Το 2025 αποτελεί έτος σταθμό για την εταιρική βιωσιμότητας καθώς οι ελληνικές επιχειρήσεις κλήθηκαν για πρώτη φορά να δημοσιοποιήσουν εκθέσεις σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για την υποβολή εκθέσεων εταιρικής βιωσιμότητας (Corporate Sustainability Reporting Directive – CSRD). Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (SDGs) καθώς στοχεύει στη βελτίωση της ποιότητας των δημοσιοποιούμενων πληροφοριών βιωσιμότητας, ενισχύοντας τη συγκρισιμότητα, την εναρμόνιση με κοινά πρότυπα, την αξιοπιστία των δεδομένων και την αποτροπή πρακτικών greenwashing.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία οι ελληνικές επιχειρήσεις δείχνουν να ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στην εφαρμογή της οδηγίας με την κλιματική αλλαγή ν αποτελεί το κυρίαρχο θέμα. Την πρώτη αυτή εικόνα δίνει η μελέτη που εκπόνησαν το UN Global Compact Network Greece από κοινού με την ΕΥ Ελλάδος και την Grant Thornton Greece εκπόνησε την παρούσα μελέτη, με στόχο την αποτύπωση του τρόπου με τον οποίο οι ελληνικές επιχειρήσεις ανταποκρίθηκαν στα Ευρωπαϊκά Πρότυπα Αναφοράς για τη Βιωσιμότητα (European Sustainability Reporting Standards – ESRS), όπως αυτά εφαρμόζονται στο πλαίσιο της CSRD. Η ανάλυση εστιάζει στη δομή, την πληρότητα και τη συγκρισιμότητα των πρώτων αυτών εκθέσεων, εξετάζοντας κρίσιμες συνιστώσες όπως η «Αξιολόγηση Διπλής Ουσιαστικότητας» (Double Materiality Assessment – DMA), η χαρτογράφηση Επιπτώσεων, Κινδύνων και Ευκαιριών (Impacts, Risks & Opportunities – IROs), η ευθυγράμμιση με την Ταξινομία της ΕΕ, καθώς και οι περιβαλλοντικές γνωστοποιήσεις και οι διαδικασίες διασφάλισης.
Η μελέτη βασίζεται στα διαθέσιμα στοιχεία των εκθέσεων που είχαν δημοσιοποιηθεί έως και την 16η Μαΐου 2025 από 50 ελληνικές επιχειρήσεις, προσφέροντας μια πρώτη εικόνα της εφαρμογής του νέου πλαισίου αναφοράς στην πράξη. Όπως επισημαίνει, οι ελληνικές επιχειρήσεις ανέφεραν συχνότερα ως σημαντικά θέματα τα E1-Κλιματική Αλλαγή, S1-Ίδιο Εργατικό Δυναμικό και G1-Επιχειρηματική Συμπεριφορά, ενώ άλλα περιβαλλοντικά θέματα και θέματα εργαζομένων στην αλυσίδα αξίας αναφέρθηκαν λιγότερο. Σημαντικός αριθμός επιχειρήσεων εντόπισε ειδικά θέματα για την ίδια την οντότητα, υποδηλώνοντας την ανάγκη για πιο συγκεκριμένη χαρτογράφηση των σημαντικών Επιπτώσεων, Κινδύνων και Ευκαιριών (IROs), πλέον των θεματικών προτύπων (topical standards) των ESRS. Οι επιχειρήσεις μέλη του UNGCNG ακολούθησαν επίσης αυτή την τάση. Στο ίδιο πλαίσιο, Οι περισσότερες επιχειρήσεις γνωστοποίησαν Scope 3 εκπομπές, όπως αγοραζόμενα αγαθά, χρήση καυσίμων και λειτουργικά απόβλητα. Ωστόσο, λίγες επιχειρήσεις έθεσαν σαφείς στόχους μείωσης, ιδιαίτερα για το Scope 3. Επιπλέον, το 54% αναφέρθηκε σε στόχους/δεσμεύσεις καθαρών μηδενικών εκπομπών, ωστόσο μικρότερο ποσοστό επιχειρήσεων (26%) ανέφερε ότι διαθέτει ολοκληρωμένο σχέδιο μετάβασης για την κλιματική αλλαγή. Η μεγαλύτερη ένταση άνθρακα παρατηρήθηκε στο τραπεζικό κλάδο, ενώ ο κλάδος των Μεταφορών παρουσιάζει την μεγαλύτερη ενεργειακή ένταση.
Οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις που υπάγονται στην υποχρέωση αναφοράς βάσει της Οδηγίας CSRD δημοσίευσαν δηλώσεις βιωσιμότητας έκτασης 101–150 σελίδων. Οι επιχειρήσεις στους τομείς της Υγείας και της Εξόρυξης παρουσίασαν εκτενέστερες Εκθέσεις, ενώ οι επιχειρήσεις Τροφίμων & Ποτών δημοσίευσαν μικρότερης έκτασης Εκθέσεις. Όσον αφορά στην ευθυγράμμιση με την Ταξινομία, τομείς όπως η Εξόρυξη και Επεξεργασία Ορυκτών Πρώτων Υλών, οι Μεταφορές και οι Υποδομές παρουσίασαν μεγαλύτερη ευθυγράμμιση με την Ταξινομία της ΕΕ, ενώ άλλοι, όπως η Υγεία και η Τεχνολογία & Επικοινωνίες, ανέφεραν ελάχιστη ή καθόλου ευθυγράμμιση, υποδεικνύοντας περιορισμένες επιλέξιμες δραστηριότητες ή κενά στην αναφορά.
Μαζεύει τις υποχρεώσεις βιωσιμότητας των επιχειρήσεων η Κομισιόν – Τι αλλάζει στην οδηγία CSRD
Τα υπό-θέματα όπως ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής, η προσαρμογή και η ενέργεια κυριαρχούν στο τοπίο της ουσιαστικότητας, αναδεικνύοντας τη σημασία τους για την πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Το E2-Pollution καλύπτεται μέσω ενός ευρέος φάσματος υποθεμάτων (αέρας, νερό, έδαφος, ουσίες, μικροπλαστικά), γεγονός που υποδηλώνει μια ευρύτερη αλλά λιγότερο εστιασμένη προσέγγιση σε επιμέρους ή εξειδικευμένα θέματα που σχετίζονται με τη ρύπανση. Τα υπό-θέματα του E3-Water and marine resources και του E4-Biodiversity and ecosystems έλαβαν μικρότερη προσοχή/έμφαση, ενώ τα υπό-θέματα του E5-Circular Economy εμφανίστηκαν συχνότερα ως ουσιαστικά.