Η ενεργειακή φτώχεια καταγράφει σταθερή άνοδο και μετατρέπεται σε έναν από τους πιο ανησυχητικούς δείκτες κοινωνικής πίεσης. Χιλιάδες νοικοκυριά στην Ελλάδα δηλώνουν ότι δεν μπορούν να θερμάνουν την κατοικία τους, ενώ η χώρα παραμένει στις χειρότερες θέσεις της ΕΕ. Τα διεθνή δεδομένα δείχνουν ότι το πρόβλημα επεκτείνεται, με σημαντικές περιφερειακές ανισότητες και αυξανόμενο οικονομικό βάρος για τους πολίτες.
Από τα κράτη της Αφρικής που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρισμό έως τις ευρωπαϊκές πόλεις όπου η θέρμανση έχει γίνει πολυτέλεια, το φαινόμενο εξελίσσεται σε μία από τις μεγαλύτερες κοινωνικές κρίσεις της εποχής μας.
Τι σημαίνει ενεργειακή φτώχεια
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση η ενεργειακή φτώχεια ορίζεται ως η αδυναμία ενός νοικοκυριού να εξασφαλίσει βασικές ενεργειακές υπηρεσίες, όπως θέρμανση, ψύξη, φωτισμό και ζεστό νερό, σε επίπεδο που επιτρέπει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Ο ορισμός αυτός καθορίζεται από την αναθεωρημένη Οδηγία για την Ενεργειακή Απόδοση και τον ευρωπαϊκό κόμβο Energy Poverty Advisory Hub.
Στις αναπτυσσόμενες χώρες το φαινόμενο είναι πιο σκληρό. Η ενεργειακή φτώχεια σημαίνει έλλειψη ηλεκτρισμού και καθαρών καυσίμων για μαγείρεμα, όπως υπογραμμίζει και η μελέτη JustReDI για την Ελλάδα, που ξεχωρίζει τις δύο πραγματικότητες: την προσιτή ενέργεια στον ανεπτυγμένο κόσμο και την έλλειψη πρόσβασης στον αναπτυσσόμενο.
Θέρμανση: Ποιες περιοχές της Ελλάδας θα… κρυώσουν περισσότερο
Καύσιμα: Τι τιμές να περιμένουν οι καταναλωτές το 2026 - Οι ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς
Η παγκόσμια εικόνα: εκατοντάδες εκατομμύρια στο σκοτάδι
Η Έκθεση Προόδου του ΟΗΕ για τον Στόχο SDG 7 καταγράφει ότι 660–700 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρικό ρεύμα παγκοσμίως . Το 85% αυτών ζει στην Υποσαχάρια Αφρική, με χώρες όπως η Νιγηρία, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και η Αιθιοπία να εμφανίζουν τα μεγαλύτερα ελλείμματα ηλεκτροδότησης στον πλανήτη.
Σε χώρες όπως το Τσαντ και το Μπουρούντι η ηλεκτροδότηση παραμένει μονοψήφια ή οριακά διψήφια, καταγράφοντας μια ενεργειακή ανισότητα που εντείνεται χρόνο με τον χρόνο.
Ευρώπη: Η κρίση της προσιτής θέρμανσης
Στην Ευρώπη το πρόβλημα αλλάζει μορφή. Η πρόσβαση στο ρεύμα είναι δεδομένη, αλλά η προσιτή θέρμανση όχι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2023 το 10,6% των Ευρωπαίων δήλωσε ότι δεν μπορεί να διατηρήσει επαρκώς ζεστή την κατοικία του, ποσοστό αυξημένο μετά την ενεργειακή κρίση που ακολούθησε τον πόλεμο στην Ουκρανία .
Οι χειρότερες επιδόσεις καταγράφονται σε Βουλγαρία, Λιθουανία, Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα, όπου περίπου ένας στους πέντε πολίτες ζει σε κατάσταση ενεργειακής πίεσης ως προς τη θέρμανση.
Ελλάδα: η σταθερή ανοδική πορεία της ενεργειακής φτώχειας
Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι βαθύ και επιδεινούμενο. Βάσει καταγραφών της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024, το 43,6% των ελληνικών νοικοκυριών δεν μπορούσε να θερμάνει επαρκώς το σπίτι του το 2024, ποσοστό που φέρνει τη χώρα ανάμεσα στις πλέον πληγείσες στην Ευρώπη και καταγράφεται σε πρόσφατη αναφορά για την ενεργειακή φτώχεια. Αυτή η τάση δείχνει να κλιμακώνεται καθώς τα παλαιότερα στοιχεία ήταν σαφώς πιο ενθαρρυντικά. Το 19,2% των πολιτών δεν μπορεί να θερμάνει επαρκώς την κατοικία του το 2023, έναντι 17,1% το 2020 και 18,7% το 2022, σύμφωνα με τη Eurostat.
Επιπλέον, έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Sustainability δείχνει ότι, ανάλογα με τον δείκτη μέτρησης, μεταξύ 8,4% και 19,6% των ελληνικών νοικοκυριών μπορεί να χαρακτηριστεί ενεργειακά φτωχό το 2021.
Οι περιοχές της Ελλάδας με τη μεγαλύτερη ενεργειακή πίεση
Η ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα έχει σαφές γεωγραφικό αποτύπωμα. Δεδομένα του ΕΜΠ δείχνουν ότι οι πιο επιβαρυμένες περιφέρειες είναι η Ανατολική Μακεδονία–Θράκη, η Δυτική Μακεδονία, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Κεντρική Μακεδονία και η Δυτική Ελλάδα, με δείκτες ενεργειακής φτώχειας που παραμένουν σταθερά υψηλοί στη διάρκεια της δεκαετίας 2012–2023 και φτάνουν έως και 7,81% σε ορισμένες χρονιές .
Οι λιγότερο ευάλωτες περιοχές είναι η Αττική, το Νότιο Αιγαίο, τα Ιόνια Νησιά και η Κρήτη, όπου οι ηπιότερες κλιματικές συνθήκες και τα υψηλότερα εισοδήματα μειώνουν το ενεργειακό βάρος.
Ανάλυση του JRC της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαιώνει ότι η αγροτική Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις τρεις πιο ενεργειακά ευάλωτες αγροτικές περιοχές της Ευρώπης, γεγονός που δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο αστικό αλλά και βαθιά περιφερειακό.
Ποιοι πλήττονται περισσότερο
Η μελέτη JustReDI καταγράφει ότι υψηλότερο κίνδυνο αντιμετωπίζουν μονογονεϊκά νοικοκυριά, πολυμελείς οικογένειες, ενοικιαστές και όσοι κατοικούν σε ακίνητα προ του 1980 χωρίς επαρκή θερμομόνωση ή με ακριβές μορφές θέρμανσης όπως πετρέλαιο ή ηλεκτρικά σώματα.
Η Ελλάδα έχει δεσμευθεί, βάσει της έκθεσης Poverty Watch του Ελληνικού Δικτύου Καταπολέμησης της Φτώχειας, να μειώσει την ενεργειακή φτώχεια κατά 50% ως το 2025 και 75% ως το 2030. Παρ’ όλα αυτά, η έκθεση σημειώνει ότι η χώρα βασίζεται κυρίως σε επιδοτήσεις λογαριασμών και αποσπασματικά προγράμματα εξοικονόμησης, χωρίς συνεκτική στρατηγική ή επαρκή στοχοθέτηση για τους πραγματικά ευάλωτους πολίτες.
Αν και υπάρχουν πρωτοβουλίες από την τοπική αυτοδιοίκηση, όπως τα μέτρα του Δήμου Αθηναίων για τα νοικοκυριά σε ενεργειακή φτώχεια, η εμβέλειά τους παραμένει περιορισμένη.
Τι πρέπει να γίνει: Η ανάγκη μετάβασης από τα επιδόματα στη δομική πολιτική
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα δεν μπορεί να μειωθεί με βραχυπρόθεσμες ενισχύσεις. Απαιτείται εθνική στρατηγική με δεσμευτικούς στόχους ανά περιφέρεια και καθολική χαρτογράφηση των «κόκκινων ζωνών» ενεργειακού κινδύνου, αξιοποιώντας τα επίσημα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ, του ΔΕΔΔΗΕ και των κοινωνικών υπηρεσιών.
Χρειάζεται επιθετικό πρόγραμμα ενεργειακών ανακαινίσεων για παλιά και ενεργοβόρα κτίρια, ιδιαίτερα στις βόρειες και ορεινές περιοχές της χώρας. Μελέτες όπως η JustReDI δείχνουν ότι το 56% των ελληνικών κατοικιών χτίστηκε πριν από το 1980 και σχεδόν το μισό κτιριακό απόθεμα με ΠΕΑ βρίσκεται στις κατηγορίες Η και Ζ, καθιστώντας τις παρεμβάσεις αναπόφευκτη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Παράλληλα, απαιτείται εκσυγχρονισμός των κοινωνικών τιμολογίων ώστε να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο το εισόδημα αλλά και τις πραγματικές ενεργειακές ανάγκες, το κλίμα και την κατάσταση των κατοικιών. Η ενίσχυση των ενεργειακών κοινοτήτων με κοινωνικό χαρακτήρα αποτελεί επίσης κρίσιμη επιλογή, καθώς ευρωπαϊκές αναλύσεις δείχνουν ότι μπορούν να μειώσουν σημαντικά το κόστος ενέργειας σε ευάλωτα νοικοκυριά.
Η ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα δεν είναι συγκυριακό σύμπτωμα. Είναι δομική πραγματικότητα. Επηρεάζει έναν στους πέντε πολίτες, απλώνεται ανομοιόμορφα στον χάρτη με αιχμηρά επίκεντρα στη Βόρεια Ελλάδα και εξαντλεί τα νοικοκυριά που ήδη βρίσκονται σε οριακή οικονομική κατάσταση. Η αντιμετώπισή της απαιτεί πολιτική βούληση, θεσμική συνέχεια και βαθιές επενδύσεις στο κτιριακό απόθεμα. Χωρίς αυτά, η χώρα θα παραμείνει σταθερά στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης σε ενεργειακή φτώχεια.