Σε «shutdown» (διακοπή χρηματοδότησης υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης) θα τεθεί η κυβέρνηση των ΗΠΑ τα μεσάνυχτα (τοπική ώρα, 07:00 στην Ελλάδα), αφότου το Κογκρέσο δεν κατάφερε να εγκρίνει νομοσχέδια για προσωρινή χρηματοδότηση και απέχει
Οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί αρνήθηκαν να αλλάξουν τις θέσεις τους σχετικά με τη συμφωνία χρηματοδότησης για την αποφυγή ενός κλεισίματος της κυβέρνησης. Έτσι, χωρίς την έγκριση ενός προσωρινού προϋπολογισμού, η χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης διακόπτεται, με αποτέλεσμα το κλείσιμο των περισσότερων υπηρεσιών της.
- Πώς συμπεριφέρεται η Wall Street στα shutdowns και η επίδραση της Fed
- Αντίστροφη μέτρηση για το shutdown στις ΗΠΑ
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου των ΗΠΑ εκτιμά ότι περίπου 750.000 δημόσιοι υπάλληλοι θα τεθούν σε υποχρεωτική άδεια άνευ αποδοχών, ενώ σοβαρά προβλήματα θα δημιουργηθούν στη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών και προγραμμάτων.
Η υπηρεσία πολιτικής αεροπορίας (FAA) έχει προειδοποιήσει πως περισσότεροι από 11.000 υπάλληλοι – περίπου το 1/4 του προσωπικού της – θα τεθούν σε προσωρινή άδεια, ενώ ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και άλλοι αξιωματούχοι ασφαλείας θα υποχρεωθούν να εργάζονται αμισθί μέχρι να λήξει το shutdown.
Αυτές οι περικοπές θέσεων εργασίας θα προστεθούν σε περίπου 150.000 εργαζόμενους που αποχωρούν από το ομοσπονδιακό εργατικό δυναμικό από σήμερα 1η Οκτωβρίου λόγω αναβληθέντων προγραμμάτων παραίτησης που προσφέρθηκαν στο πλαίσιο της προσπάθειας DOGE του Έλον Μασκ. Σε συνδυασμό με προηγούμενους γύρους πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και απολύσεων φέτος, θα μπορούσε να προκληθεί ύφεση σε μέρη της χώρας, όπως η μητροπολιτική περιοχή της Ουάσινγκτον, όπως αναφέρει το Bloomberg.
Πρόκειται για το πρώτο shutdown από το 2018, το οποίο είχε σημειωθεί επί της προηγούμενης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ και είχε διαρκέσει 35 ημέρες.
Αυτό ήταν μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο διάστημα που έχει ανασταλεί η λειτουργία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης από το 1981. Από τη χρονιά εκείνη έχουν γίνει στις ΗΠΑ 15 shutdown, με τρία από αυτά να καταγράφονται στη διάρκεια την προηγούμενης θητείας του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ (τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο και τον Δεκέμβριο 2018).
Ο πρόεδρος Τραμπ εντείνει τις πιέσεις προς τους Δημοκρατικούς, τονίζοντας ότι η κατάσταση μπορεί να έχει «μη αναστρέψιμες» επιπτώσεις εάν δεν εγκριθεί ο προϋπολογισμός που ζητούν οι Ρεπουμπλικάνοι. «Μπορούμε, κατά τη διάρκεια του shutdown, να κάνουμε πράγματα που είναι μη αναστρέψιμα, που θα είναι άσχημα... Όπως να απολύσουμε πολλούς ανθρώπους», απείλησε ο Τραμπ.
«Μπορούμε να ξεφορτωθούμε πολλά πράγματα που δεν θέλουμε και θα ήταν πράγματα των Δημοκρατικών», τόνισε.
Πρόκειται για μια έμμεση αναφορά στην πρόθεση του Ρεπουμπλικάνου να εκμεταλλευθεί την αναστολή της λειτουργίας κάποιων ομοσπονδιακών υπηρεσιών για να προχωρήσει σε απολύσεις χιλιάδων υπαλλήλων, καθώς επιδιώκει να αναδιαμορφώσει ριζικά την ομοσπονδιακή κυβέρνηση με την αποχώρηση περίπου 300.000 εργαζομένων ως τον Δεκέμβριο.
Από την πλευρά τους οι Δημοκρατικοί καταγγέλλουν την έλλειψη διάθεσης διαπραγμάτευσης των Ρεπουμπλικάνων.
«Δεν είναι θέμα εγωισμού», δήλωσε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, σε συνέντευξη Τύπου.
«Γίνεται επειδή οι Αμερικανοί υποφέρουν από αυξημένα κόστη παντού – είτε πρόκειται για δασμούς, για την ενέργεια είτε για τα τρόφιμα», πρόσθεσε, καταγγέλλοντας και την «κατακόρυφη άνοδο» του κόστους των υγειονομικών υπηρεσιών και φαρμάκων.
Πιθανός αντίκτυπος
Με τα δύο κόμματα να βρίσκονται σε αδιέξοδο σχετικά με τις επιδοτήσεις για την υγειονομική περίθαλψη και να εκμεταλλεύονται την ευκαιρία για να προετοιμάσουν τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026, το lockdown - και οι οικονομικές του επιπτώσεις - θα μπορούσαν να παραταθούν.
Εάν το lockdown διαρκέσει τρεις εβδομάδες, το ποσοστό ανεργίας θα μπορούσε να εκτοξευθεί στο 4,6%-4,7% από το 4,3% τον Αύγουστο, καθώς οι εργαζόμενοι σε άδεια άνεργης άδειας θεωρούνται προσωρινά άνεργοι, σύμφωνα με το Bloomberg Economics.
Μεγάλο μέρος του οικονομικού αντίκτυπου από ένα κλείσιμο της κυβέρνησης ιστορικά έχει ανακτηθεί μετά το τέλος του, αλλά όχι όλο. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου εκτίμησε ότι η οικονομία των ΗΠΑ δεν ανέκτησε 3 δισεκατομμύρια δολάρια από τα 11 δισεκατομμύρια δολάρια μειωμένης οικονομικής παραγωγής κατά τη διάρκεια του προηγούμενου shutdown, από τα τέλη Δεκεμβρίου 2018 έως τα τέλη Ιανουαρίου 2019, το οποίο διήρκεσε πέντε εβδομάδες και ήταν το μεγαλύτερο στην ιστορία των ΗΠΑ.
Το κλείσιμο θα καθυστερήσει επίσης βασικά οικονομικά δεδομένα, όπως η έκθεση για την απασχόληση του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας που αναμένεται την Παρασκευή. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ παρακολουθεί στενά τα οικονομικά δεδομένα καθώς σταθμίζει τις αλλαγές στα επιτόκια και θα λειτουργήσει χωρίς την συλλογή κρίσιμων δεδομένων κατά τη διάρκεια του κλεισίματος.
Το αδιέξοδο και ο... όμηρος
Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι δεν έχουν δείξει σημάδια επίλυσης του αδιεξόδου τους σχετικά με το εάν θα πρέπει να συνδέσουν την υγειονομική περίθαλψη και άλλες αλλαγές πολιτικής με ένα προσωρινό νομοσχέδιο δαπανών.
Οι Δημοκρατικοί ήταν αντίθετοι στο σχέδιο προσωρινού προϋπολογισμού που παρουσίασαν οι Ρεπουμπλικάνοι διότι σε αυτό δεν περιλαμβανόταν η παράταση της υγειονομικής κάλυψης εκατομμυρίων Αμερικανών, κυρίως μέσω του προγράμματος Obamacare, η οποία πρόκειται να λήξει στο τέλος του έτους. Οι Ρεπουμπλικάνοι από την πλευρά τους επιμένουν ότι το θέμα θα πρέπει να συζητηθεί ξεχωριστά.
Αν και οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν την πλειοψηφία στη Γερουσία με 53 έδρες, ο κανονισμός του Σώματος προβλέπει ότι οποιοδήποτε κείμενο προϋπολογισμού πρέπει να εγκριθεί με 60 ψήφους σε σύνολο 100 και κατά συνέπεια οι Ρεπουμπλικάνοι χρειάζονταν τουλάχιστον 7 ψήφους από τους Δημοκρατικούς.
Οι Ρεπουμπλικάνοι, οι οποίοι χρειάζονται τουλάχιστον οκτώ Δημοκρατικούς για να υποστηρίξουν ένα νομοσχέδιο χρηματοδότησης, λένε ότι θα κρατήσουν τη Γερουσία σε λειτουργία, με ένα ημερήσιο διάλειμμα για την αργία του Γιομ Κιπούρ, και θα ψηφίσουν επανειλημμένα για την πρόταση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος μέχρι να υποχωρήσουν οι Δημοκρατικοί.
«Πρέπει να απελευθερώσουν τον "όμηρο"», δήλωσε χαρακτηριστικά ο ηγέτης της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία, Τζον Θουν.
Ο Σούμερ, δέχεται τεράστιες πιέσεις από μέλη του κόμματος να χρησιμοποιήσει την προθεσμία για το κλείσιμο της κυβέρνησης, για να αποσπάσει παραχωρήσεις από τον Τραμπ. Δέχτηκε σφοδρή κριτική από τους προοδευτικούς τον Μάρτιο, αφού υποστήριξε ένα προσωρινό νομοσχέδιο έως τις 30 Σεπτεμβρίου χωρίς να συνοδεύεται από Δημοκρατικές προτεραιότητες.
Ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Σικάγο Ρόμπερτ Πέιπ εκτίμησε ότι το ασυνήθιστα πολωμένο πολιτικό κλίμα στις ΗΠΑ, κυρίως μετά τη δολοφονία του Τσάλι Κερκ, και η αυξανόμενη επιρροή των πιο ακραίων φωνών στο εσωτερικό των δύο κομμάτων είναι πιθανό να καταστήσουν πιο δύσκολη την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης.
«Οι κανόνες της πολιτικής αλλάζουν ριζικά και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα πού θα τελειώσουν όλα αυτά», σημείωσε. «Κάθε πλευρά θα πρέπει να υποχωρήσει ενάντια στη θέληση δεκάδων εκατομμυρίων πραγματικά επιθετικών υποστηρικτών, κάτι που θα είναι πολύ δύσκολο να κάνει», πρόσθεσε.