Η τρέχουσα πορεία και οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, η κατάσταση στον εγχώριο χρηματοπιστωτικό τομέα, οι απαραίτητες παρεμβάσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά και η απαραίτητη στρατηγική μείωσης του δημόσιου χρέους, θα περιγράφονται μεταξύ άλλων στην έκθεση του άρθρου 4 του καταστατικού του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η προεργασία για τη σύνταξη της οποίας ξεκινά σήμερα επί ελληνικού εδάφους.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ για την Ελλάδα Delia Velculescu, ο Dennis Botman – ο Ολλανδός που ανέλαβε προσφάτως υπεύθυνος του γραφείου του Ταμείου στην Αθήνα- και τα λοιπά στελέχη της αποστολής του ΔΝΤ, θα έχουν από σήμερα έως την Παρασκευή διαδοχικές συναντήσεις με κυβερνητικά στελέχη, παραγωγικούς φορείς, επικεφαλής αρχών και με τις τραπεζικές διοικήσεις προκειμένου να συλλέξουν τα στοιχεία για την κατάρτιση της περιοδική έκθεσης του ΔΝΤ. Στις συναντήσεις αυτές θα μετέχει και ο εκπρόσωπος της Ελλάδος στο ΔΝΤ Μιχάλης Ψαλιδόπουλος.
Τελευταία φορά που είχε καταρτισθεί αντίστοιχη έκθεση για την Ελλάδα ήταν τον Ιούνιο του 2013 και το βασικό της συμπέρασμα ήταν πως «η Ελλάδα προσαρμόζεται κυρίως μέσω της ύφεσης και, όχι μέσα από μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την παραγωγικότητα». Τρία χρόνια μετά η σχετική διαπίστωση έχει παγιωθεί και η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να πλήττεται από ύφεση και αποπληθωρισμό. Ως εκ τούτου η νέα επισκόπηση της κατάστασης από το ΔΝΤ έχει ειδικό ενδιαφέρον.
Μετά την ολοκλήρωση της συλλογής των στοιχείων και πριν την αναχώρηση του κλιμακίου του ΔΝΤ από την Αθήνα θα εκδοθεί σχετική ανακοίνωση. Η έκθεση θα συνταχθεί έως τα μέσα Οκτωβρίου και εν συνεχεία θα δοθεί για διαβούλευση στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο και θα συνεδριάσει για την επισκόπηση της στα μέσα Νοεμβρίου.
Το τελικό κείμενο της έκθεσης θα δοθεί στη δημοσιότητα στο τέλος Νοεμβρίου και θα συμπέσει χρονικά με την περίοδο που οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί θα αποκρυσταλλώνουν τις παρεμβάσεις τους για το ελληνικό χρέος.
Σε κάθε περίπτωση θεωρείται δεδομένο πως η έκθεση του ΔΝΤ θα επαναλαμβάνει πως το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και πως θα πρέπει να κλειδώσουν οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας σε ποσοστό χαμηλότερο του 15% του ΑΕΠ μετά το 2022 με παρεμβάσεις που μεταξύ άλλων θα προβλέπουν μετατροπή των κυμαινομένων επιτοκίων σε σταθερά και με πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία δεν θα ξεπερνούν το 1,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.