ότι η εμπιστοσύνη δοκιμάζεται.
Διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν ότι στην Ευρώπη, η απλούστευση θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι η ουσία της πληροφορίας δεν μειώνεται αλλιώς υπάρχει κίνδυνος «απόσυρσης» κεφαλαίων ή μεταστροφής προς παραδοσιακές εκδόσεις. Ταυτόχρονα, σε παγκόσμιο επίπεδο, η μικρή πτώση της green έκδοσης (1 %) εν μέρει καλύπτει τις απώλειες των υπολοίπων τύπων, αλλά η ευρύτερη πτώση ύψους 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων δείχνει ρωγμές σε μια αγορά που θεωρείται κρίσιμη για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια.
Οι εταιρείες που προβλέπουν επενδύσεις με χρονικό ορίζοντα έως το 2030, λαμβάνουν υπόψη ότι η διαμόρφωση ενός αξιόπιστου και διαφανούς ESG πλαισίου σε συνδυασμό με ενεργό αγορά ομολόγων βιωσιμότητας θα καθορίσει ποιοι θα εξασφαλίσουν «χρηματοδότηση του μέλλοντος». Ως εκ τούτου, η επόμενη διετία – μέχρι και το 2027 θεωρείται κρίσιμη για το αν το ESG θα μετατραπεί σε θεμελιώδη παράγοντα αξίας ή θα υποβαθμιστεί περαιτέρω.