Προκαταρκτική εξέταση παρήγγειλε στις τέσσερις Εισαγγελίες Πλημμελειοδικών της Θεσσαλίας ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας Σταμάτης Δασκαλόπουλος, όπως γράφει στο σημερινό της φύλλο η τοπική εφημερίδα «Ελευθερία».
Η έρευνα διατάχτηκε ύστερα από επιστολή που είχαν αποστείλει στον κ. Δασκαλόπουλο οι κτηνοτροφικοί σύλλογοι Ολύμπου, Τσαριτσάνης, Αραδοσιδίων,Σαρανταπόρου, Βαλανίδας και Ποταμιάς καταγγέλοντας «ελληνοποιήσεις» εισαγόμενου γάλακτος στην περιοχή της Θεσσαλίας και αλλού, με αποτέλεσμα να πέφτει η τιμή παραγωγού.
Η αγορά του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων στη χώρα μας μαστίζεται από μια πρωτόγνωρη κρίση λόγω της ασταμάτητης πτώσης της κατανάλωσης καθώς τα εισοδήματα έχουν περιοριστεί δραματικά. Αυτή είναι η αιτία του κακού, τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τις επιχειρήσεις του κλάδου.
Η τιμή του γάλακτος καθορίζεται πρωτίστως από την ζήτηση στην αγορά, η οποία, το τελευταίο διάστημα, βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά και μεγάλο μέρος των παραγόμενων γαλακτοκομικών προϊόντων (φέτα, κασέρι, κ.α.) μένουν απούλητα στα ψυγεία των επιχειρήσεων.
Ως εκ τούτου η προσφορά Ελληνικού γάλακτος είναι άφθονη και είναι αμφίβολο με τα δεδομένα αυτά αν το εισαγόμενο γάλα παραμένει τελικά φθηνότερο από το Ελληνικό.
Όπως έχει γράψει το insider.gr το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων οργιάζει στην ελληνική αγορά, ενώ εισαγωγές γάλακτος γίνεται από τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και αλλού.
Όπως κατά καιρούς έχουν καταγγείλει οι εκπρόσωποι κτηνοτροφικών οργανώσεων της χώρας (έχουν κατατεθεί και σχετικές ερωτήσεις στη Βουλή) τεράστιες ποσότητες αιγοπρόβειου γάλακτος εισάγονται αθρόα στη χώρα μας.
Όπως έχει τονιστεί «εκμεταλλευόμενοι τους πλημμελείς ελέγχους των αρμόδιων υπηρεσιών της Πολιτείας, ορισμένοι εισαγωγείς με αθέμιτες και παράνομες πρακτικές και μεθοδεύσεις επιχειρούν να ελληνοποιήσουν μεγάλες ποσότητες του γάλακτος που εισάγουν. Προκαλούν έτσι ολοένα και περισσότερα φαινόμενα νόθευσης της αγοράς και στρέβλωσης του υγιούς ανταγωνισμού, που λειτουργούν καταστροφικά και παραπλανητικά εις βάρος των παραγωγών και των καταναλωτών αντίστοιχα.
Δε διστάζουν να προσεγγίσουν ακόμα και τυροκόμους που παρασκευάζουν αποκλειστικά ΦΕΤΑ ή άλλα Π.Ο.Π. τυριά. Γνωρίζοντας ότι η χρήση τέτοιου γάλακτος για τα εν λόγω τυριά είναι παράνομη και ποινικά κολάσιμη, προσπαθούν να δελεάσουν τους τυροκόμους προτείνοντάς τους περισσότερα κέρδη με λιγότερο κόπο. Το ίδιο προτείνουν και σε κτηνοτρόφους – αιγοπροβατοτρόφους, ώστε οι τελευταίοι να εμφανίσουν αυξημένη παραγωγή. Έτσι, να εκμεταλλευτούν για το επιπλέον «πλασματικά» ιδιοπαραγόμενο γάλα τη διαφορά τιμής που απολαμβάνουν σε συμφωνία που ήδη έχουν με τον τυροκόμο τους, η οποία είναι κατά πολύ υψηλότερη από αυτή του εισαγομένου (τουλάχιστον κατά 0,20ευρώ/λίτρο).
Θύματα αυτών των πρακτικών, των αθρόων εισαγωγών και ελληνοποιήσεων εισαγόμενου γάλακτος είναι οι νομοταγείς παραγωγοί και επιχειρηματίες τυροκόμοι. Για να ανταπεξέλθουν στον αθέμιτο αυτόν ανταγωνισμό, αναγκάζονται να μειώσουν την τιμή του παραγωγού. Αδύνατοι να αντιδράσουν αποτελεσματικά, εξαιτίας και της δικής τους οργανωτικής αδυναμίας σε πανελλήνιο επίπεδο, οι Έλληνες αιγοπροβατοτρόφοι δέχονται σχεδόν μοιρολατρικά τις εις βάρος τους εξελίξεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες των κτηνοτρόφων, αθρόες εισαγωγές γάλακτος, μέρος του οποίου στη συνέχεια παρανόμως ελληνοποιείται, γίνονται τόσο από τους διασυνοριακούς σταθμούς της χώρας με τη Βουλγαρία και τα Σκόπια, όσο και από το λιμάνι της Ηγουμενίτσας.