Τα ακραία καιρικά φαινόμενα προκαλούν εκτεταμένες ζημιές σε καλλιέργειες τροφίμων όπως οι πατάτες, το ρύζι, το κακάο και ο καφές, οδηγώντας σε αυξήσεις τιμών για τους καταναλωτές και ενισχύοντας τον κίνδυνο ευρύτερων κοινωνικών επιπτώσεων, αναφέρει μελέτη του Barcelona Supercomputing Center, ενός ερευνητικού κέντρου στην Ισπανία, την οποία ανέδειξε σε ανάλυσή της η Standard & Poor’s.
Η έκθεση παραθέτει παραδείγματα όπως η αύξηση κατά 22% στις τιμές της πατάτας στο Ηνωμένο Βασίλειο από τον Ιανουάριο έως τον Φεβρουάριο του 2024, έπειτα από έντονες βροχοπτώσεις που, σύμφωνα με επιστήμονες, ήταν κατά 20% ισχυρότερες λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Στην Καλιφόρνια και την Αριζόνα των ΗΠΑ, οι τιμές των λαχανικών εκτοξεύθηκαν κατά 80% τον Νοέμβριο του 2022 μετά από ένα ακραίο καλοκαιρινό κύμα ξηρασίας. Στην Αιθιοπία, οι τιμές των τροφίμων ήταν αυξημένες κατά 40% τον Μάρτιο του 2023, έπειτα από την ξηρασία του 2022 στο Κέρας της Αφρικής, τη χειρότερη εδώ και 40 χρόνια, η οποία σύμφωνα με τους επιστήμονες, έγινε «πολύ πιο έντονη» λόγω της κλιματικής αλλαγής. Στην Ισπανία και την Ιταλία, η ξηρασία του 2022-2023 οδήγησε την επόμενη χρονιά σε αύξηση της τιμής του ελαιόλαδου κατά 50%, πέρα από τις αυξήσεις που είχαν ήδη καταγραφεί νωρίτερα.
Οι παγκόσμιες τιμές του κακάο ήταν σχεδόν 300% υψηλότερες τον Απρίλιο του 2024, έπειτα από ένα κύμα καύσωνα που είχε πλήξει την Ακτή Ελεφαντοστού και τη Γκάνα μόλις δύο μήνες νωρίτερα. Μαζί, οι δύο αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν σχεδόν τα δύο τρίτα (60%) της παγκόσμιας παραγωγής κακάο. Στο Μεξικό, οι τιμές φρούτων και λαχανικών ήταν αυξημένες κατά 20% τον Ιανουάριο του 2024, έπειτα από την ξηρασία του 2023, μία από τις πιο σοβαρές ξηρασίες που έχει αντιμετωπίσει η χώρα την τελευταία δεκαετία.

«Μέχρι να φτάσουμε σε μηδενικές εκπομπές, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα επιδεινώνονται διαρκώς και ήδη καταστρέφουν καλλιέργειες και αυξάνουν τις τιμές των τροφίμων παγκοσμίως», δήλωσε ο Μαξιμίλιαν Κοτς, εκ των βασικών συντακτών της μελέτης, η οποία περιλαμβάνει πλήθος εξίσου σοκαριστικών παραδειγμάτων.
Σύμφωνα με την S&P, η έκθεση των επιχειρήσεων σε ακραία καιρικά φαινόμενα και σε χρόνια κλιματικά φαινόμενα όπως η ακραία ζέστη, η έλλειψη νερού και η ξηρασία έχει δημιουργήσει σημαντικές οικονομικές απώλειες σε όλους τους τομείς. Έως το 2050, η ετήσια οικονομική επίπτωση από τους φυσικούς κινδύνους που σχετίζονται με την κλιματική κρίση προβλέπεται να ανέλθει σε 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως, εφόσον δεν υπάρξει προσαρμογή.
Κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις
Η μελέτη του ισπανικού BSC επισημαίνει ότι οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή προκαλούν ή εντείνουν ήδη σοβαρά προβλήματα σε διάφορους τομείς της κοινωνίας. Πλήττουν κυρίως τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα, οδηγώντας είτε σε μειωμένη κατανάλωση, είτε σε στροφή προς φθηνότερες και λιγότερο θρεπτικές επιλογές, είτε σε αυξημένο ποσοστό του εισοδήματος που δαπανάται για τρόφιμα. Αυτές οι αλλαγές υπονομεύουν την επισιτιστική ασφάλεια και επιβαρύνουν τη δημόσια υγεία, με αύξηση του υποσιτισμού και των χρόνιων παθήσεων.
Παράλληλα, η αστάθεια στις τιμές τροφίμων επηρεάζει τον γενικό πληθωρισμό, δυσκολεύοντας το έργο των κεντρικών τραπεζών, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Αν οι αυξήσεις είναι επίμονες, μπορεί να αποσταθεροποιήσουν τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό και να πλήξουν την ανάπτυξη.
Τέλος, ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι οι αυξήσεις στις τιμές τροφίμων συνδέονται συχνά με κοινωνικές αναταραχές και πολιτική αστάθεια. Έχουν επηρεάσει επαναστάσεις, κρίσεις και εκλογικά αποτελέσματα, ενισχύοντας λαϊκιστικά και αντισυστημικά κόμματα, ειδικά όταν μειώνονται οι πραγματικοί μισθοί.