DBRS: Αμετάβλητη η αξιoλόγηση ΒΒΒ (stable) για Ελλάδα

Newsroom
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
DBRS: Αμετάβλητη η αξιoλόγηση ΒΒΒ (stable) για Ελλάδα
Η ισχυρή πολιτική δέσμευση όλων των μεγάλων πολιτικών κομμάτων υπέρ μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής ενισχύει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, σημειώνει ο οίκος.

Upd. 23:58

Αμετάβλητη σε ΒΒΒ, με σταθερές προοπτικές, διατήρησε την πιστοληπτική αξιολόγηση για την Ελλάδα η DBRS.

Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές του οίκου, οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την εκτίμηση της DBRS ότι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας είναι ισορροπημένοι. Τονίζουν ότι η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 2,3% το 2024, επίδοση σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο ανάπτυξης της ευρωζώνης στο 0,9%, και ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) προβλέπει παρόμοια ανάπτυξη στην Ελλάδα και φέτος.

«Η ισχυρή εγχώρια ζήτηση υπήρξε ο κύριος μοχλός της αύξησης του ΑΕΠ, κυρίως χάρη στη θετική πορεία της απασχόλησης και στις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ» αναφέρουν χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι «η ισχυρή οικονομική ανάπτυξη σε συνδυασμό με τα επαναλαμβανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα έχουν οδηγήσει σε σταδιακή μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ». Στην ανακοίνωση του οίκου αναφέρεται ότι η ΕΕ αναμένει ότι το ελληνικό χρέος να μειωθεί στο 141% του ΑΕΠ έως το 2026, από 164% το 2023.

«Ωστόσο, όπως συμβαίνει και με τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, η πορεία της ελληνικής οικονομίας επηρεάζεται εν μέρει και από εξωτερικούς κινδύνους. Οποιαδήποτε πρόσθετη επιδείνωση στο γεωπολιτικό ή το παγκόσμιο εμπορικό περιβάλλον που θα αποδυνάμωνε την εξωτερική ζήτηση, θα επηρέαζε αναπόφευκτα τις ελληνικές εξαγωγές και την οικονομία συνολικά».

Μεταξύ άλλων, ο οίκος σχολιάζει ότι «διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν εφαρμόσει βασικές μεταρρυθμίσεις που ενίσχυσαν τη διακυβέρνηση, βελτίωσαν το επιχειρηματικό περιβάλλον και στήριξαν τη βιωσιμότητα του χρέους. Η ισχυρή πολιτική δέσμευση όλων των μεγάλων πολιτικών κομμάτων υπέρ μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής ενισχύει περαιτέρω την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 2,4% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος της δεκαετίας και ότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα φθάσει το 125% έως το 2030. Ωστόσο, η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας παραμένει περιορισμένη από το ακόμη υψηλό δημόσιο χρέος, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το επίμονα υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών».

Ισχυρές επιδόσεις

Ο οίκος κάνει λόγο για σταθερή ενίσχυση της απασχόλησης, με το ποσοστό ανεργίας να υποχωρεί στο 8,0% τον Ιούλιο του 2025, από 9,8% έναν χρόνο νωρίτερα. Τονίζει επίσης ότι η βελτιωμένη εγχώρια ζήτηση, η εξυγίανση του τραπεζικού τομέα και η αποτελεσματική εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στηρίζουν τον σχηματισμό κεφαλαίου. «Η χώρα βρίσκεται ανάμεσα στις κορυφαίες της ΕΕ όσον αφορά την επίτευξη βασικών στόχων του Σχεδίου Ανάκαμψης και την απορρόφηση των πόρων του» σημειώνεται στην ανακοίνωση, με τους αναλυτές του οίκου να τονίζουν πως «οι πολυάριθμες μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν τα προηγούμενα χρόνια έχουν ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας, και η επιτυχής εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης θα συμβάλει στη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης».

Στους πιθανούς εξωτερικούς κινδύνους, η DBRS περιλαμβάνει ακραία καιρικά φαινόμενα, γεωπολιτικές συγκρούσεις και τον προστατευτισμό στο παγκόσμιο εμπόριο. «Αν και η Ελλάδα έχει περιορισμένη άμεση εξαγωγική έκθεση στις ΗΠΑ, η αύξηση των διασυνοριακών δασμών αναμένεται να επιβαρύνει τη δραστηριότητα σε όλη την Ευρώπη, με έμμεσες συνέπειες για την ελληνική οικονομία» σημειώνει ο οίκος, εξηγώντας πως «πρόσθετες διαταραχές στο εμπόριο θα επηρέαζαν αρνητικά τις εξαγωγικές βιομηχανίες της Ελλάδας, ενώ μια ακόμη ταχεία αύξηση στις τιμές της ενέργειας ή άλλων εμπορευμάτων θα δημιουργούσε πρόσθετες πληθωριστικές πιέσεις».

Επίσης, επισημαίνεται ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα βρίσκεται σε ανοδική πορεία τους τελευταίους μήνες, κυρίως λόγω των αυξήσεων στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και υπηρεσιών, παράγοντες που σύμφωνα με την εκτίμηση της DBRS είναι πιθανό να διατηρηθούν.

«Πιο ανθεκτική»

Ο οίκος σχολιάζει επίσης το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας και την ιδιαίτερα αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση ((NIIP), που επιβαρύνουν τη συνολική εξωτερική θέση της χώρας. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε στο -6,9% του ΑΕΠ το 2024 και η NIIP στο -130,4% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ΔΝΤ, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 8,1% τα επόμενα δύο χρόνια, γεγονός που καταδεικνύει τη χαμηλή αποταμίευση της ελληνικής οικονομίας και τη μεγάλη εξάρτηση των επενδύσεων από εισαγωγές.

Ωστόσο, η DBRS θεωρεί ότι η εξωτερική θέση της Ελλάδας είναι πλέον πιο ανθεκτική σε σχέση με το παρελθόν. «Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2010. Αντίστοιχα, οι ροές άμεσων ξένων επενδύσεων και ευρωπαϊκών πόρων συμβάλλουν στον περιορισμό των κινδύνων χρηματοδότησης που συνδέονται με τα υψηλά ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών».

Μάλιστα, ο οίκος τονίζει ότι μεσοπρόθεσμα αναμένεται μια μείωση του εμπορικού ελλείμματος καθώς βελτιώνεται η εξαγωγική ικανότητα της χώρας και ενισχύεται η εγχώρια παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα περιοριστεί στο 4,1% έως το 2029. Επίσης η Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση αν και παραμένει υψηλή, «έχει βελτιωθεί κατά περισσότερο από 30 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από το 2020, ενώ μεγάλο μέρος των εξωτερικών υποχρεώσεων αφορά δημόσιο χρέος προς επίσημους πιστωτές με χαμηλό κόστος δανεισμού και μακρές λήξεις».

Δημοσιονομική εξυγίανση

Για τα δημοσιονομικά, οι αναλυτές της DBRS σχολιάζουν ότι η θέση της Ελλάδας το 2024 αποδείχθηκε καλύτερη των προσδοκιών, με το συνολικό ισοζύγιο να καταγράφει πλεόνασμα 1,3% πέρυσι, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε στο 4,8% του ΑΕΠ, παρόλο που η κυβέρνηση ανέμενε ένα μικρό έλλειμμα στο συνολικό ισοζύγιο. «Μια σειρά από παράγοντες εξηγούν αυτή την θετική έκπληξη στα δημόσια οικονομικά, όπως οι χαμηλότερες τρέχουσες δαπάνες, αλλά και τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα έσοδα από άμεσους φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, που προήλθαν από την υγιή αύξηση της απασχόλησης και τη συνολική οικονομική δραστηριότητα» σημειώνει ο οίκος. Προσθέτοντας πως «η επίδραση του αυξημένου πληθωρισμού στις εισπράξεις ΦΠΑ, καθώς και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις όπως τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας, συνέβαλαν επίσης στη μεγάλη αύξηση των εσόδων».

«Αν και τα αποτελέσματα αυτά είναι απίθανο να διατηρηθούν σε τόσο υψηλά επίπεδα, λόγω των πρόσφατα ανακοινωμένων κοινωνικών δαπανών και της αύξησης των αμυντικών δαπανών» η DBRS εκτιμά ότι η βελτιωμένη δημοσιονομική θέση θα στηριχθεί από τις διαρθρωτικές αλλαγές, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβλέπει ότι το συνολικό πλεόνασμα θα μειωθεί στο 0,7% του ΑΕΠ φέτος και θα βελτιωθεί ξανά στο 1,4% το 2026.

Πτωτική πορεία του χρέους

Το ακαθάριστο δημόσιο χρέος της Ελλάδας ανήλθε στο 153,6% του ΑΕΠ το 2024, το υψηλότερο βάρος με διαφορά στην Ευρώπη και σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης στο 87,4% του ΑΕΠ, επισημαίνει η DBRS, σημειώνοντας ότι «θεωρητικά, το υψηλό χρέος περιορίζει την ικανότητα της κυβέρνησης να ανταποκρίνεται σε απρόβλεπτα σοκ, να διαχειρίζεται υψηλότερο κόστος δανεισμού ή να καλύπτει αυξανόμενες δαπάνες που σχετίζονται με τη γήρανση του πληθυσμού ή την άμυνα».

«Στην πράξη, ωστόσο, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους που απορρέουν από το μεγάλο χρέος της Ελλάδας μετριάζονται από αρκετούς παράγοντες. Πρώτον, η διάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή. Το 100% του χρέους είναι σε σταθερά επιτόκια, η μέση σταθμισμένη διάρκεια είναι πολύ υψηλή (περίπου 18,7 έτη) και περίπου το 74% του χρέους κατέχεται από τον επίσημο τομέα. Το ελληνικό δημόσιο διαθέτει επίσης σημαντικά ταμειακά αποθέματα, περίπου 40 δισ. ευρώ (περίπου 16% του ΑΕΠ, ή τρία έτη ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών), παρά τις πρόωρες αποπληρωμές δανείων προς το ΔΝΤ και τον Μηχανισμό Δανείων της Ελλάδας (GLF), που πιθανότατα προπληρώθηκαν νωρίτερα από το προβλεπόμενο».

Ο οίκος υπογραμμίζει πως η δυναμική του δημόσιου χρέους ακολουθεί μια έντονα πτωτική πορεία, χάρη στην υψηλή ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, τα υγιή δημοσιονομικά πλεονάσματα και τις προσαρμογές από πρόωρες αποπληρωμές. Αν και κορυφώθηκε λίγο κάτω από το 210% το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ να προσεγγίσει το 140% έως το 2026, ενώ το ΔΝΤ προβλέπει, υπό τις τρέχουσες παραδοχές, ότι θα υποχωρήσει κάτω από το 130% έως το 2029. «Αυτή η ευνοϊκή δυναμική του δημόσιου χρέους καθιστά το μεγάλο απόθεμα χρέους της Ελλάδας λιγότερο ευάλωτο στη μεταβλητότητα των αγορών και έχει οδηγήσει σε υψηλότερη εμπιστοσύνη των επενδυτών», σχολιάζουν οι αναλυτές του οίκους, προσθέτοντας ότι το spread του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έναντι του γερμανικού Bund μειώθηκε περίπου στις 75 μονάδες βάσης τον Ιούλιο του 2025, από τις 200 μονάδες βάσης το καλοκαίρι του 2022.

Τραπεζική ενίσχυση

Σε ό,τι αγορά τον τραπεζικό κλάδο, η DBRS σημειώνει ότι τα τελευταία χρόνια έχει ενισχυθεί και ότι η υψηλότερη πιστωτική ανάπτυξη και τα διαρθρωτικά υψηλότερα επιτόκια έχουν οδηγήσει σε υγιή κερδοφορία των τραπεζών. «Το σύστημα είναι επίσης πιο ανθεκτικό» σχολιάζει ο οίκος, εξηγώντας ότι «πρόσφατα σοκ, όπως η ενεργειακή κρίση και η ταχεία άνοδος των επιτοκίων, δεν ανέκοψαν τη σταθερή βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού. Οι πωλήσεις και οι τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του 'Ηρακλής' συνέβαλαν στη μείωση του μέσου ακαθάριστου δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο 2,9% τον Ιούνιο του 2025 για τις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες, από 32% το 2020».

Οι ελληνικές τράπεζες «θωρακίζονται περαιτέρω έναντι συστημικού κινδύνου διατηρώντας ισχυρούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα του πρόσφατου stress test της EBA 2025» τονίζει μεταξύ άλλων η DBRS. Επισημαίνει δε, ότι η ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών αναμένεται να συνεχίσει να βελτιώνεται.

Πολιτική ατζέντα

«Πρόσφατες εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένου του αποτελέσματος των ευρωεκλογών πέρυσι, δείχνουν ότι η στήριξη προς την κυβέρνηση έχει περιοριστεί» σχολιάζει μεταξύ άλλων η DBRS, επισημαίνοντας ότι «καθώς πλησιάζουν οι επόμενες βουλευτικές εκλογές, υπάρχει κίνδυνος η δυναμική των μεταρρυθμίσεων να χάσει ταχύτητα». Ο οίκος προσθέτει ωστόσο ότι «η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη διατηρεί ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αυτό παρέχει πολιτική σταθερότητα και συνέχεια, ενώ βοηθά την Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους και τα ορόσημα του Σχεδίου Ανάκαμψης», με βασική προτεραιότητα την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων του «Ελλάδα 2.0».

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάζονται αυτή τη στιγμή

Έρικ Τεν Χαγκ: Η τρελή αποζημίωση για μόλις 62 ημέρες στον πάγκο της Λεβερκούζεν

H Porsche πρόλαβε την Tesla στην κούρσα για την ασύρματη φόρτιση μπαταρίας

Δεύτερη ευκαιρία για τα vouchers σε παιδικούς σταθμούς: Αυξάνονται τα εισοδηματικά όρια

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider